Το ελληνικό και μη απόφθεγμα, πως η Μάργκαρετ Θάτσερ καταπολέμησε τον χουλιγκανισμό με βάση τα γεγονότα μοιάζει περισσότερο με μύθο. Η Αγγλία έμαθε από τα λάθη της, από τους τραγικούς απολογισμούς της και καθοδηγούμενη από τον εγωισμό της, ως γενέτειρα του ποδοσφαίρου, άλλαξε τόσο το ίδιο το άθλημα, όσο και την συμπεριφορά των οπαδών του. Στην Ελλάδα απέχουμε ακόμα έτη φωτός από το να προσπαθήσουμε τουλάχιστον να βελτιώσουμε την κατάσταση.
Γράφει ο Παναγιώτης Χονδρός
Η Ελλάδα ταλανίζεται ακόμα μία φορά από φαινόμενα οπαδικής βίας. Είμαι κι εγώ από αυτούς που διαφωνούν με τον τελευταίο όρο, αλλά χάριν ροής του κειμένου ας το χρησιμοποιήσουμε. Άλλωστε, το ζήτημα είναι καθαρά κοινωνικό. Σε τέτοιους χαλεπούς καιρούς στη χώρα μας ξεκινούν τα «Θάτσερ που μας χρειάζεται» και «τι ωραία που τα έκανε η Θάτσερ», όμως, η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική. Στην Αγγλία άλλαξαν, όχι όμως από την σθεναρή στάση της Μάργκαρετ Θάτσερ . Ας μην πάμε όμως κατευθείαν στο εξωτερικό, για να δούμε ορισμένα θέματα του οίκου μας.
Από τη στιγμή που ξεκίνησα να πηγαίνω στο γήπεδο αντιλήφθηκα πως αντιλαμβάνεται η κοινωνία τους φιλάθλους. Κάποια στιγμή ένιωσα αλήτης μόνο και μόνο επειδή μου αρέσει να παρακολουθώ την ομάδα που από κοντά. Αυτοί που δεν ασχολούνται θεωρούν τους οπαδούς σκουπίδια και πολίτες κατώτερης τάξης και δυστυχώς πολλά άτομα σε διοικητικές θέσεις δεν έχουν σχέση με τον αθλητισμό, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για αποφάσεις που λαμβάνουν. Και όλο αυτό επειδή στην Ελλάδα έχουμε την τάση να τσουβαλιάζουμε τους ανθρώπους. Ένα επεισόδιο σε κάποιο στάδιο δημιουργείται από λίγους, οι οποίοι τις περισσότερες φορές ανήκουν σε αυτούς που δεν ασχολούνται και ιδιαίτερα με τα αθλητικά δρώμενα.
Τα γήπεδα φιλοξένησαν ακόμα περισσότερα εξτρεμιστικά στοιχεία, ακριβώς επειδή η κοινωνία η ίδια τα έβαλε στο περιθώριο. Όχι, πως δεν υπάρχουν τύποι που σκοτώνουν για τις ομάδες και τα χρώματα, στη Γη ζούμε και ξέρουμε. Απλά τα γήπεδα θεωρούνται παράνομα πια, γι' αυτό και όσα έγιναν στου Ρέντη. Πρώτα από όλα να ευχηθώ δύναμη και κουράγιο στον άτυχο αστυνομικό, που πήγε για δουλειά και κατέληξε στην εντατική για κανέναν απολύτως λόγο.
Από εκεί και πέρα κάποιος πρέπει να ασχοληθεί και με τους ανθρώπους που πέρασαν μία μέρα ολόκληρη στη ΓΑΔΑ, επειδή ήθελαν να δουν βόλεϊ. Και κάποιος πρέπει να διαβάσει και μαρτυρίες τους για τα όσα έζησαν εκεί. Διότι, το μόνο που ακούμε είναι συγχαρητήρια και μπράβο που βρέθηκε ο δράστης. Συνέπεια των όσων ανέφερα παραπάνω για αδιαφορία προς τους οπαδούς, όπως συνέπεια αυτού είναι και τα μέτρα της κυβέρνησης. Κεκλεισμένων των θυρών τα ματς της Super League μέχρι τις 12/2, ανοιχτά όλα τα στάδια στα άλλα αθλήματα. Μπορείς να πας στο ΣΕΦ την Παρασκευή, όμως όχι και στο Καραϊσκάκης την Κυριακή. Και μετά τις 12 Φλεβάρη θα έχει επιλυθεί το ζήτημα μάλλον. Δυστυχώς, στο ίδιο έργο θεατές γι' αυτό και θα σταματήσω εδώ. Άλλωστε, για να το βελτιώσεις πρέπει να το αγαπάς. Με αφορμή, λοιπόν, όσα ζήσαμε ξανά στην Ελλάδα, πάμε να δούμε τι δεν έκανε τελικά η πολυσυζητημένη Μάργκαρετ Θάτσερ.
