Το παραμύθι του 1987 έχει δράκο και είναι ο Παναγιώτης Γιαννάκης. Αυτό που χρειάζονται όμως τέτοιες επιτυχίες είναι ένας «τρελός» με περίσσιο ταλέντο. Τα χαρακτηριστικά αυτά, τα είχαν βρει στο ελληνικό στρατόπεδο σε έναν πυγμάχο από την ομογένεια. Τον Νίκο Γκάλη τον έφερε στα μέρη μας ο Άρης και μία μέρα σαν αυτή το 1979 ο «γκάνγκστερ» έκανε ντεμπούτο με τη φανέλα των «κιτρινόμαυρων».
Γράφει ο Παναγιώτης Χονδρός
Ο Νίκος Γεωργαλής από το Νιού Τζέρσεϊ έβαλε το μπάσκετ στη ζωή μας και στη συνέχεια το απογείωσε. Ποιος είναι ο Γεωργαλής; Φυσικά ο Γκάλης, γιός μεταναστών που είχαν μεταβεί στις Ηνωμένες Πολιτείες για ένα καλύτερο μέλλον. Αυτός που στις 2 Δεκεμβρίου του 1979 φόρεσε για πρώτη φορά τη φανέλα του Άρη και συστήθηκε στο ευρωπαϊκό και ελληνικό μπάσκετ. Ένα αφιέρωμα για τον Νίκο Γκάλη με αφορμή το ντεμπούτο του με τους «κιτρινόμαυρους» είναι λίγο, αλλά αναγκαίο.
Θεό τον αποκαλούν οι Έλληνες, διάβολο τον είχε πει ο Ντράζεν Πέτροβιτς. Ο Νικ ξεκίνησε από το άθλημα της πυγμαχίας, ίσως μετά από προτροπή του πατέρα του. Εξού και το προσωνύμιο Ρόκι Μπαλμπόα. Ο Γιώργος Γεωργαλής (πατέρας του Νίκου), με καταγωγή από τη Ρόδο, ήταν τσαγκάρης στο Μανχάταν και επαγγελματίας πυγμάχος. Ο μύθος λέει, πως η μητέρα του δεν άντεχε να τον βλέπει ματωμένο και τον έπεισε να στραφεί προς την πορτοκαλί μπάλα, όμως το πιο πιθανό είναι να τον οδήγησε εκεί το ταλέντο του. Ο Γκάλης μεγάλωσε με αμερικανικές συνήθειες και το μπάσκετ μπήκε από νωρίς στη ζωή του. Συνήθως είχε να κάνει με πιο μεγαλόσωμους από αυτόν και σύντομα αναγκάστηκε να ωριμάσει γρηγορότερα. Μια άγρια εποχή για την Αμερική είναι η αλήθεια. Μετά το γυμνάσιο φοίτησε στο Πανεπιστήμιο του Σίτον Χολ και διακρίθηκε με τις επιδόσεις του στα γήπεδα, παρά στα θρανία. Στην πραγματικότητα το διάβασμα δεν τον ενδιέφερε ιδιαίτερα. Με 27.5 πόντους ανά αγώνα τράβηξε τα βλέμματα των ομάδων του NBA.
Μια από αυτές ήταν οι Μπόστον Σέλτικς του Λάρι Μπέρντ και 13 φορές πρωταθλήτρια μέχρι εκείνη τη στιγμή. Το 1979 έγινε ντραφτ από το σύλλογο της Βοστώνης, όμως ήταν γραφτό να ακολουθήσει διαφορετική πορεία. Ένας τραυματισμός στον αστράγαλο δεν του επέτρεψε να δείξει τις ικανότητές του, αλλά όπως θα εκμυστηρευτεί μετά από χρόνια, ήταν η εποχή του Μπέρντ και δεν χωρούσε άλλος λευκός στο ρόστερ. Πάντως, ο γενικός διευθυντής των Σέλτικς, Ρεντ Άουερμπαχ, φέρεται να δήλωσε κάποτε, πως «η μη υπογραφή του Γκάλη ήταν το μεγαλύτερο λάθος της καριέρας μου».
