Ήταν αναγκαίο; Για τους απανταχού μπασκετόφιλους σίγουρα όχι. Αλλά για τον Μάικλ Τζόρνταν ήταν! Σαν σήμερα, στις 6 Οκτωβρίου του 1993, ο “Jumpman” ανακοίνωσε την απόσυρσή του για να παίξει μπέιζμπολ. Μπορεί και όχι…
Δεν είναι εύκολο να χάνεις τους γονείς σου. Σε όποια ηλικία και αν είσαι, είναι δυσβάσταχτο. Τον Ιουλίου του 2023, ο πατέρας του “MJ”, Τζέιμς, δολοφονήθηκε στη Βόρεια Καρολίνα από δύο έφηβους, οι οποίοι είχαν κλέψει την Lexus του. Τα ονόματα αυτών είναι Ντάνιελ Γκριν και Λάρι Μάρτιν Ντέμερι και μόλις το πτώμα του Τζόρνταν του πρεσβύτερου βρέθηκε πεταμένο (3 Αυγούστου, 1993) στο βάλτο της περιοχής, εκείνοι καταδικάστηκαν με ισόβια κάθειρξη.
Οι σκέψεις του Μάικλ για την απόσυρση λέγεται πως είχαν μπει στο κεφάλι του από το 1992. Ο θρύλος των Σικάγο Μπουλς φαινόταν να είχε χάσει το ενδιαφέρον του για το μπάσκετ και οι φημολογίες για τον τζόγο έδιναν και έπαιρναν. Ο θάνατος του πολυαγαπημένου του πατέρα ήταν το κερασάκι στην τούρτα.
Δεν ήταν, δεν είναι και ούτε θα είναι ποτέ κρυφός ο πόθος του για τον τζόγο. Κατά την διάρκεια των Playoffs της σεζόν 1992/93, λίγο πριν ο Τζόρνταν συλλέξει το τρίτο διαδοχικό δαχτυλίδι του με τους «Ταύρους», εθεάθη να στοιχηματίζει στην Ατλάντικ Σίτι, στο Νιού Τζέρσει. Για την ακρίβεια, ήταν το βράδυ πριν το Game 2 κόντρα στους Νιού Γιορκ Νικς, ενώ τα δημοσιεύματα στις ΗΠΑ έκαναν λόγο για τα ποσά που είχε χάσει. Συγκεκριμένα, για τη χρονιά 1991/1992, λέγεται πως δημιούργησε τρύπα βάθους 57 χιλιάδων δολαρίων στο πορτοφόλι του.
Μάλιστα, όταν ο “Jumpman” φιλοξενήθηκε στο “60 Minutes” από τον Εντ Μπράντλεϊ το 2005, έδωσε μερικές πολύ ξεκάθαρες απαντήσεις. «Έμπλεξα σε καταστάσεις από τις οποίες δεν μπορούσα να φύγω και έχω φτάσει στα άκρα. Είναι ψυχαναγκαστικό; Εξαρτάται από πού το βλέπεις. Αν είσαι πρόθυμος να διακινδυνεύσεις τα προς το ζην και την οικογένεια σου, τότε ναι. Εγώ δεν έφτασα ποτέ σε επίπεδο να θέσω σε κίνδυνο την οικονομική κατάσταση της οικογένειάς μου ή τα μέλη της».
Ωστόσο, δεν θα μπορούσε κανείς να μην σταθεί στις φήμες που τον ήθελαν μπλεγμένο με την μαφία, μέσω όλων τον ενεργειών που είχε πραγματοποιήσει στο βωμό του τζόγου. Άλλες πηγές υποστήριζαν πως ο “MJ” και ο Ντέιβιντ Στερν - τότε κομισάριος του NBA - έστησαν τη φυγή του Μάικλ, με στόχο να ξεχαστούν όλες οι ιστορίες που ακούγονταν για εκείνον.
Εν ολίγοις, ο επίσημος λόγος που ο Τζόρνταν αποφάσισε το 1993 να αποσυρθεί από το μπάσκετ ήταν για να παίξει μπέιζμπολ, όπως και ο πολύ αγαπημένος του πατέρας, ο οποίος ήταν επαγγελματίας παίκτης και πάντα ονειρευόταν να δει και τον γιο του με ένα ρόπαλο στο χέρι. Έτσι, ο ηγέτης των Σικάγο Μπουλς δήλωσε πως ήθελε να κάνει το όνειρο του εκλιπόντος πατέρα του πραγματικότητα. Η ομάδα στην οποία έπαιξε αρχικά όμως, ήταν οι Σικάγο Γουάιτ Σοξ, υπογράφοντας συμβόλαιο τον Φλεβάρη του 1994. Ο ιδιοκτήτης τους ήταν εκείνος των "Ταύρων" στο NBA, ο Τζέρι Ρέινσντορφ, και το γλυκό ήρθε και… έδεσε με όλες τις φήμες.
Το κορυφαίο όμως, ήταν πως το "αφεντικό" των Μπουλς διατήρησε σε ισχύ το συμβόλαιο του Τζόρνταν όσο εκείνος ήταν ανενεργός. Πολλοί ισχυρίζονταν πως για να θολώσουν τα νερά για έγκυρα αποτελέσματα, ο “Jumpman” άλλαξε ομάδα και πήγε στους Μπέρμιγχαμ Μπάρονς, οι οποίοι όμως ήταν επίσης συνδεδεμένοι με τον Ρέινσντορφ.
Δύο λέξεις αρκούσαν. Το 1994, οι Σικάγο Μπουλς όχι μόνο απέσυραν το Νο.23 από την ομάδα τους, τιμής ένεκεν στην φανέλα που φορούσε ο Μάικλ, αλλά έστησαν και το γνωστό άγαλμα “The Spirit” έξω από το “United Center”, με την μορφή του άλλοτε αρχηγού τους.
Τον Μάρτιο του 1995, ο “MJ” αποφάσισε να επιστρέψει στο ΝΒΑ και οι διθυραμβικοί τίτλοι με το περίφημο «I’m back» αναζωπύρωσαν κάθε μπασκετική ελπίδα της εποχής. Οι ρομαντικοί παρέμειναν ταγμένοι στο μεγαλείο του Τζόρνταν εντός του παρκέ και αδιαφορούσαν πλήρως για τα εξωαγωνιστικά ζητήματα που ταλάνιζαν την ταυτότητά του.
Η κρητική που δέχθηκε ήταν τεράστια. «Δεν είναι ο ίδιος», «δεν θυμίζει τον Μάικλ Τζόρνταν». Προφανώς, τους… τιμώρησε με μία «38άρα», ενώ το 1996 ξεκίνησε η δεύτερη δυναστεία του “three-peat”, παίρνοντας το τέταρτο δαχτυλίδι με την ομάδα από το Σικάγο. Το 1997 και το 1998 προστέθηκαν και τα άλλα δύο.
Ο “Jumpman” δεν ήταν το κλασικό πρότυπο αθλητή, που δεν έχει εθισμούς και εξάγει μονάχα αθλητική παιδεία. Ήταν ένας σπουδαίος αθλητής, ο οποίος είχε αδυναμία στον τζόγο και του στέρησε πολλά πράγματα από την ζωή του. Ακόμα και έτσι όμως, οι αφίσες με το πρόσωπο του στολίσαν και στολίζουν τα δωμάτια πολλών παιδιών και μεγάλων, αφήνοντας την εντύπωση πως είναι ο καλύτερος μπασκετμπολίστας όλων των εποχών. “His Airness”, “The GOAT”.