Η νέα γενιά θεωρεί τα αγγλικά γήπεδα ως πρότυπα συμπεριφοράς, ήταν όμως τα πράγματα πάντα έτσι ; Πολλοί θεωρούν ότι ο χουλιγκανισμός γεννήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα στην Αγγλία, όταν οι εξαγριωμένοι οπαδοί δημιουργούσαν προβλήματα στους αγωνιστικούς χώρους διαμαρτυρόμενοι κυρίως για κοινωνικά θέματα και έφτασε στο αποκορύφωμα του στη δεκαετία του 1960, όταν η βρετανική κυβέρνηση θέσπισε το1968 το Public order Act, σύμφωνα με το οποίο το δικαστήριο μπορούσε να απαγορεύσει την είσοδο των χούλιγκαν, που έχουν συλληφθεί, στα γήπεδα.
Ταυτόχρονα, η βρετανική αστυνομία έκανε ελέγχους σε άτομα που έμοιαζαν με skinheads ή φορούσαν φθηνά εργατικά ρούχα, με αποτέλεσμα οι ταραξίες να ντύνονται με επίσημα ενδύματα, ώστε να περνούν απαρατήρητοι. Η κατάσταση βέβαια εκτροχιάστηκε περαιτέρω τα επόμενα χρόνια, με την Αγγλία να γίνεται τόπος άγριων επεισοδίων και ανεξέλεγκτης οπαδικής βίας. Αρχής γενομένης από το 1974 όταν οι οπαδοί της Τότεναμ και της Φέγενορντ έκαναν γυαλιά καρφιά το κέντρο του Ρότερνταμ πριν τον τελικό του κυπέλλου UEFA. Λίγο αργότερα, στις 11 Μαΐου του 1985, ένας οπαδός της Λιντς δολοφονείται σε συμπλοκές με τους οπαδούς της Μπέρμιγχαμ και σχεδόν ταυτόχρονα στο Βάλεϊ Παρέιντ του Μπράντφορντ, 56 άνθρωποι θα χάσουν τη ζωή τους μετά από πυρκαγιά που ξέσπασε στο γήπεδο και που εξαπλώθηκε γρήγορα, καθώς το στάδιο ήταν φτιαγμένο από ξύλο.
Το τραγικό αποκορύφωμα θα έρθει μόλις 18 μέρες μετά. Φίλαθλοι της Λίβερπουλ και της Γιουβέντους βρίσκονταν στις Βρυξέλλες για τον επερχόμενο τελικό του Champions League, όπου η UEFA και η τοπική ποδοσφαιρική ομοσπονδία αποφάσισαν να θέσουν σε πώληση εισιτήρια και στη βελγική πρωτεύουσα για αυτούς που δεν είχαν προμηθευτεί ήδη ένα «μαγικό χαρτάκι», με την Λίβερπουλ να αντιδρά, καθώς θεωρούσε πως με αυτόν τον τρόπο αντίπαλοι οπαδοί θα βρίσκονταν στις ίδιες κερκίδες. Έτσι κι έγινε. Στις θύρες Y και Z πίσω από την μια εστία στο Χέιζελ , ένα μικρό κιγκλίδωμα χώριζε Άγγλους και Ιταλούς και τα επεισόδια δεν άργησαν να ξεκινήσουν. Μάχες σώμα με σώμα, μάχες με τις αστυνομικές
δυνάμεις και απολογισμός 39 νεκρών. Το παράδοξο είναι, πως ο τελικός διεξήχθη κανονικά με τη Γιουβέντους να κατακτά το τρόπαιο.