Και κάπου εκεί τον ανακάλυψαν οι ελληνικές ομάδες, ευτυχώς. Πρώτα ο Ολυμπιακός με τον Γιώργο Καστρινάκη. Ο Γκάλης φαίνεται να ρώτησε «τι είναι ο Ολυμπιακός;» και αρνήθηκε ευγενικά. Ακολούθησαν Παναθηναϊκός και Άρης, με τους πράσινους να κερδίζουν την εμπιστοσύνη του παίκτη. Όλα άλλαξαν όμως, όταν ο Γιώργος Τσιλιγκαρίδης (έφορος του Άρη) ταξίδεψε στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και έπεισε την οικογένεια να αφήσει τον Νικ να κάνει το μεγάλο βήμα. Όταν λέμε οικογένεια εννοώ κυρίως τη μητέρα του, με την οποία είχαν ιερή σχέση. Ο Τσιλιγκαρίδης πρόσφερε δυο εικόνες τη Παναγίας και 5000 δολάρια, πείθοντας τον Έλληνα ομογενή να φορέσει τα κίτρινα.
Στις 16 Οκτωβρίου 1979 υπέγραψε με τους Θεσσαλονικείς σε μια κίνηση που άλλαξε την ιστορία του Άρη, του ελληνικού μπάσκετ και την πορεία του αθλητισμού μας. Βέβαια, η εικόνα του δεν εντυπωσίασε τους ανθρώπους της ομάδας, καθώς έμοιαζε περισσότερο με πυγμάχο, παρά με μπασκετμπολίστα. Που να ήξεραν όμως τι ακριβώς είχαν πετύχει. Εντωμεταξύ, χάριν ευφωνίας το Geor-gallis θα έμενε μόνο με το δεύτερο σκέλος.
Ο Νίκος Γκάλης μαζί με τον Παναγιώτη Γιαννάκη και τα άλλα παιδιά θα δημιουργήσουν ένα από τα καλύτερα σύνολα της Ευρώπης εκείνη την εποχή. Ο Άρης των δύο πρωταθλημάτων την ημέρα που ήρθε στα μέρη μας ο «γκάνγκστερ», έφθασε τα 10 τη μέρα που αποχώρησε από τους κίτρινους. Ο Άρης χωρίς κύπελλο, έπιασε τα 6 με τον Γκάλη και ταξίδεψε σε τρία Final 4.
Η αποχώρησή του ήταν δραματική, όπως επίσης και η τελευταία μέρα του στα παρκέ. Συνήθως ότι ανεβαίνει με κρότο, σβήνει με ένα μεγαλύτερο λένε. Ο Γκάλης βέβαια δεν έσβησε ποτέ, ήταν ο καλύτερος παίκτης της Ευρώπης και απλώς αποσύρθηκε.
Αν και είχε πει πως θα επιστρέψει στις Η.Π.Α., έμεινε τελικά στη χώρα μας και στο καμπ που είχε χτίσει στη Χαλκιδική. Τον Σεπτέμβριο του 2017 τόσο ο ίδιος ο παίκτης, όσο και η Ελλάδα θα ήταν για ακόμη μια φορά στην κορυφή. Ο Νίκος Γκάλης εισήχθη στον Όλυμπο του μπάσκετ και στο Hall of Fame του αθλήματος. Λίγα χρόνια νωρίτερα (7 Μαΐου 2013) σε ένα κατάμεστο «Αλεξάνδρειο» η κεντρική σάλα πήρε το όνομα του κορυφαίου Έλληνα μπασκετμπολίστα όλων των εποχών και η φανέλα του Άρη με τον αριθμό 6 ανέβηκε στην οροφή του Παλέ. Ήταν μια ξεχωριστή βραδιά, οργανωμένη από την ΚΑΕ και με προσκεκλημένους αστέρες τόσο του ευρωπαϊκού, όσο και του παγκόσμιου μπάσκετ.
Μια από τις μεγαλύτερες στιγμές στη ζωή του (το έχει αναφέρει ο ίδιος) έλαβε μέρος μετά το τέλος της καριέρας του. Ο Γκάλης δεν είχε συμμετάσχει ποτέ ως αθλητής σε Ολυμπιακούς Αγώνες, όμως όπως είπαμε είναι ο άνθρωπος που άλλαξε τη ροή του ελληνικού αθλητισμού. Ως ένδειξη αναγνώρισης για την προσφορά του, ήταν αυτός που μπήκε πρώτος στην τελετή έναρξης των αγώνων του 2004 στο ΟΑΚΑ με την Ολυμπιακή φλόγα.
O Γκάλης κάνει ντεμπούτο με τη φανέλα του Άρη στις 2 Δεκεμβρίου του 1979 με αντίπαλο τον Ηρακλή. Όλοι περιμένουν να μη χάσει ούτε ένα σουτ, όμως η προσαρμογή στα ελληνικά δεδομένα είναι δύσκολη υπόθεση. Ο Νικ πετυχαίνει 30 πόντους, κάνει και μια τάπα στον Σακελλαρίου λίγο πριν τη λήξη, αλλά δέχεται δριμύ κριτική εξαιτίας των πολλών άστοχων προσπαθειών. Οι εφημερίδες της επόμενης ημέρας έκαναν λόγο για σοβαρά λάθη του Γκάλη και κατάχρηση προσπαθειών που έφεραν σε δύσκολη θέση την ομάδα, ειδικά στο δεύτερο μέρος που έμοιαζε να παίζει μόνος του. Επιπλέον, δεν δίστασαν να αναφερθούν και στα χρήματα που είχαν δαπανηθεί από τους Θεσσαλονικείς ώστε να τον εντάξουν στο δυναμικό τους.
Τον Μάρτιο του ‘80 πετυχαίνει 56 πόντους απέναντι στην ΑΕΚ και πλέον όλοι μιλούν γι’ αυτόν. Σχεδόν τέσσερα χρόνια αργότερα ο Άρης κλείνει τον Παναγιώτη Γιαννάκη και ο «δράκος» δημιουργεί ένα τρομακτικό δίδυμο με τον Γκάλη. Δύο μήνες μετά από εκείνο το παιχνίδι με το Δικέφαλο (6 Μαΐου 1980) θα φορέσει για πρώτη φορά τη φανέλα με το εθνόσημο σε αγώνα κόντρα στη Σουηδία για το Προολυμπιακό τουρνουά ενόψει των Αγώνων της Μόσχας.
Με τους κίτρινους ο Νικ θα κατακτήσει 8 πρωταθλήματα και 6 κύπελλα, θα ταξιδέψει σε τρία Final 4 Ευρωλίγκας και μαζί με εκείνη την παρέα θα δημιουργήσουν τον μεγάλο Άρη της δεκαετίας του ‘80. Πραγματικά, όλα σταματούσαν τις Πέμπτες. Εστιατόρια και σινεμά άνοιγαν μετά το τέλος των αγώνων της ομάδας της Θεσσαλονίκης. Ο Γκάλης θα αγωνιστεί με τον «θεό» σε 480 αγώνες σε όλες τις διοργανώσεις με μέσο όρο 35.5 πόντους. Ενδεικτικό, ότι το τελευταίο στατιστικό δεν έπεσε ποτέ κάτω από το 30 στα δεκατρία χρόνια παρουσίας του στη συμπρωτεύουσα.
«Χηρεύει το νούμερο 6;»
Αυτός ήταν ο τίτλος του Παναγιώτη Καπάζογλου στο περιοδικό «Τρίποντο» λίγες ώρες πριν τη συνάντηση του Γκάλη με τον πρόεδρο του Άρη Θεόφιλο Μητρούδη τον Ιούνιο του 1992. Ούτε λίγο, ούτε πολύ ο ισχυρός άνδρας του ζήτησε να έχει συμπληρωματικό ρόλο πίσω από τον Γιαννάκη καθώς και μείωση αποδοχών. Σύμφωνα με άλλες πληροφορίες του πρότεινε επίσης να αποσυρθεί και να αναλάβει τα τμήματα νέων της ομάδας, διότι δε χωρούν δύο 35αρηδες πια.