Η Μάργκαρετ Θάτσερ, τώρα, παρακολουθεί τις εξελίξεις από τη θέση του Πρωθυπουργού της Αγγλίας, αξίωμα που κατέλαβε το1979 με όπλο τα συντηρητικά μεταφιλελεύθερα κυβερνητικά προγράμματά της. «Αυτό είναι ευθύνη της Αγγλίας» δήλωνε για το Χέιζελ, ρίχνοντας το βάρος στους οπαδούς της Λίβερπουλ. Η απόφαση της να αποβάλλει επ’ αόριστον τις αγγλικές ομάδες από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις έγινε δεκτή από τον πρόεδρο της αγγλικής ομοσπονδίας Μπέρτ Μίλιτσιπ, ενώ ο Ζακ Ζόρζ πρόεδρος της UEFA τότε, φανερά εμπαθής με το αγγλικό ποδόσφαιρο, όχι μόνο συμφώνησε με την απόφαση, αλλά έκανε και ό,τι περνούσε από το χέρι του για να διατηρήσει την τιμωρία αυτή για μεγάλο χρονικό διάστημα. Kαι μιλάμε για μία εποχή κυριαρχίας των συλλόγων του νησιού στην Ευρώπη. Από το 1977 έως το 1984 το Champions League (τότε Κύπελλο Πρωταθλητριών) πήγε σε Άγγλους 7 φορές, ενώ είχαν επιτυχίες και στο Κύπελλο UEFA την ίδια περίοδο. Τελικά μετά το Χέιζελ η τιμωρία ήταν 5 χρόνια αποκλεισμού από όλες τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις για τις αγγλικές ομάδες και έξι για τη Λίβερπουλ.
Η τιμωρία αυτή, όμως, δε συνοδεύτηκε με τα κατάλληλα μέτρα. Η κατάσταση δεν εξομαλύνθηκε και το μόνο που έκανε η κυβέρνηση Θάτσερ ήταν να εισαγάγει την κάρτα φιλάθλου, που κάθε Άγγλος οπαδός όφειλε να κατέχει για να εισέλθει στα γήπεδα, νόμος που εγκαταλείφθηκε πολύ γρήγορα. Η βία δε σταμάτησε στο αγγλικό ποδόσφαιρο, ίσα ίσα η απομόνωση των ομάδων μείωσε το ενδιαφέρον των φιλάθλων για το άθλημα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο θάνατος 96 υποστηρικτών της Λίβερπουλ στο Χίλσμπορο το 1989, συμβάν για το οποίο φέρει μεγάλη ευθύνη η ακαταλληλότητα του γηπέδου, τα ελλιπέστατα μέτρα και η ανικανότητα της αστυνομίας, που ήταν η αγαπημένη της Θάτσερ, βασιζόμενη στο δόγμα “Νόμος και τάξη”.
Όπως αναφέρει και ο δικαστής Τέιλορ ( σημαντικός παράγοντας για την εξομάλυνση του χουλιγκανισμού ), η συντηρητική πρωθυπουργός αντιμετώπιζε τους οπαδούς σαν κατώτερους πολίτες, με αποτέλεσμα αυτοί να φέρονται με τον ανάλογο τρόπο ως αντίδραση. Η αλήθεια είναι πως η Θάτσερ αδιαφόρησε για το αγγλικό ποδόσφαιρο, το έκλεισε μέσα στο κλουβί του και το εξαγρίωσε περισσότερο.
Ο δικαστής Τέιλορ, που αναφέραμε, ήταν ο άνθρωπος που θέσπισε τα πρώτα σημαντικά νομοθετήματα. Το ξήλωμα των θέσεων των ορθίων, τη θεσμοθέτηση κανόνων ασφαλείας, την μετατόπιση της βίας εκτός γηπέδων, το τέλος της παρουσίας των αστυνομικών στις κερκίδες κ.α. Ήταν ο άνθρωπος που εξέτασε διεξοδικά το δυστύχημα στο Χίλσμπορο, ρίχνοντας μεγάλη ευθύνη στη στάση της αστυνομίας και στη συνέχεια ήταν αυτός που παρουσίασε αρκετά σημαντικές προτάσεις για το μέλλον του ποδοσφαίρου. Κυρίως, όμως, καθοριστικό ρόλο για την αλλαγή διαδραμάτισε η έναρξη του modern football και η δημιουργία της Premier League το 1992, χρονιά που η Θάτσερ δεν βρισκόταν πλέον στο αξίωμα του Πρωθυπουργού. Το άθλημα άρχισε να τροφοδοτείται από την κυβέρνηση, τα κανάλια επένδυσαν στο προϊόν, τα εισιτήρια έγιναν πιο ακριβά και το γήπεδο δεν ήταν εύκολα προσιτό πια για τα εξτρεμιστικά στοιχεία. Έγινε πολυτελή δραστηριότητα και το ποδόσφαιρο γιορτή στην Αγγλία, με τους ιθύνοντες να σέβονται τόσο τους οπαδούς, όσο και το ποδόσφαιρο. Το νησί έδειξε την αγάπη του για το άθλημα, που ενδεχομένως γέννησε και το αναμόρφωσε καθοριστικά.