Ο νέος πρόεδρος του Άρη ήθελε να βάλει μια τάξη στα οικονομικά δεδομένα του συλλόγου, που βρισκόταν στο χείλος της χρεωκοπίας. Ο Νικ αρνήθηκε και έφυγε κλαίγοντας από τη συνάντηση και τα ειδησεογραφικά πρακτορεία πήραν φωτιά. Ήταν η μεγαλύτερη είδηση εκείνου του καλοκαιριού. Ο θρύλος της ομάδας την επόμενη μέρα δήλωσε μεταξύ άλλων: «Σέβομαι την απόφαση του κ. Μητρούδη, όμως, ο πρόεδρος σε καμία περίπτωση δεν είναι αρμόδιος να αποφασίσει για τη δική μου καριέρα. Νιώθω αρκετά γερός, νομίζω πως έχω ακόμα 2-3 χρόνια καριέρας».
Για ανθρώπους που σκότωσαν ένα θρύλο μίλησε ο κ. Τσιλιγκαρίδης (που είχε φέρει τον Γκάλη στην Ελλάδα), ενώ αρκετοί οπαδοί συγκεντρώθηκαν έξω από τα γραφεία, για να διαμαρτυρηθούν. Τίποτα, όμως, δεν άλλαξε. Ο Γκάλης δε δέχθηκε να ξανακαθίσει στο ίδιο τραπέζι με τους ανθρώπους του Άρη και ξεκίνησε να επεξεργάζεται τις προτάσεις από Ηρακλή, Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό. Ο τελευταίος απέσπασε την υπογραφή του παίκτη και ο Νικ θα κατέβαινε στην πρωτεύουσα.
Με την πράσινη φανέλα τη σεζόν 1992-93 ο Γκάλης θα αγωνιστεί στους τελικούς του πρωταθλήματος (ήττα από Ολυμπιακό, ο Παναθηναϊκός δεν κατέβηκε στο τέταρτο ματς), θα έχει 21.8π μέσο όρο και θα κατακτήσει το κύπελλο με αντίπαλο τον Άρη σε μια τραγική ειρωνεία. Ο Νικ στον τελικό πέτυχε 36 πόντους «σκοτώνοντας» την παλιά του ομάδα και δίνοντας τον τίτλο στο «τριφύλλι». Ο Παύλος Γιαννακόπουλος που ήθελε να δει τους πράσινους αυτοκράτορες έκανε τα πάντα για έναν ευρωπαϊκό τίτλο και το 1994 ήταν η μεγάλη στιγμή, αφού ο Παναθηναϊκός θα έπαιρνε μέρος για πρώτη φορά σε Final 4. Ο Ολυμπιακός στον ημιτελικό όμως αποδείχθηκε ανυπέρβλητο εμπόδιο και ο Γκάλης για ακόμη μια φορά δε θα κατακτούσε το βαρύτιμο τρόπαιο. Το κακό είναι πως δε θα είχε άλλη ευκαιρία, αφού αυτό το ματς ήταν από τα τελευταία της καριέρας του.
18 Οκτωβρίου 1994, οι «πράσινοι» αντιμετωπίζουν τους Αμπελόκηπους εκτός έδρας. Ο Κώστας Πολίτης αφήνει στον πάγκο τον Γκάλη και όλοι ξαφνιάζονται. Οι σχέσεις των δύο ανδρών δεν ήταν οι καλύτερες από την αρχή της σεζόν και ειδικά μετά την ήττα του Παναθηναϊκού από το Περιστέρι, αφού ο προπονητής της επιτυχίας του ‘87 φέρεται να είπε στον παίκτη του: «Δεν καταλαβαίνεις ότι είσαι πρόβλημα για την ομάδα και πρέπει να φύγεις;». Στο παιχνίδι εκείνο ο Πολίτης ζητά από τον Γκάλη να μπει για πρώτη φορά στο παρκέ λίγο πριν τη λήξη του ημιχρόνου και αυτός αρνείται. Στην ανάπαυλα είχαν έντονη λογομαχία και το «τριφύλλι» μπήκε στον αγωνιστικό χώρο για το δεύτερο μέρος με ένα παίκτη λιγότερο. Ο Γκάλης είχε φύγει από το γήπεδο, όμως εκείνη τη στιγμή μεταδόθηκε, πως είχε κάποιες στομαχικές διαταραχές γι’ αυτό και δεν έχει εξέλθει από τα αποδυτήρια.
Ο «γκάνγκστερ» δεν ήταν ευχαριστημένος από τη συμπεριφορά του Πολίτη, «κανείς δε με έχει ξεφτιλίσει έτσι ξανά». Η ειρωνεία είναι, πως ο Γκάλης είχε εκφράσει την εμπιστοσύνη προς το πρόσωπό του και είχε πείσει τον Παύλο Γιαννακόπουλο να τον φέρει στην ομάδα. Ο τελευταίος επισκέφθηκε το σπίτι του Νικ, για να του αλλάξει γνώμη, αλλά όταν έβαζε κάτι στο μυαλό του ήταν δύσκολα να το μην το πραγματοποιήσει. Μέσα σε λίγες ώρες μάζεψε τα πράγματά του κι έφυγε για τη Θεσσαλονίκη και το Νοέμβριο διέκοψε το συμβόλαιό του με τον Παναθηναϊκό. Ένα χρόνο μετά στις 29 Σεπτεμβρίου του 1995 με ανακοίνωση που έστειλε στα ΜΜΕ έκανε γνωστή την αποχώρησή του από τα παρκέ. Όλα αυτά λίγους μήνες πριν την κατάκτηση της Ευρωλίγκας από το «τριφύλλι» σε μια κατάρα που κυνηγούσε τον παίκτη.
«Κάποτε θα γινόταν κι αυτό. Στη ζωή, όλα έχουν μια αρχή κι ένα τέλος. Πολλές φορές εξαρτάται από μας, πολλές φορές όχι. Ήθελα να σταματήσω αυτό που τόσο αγάπησα κι αγαπώ μέσα στο γήπεδο γιατί πιστεύω ότι ξέρω να παίρνω τις αποφάσεις μου τότε που πρέπει. Αυτή μου η επιθυμία θεωρήθηκε από πολλούς αδυναμία…».
Ίσως ο Γκάλης να είχε όντως 2-3 χρόνια καριέρας, ίσως να έφταιξε ο εγωισμός του, ίσως να έφταιξε και η επιλογή του Πολίτη. Το πιο σημαντικό είναι ότι από εκείνο τον Οκτώβριο δε βλέπουμε στα γήπεδα τον καλύτερο Έλληνα αθλητή όλων των εποχών.
Ένα video με τις καλύτερες φάσεις της καριέρας του Νίκου Γκάλη.
Για τον Νίκο έχουν πει:
Η ζωή μπορούμε να πούμε, πως ήταν γενναιόδωρη προς τον Γκάλη όσον αφορά το αθλητικό κομμάτι. Ξέχασε όμως κάτι. Ο Νικ είχε την τιμή να αγωνιστεί σε τέσσερα Final 4 Ευρωλίγκας αλλά δεν την κατέκτησε, όπως και κανέναν άλλον ευρωπαϊκό τίτλο. Και μιλάμε για τον μέχρι πρότινος πρώτο σκόρερ στα κύπελλα της γηραιάς ηπείρου. Τον Φλεβάρη του ‘23 ο Νάντο Ντε Κολό στον αγώνα της Βιλερμπάν με την Μπολόνια πέτυχε τον 4905ο πόντο του και ξεπέρασε τους 4904 που είχε ο δικός μας αθλητής με τις φανέλες του Άρη και του Παναθηναϊκού.
Η πρώτη συμμετοχή του Γκάλη σε τετράδα έγινε το 1988 στην Γάνδη με τους κίτρινους. Στον ημιτελικό θα αντιμετωπίσει την Μιλάνο και οι Ιταλοί θα κλειδώσουν τον σταρ του Άρη παίζοντας ζώνη. Ο σύλλογος από τη Θεσσαλονίκη θα ηττηθεί και στο τέλος θα βγει τέταρτος σε μια συμμετοχή προσαρμογής στο κορυφαίο επίπεδο.
Την επόμενη χρονιά επιστρέφουν, αυτή τη φορά στο Final 4 του Μονάχου. Στο παιχνίδι με την Μακάμπι ο Γκάλης είναι καλύτερος, όμως οι Ισραηλινοί είναι ανώτεροι και θα πάρουν την πρόκριση. Στον μικρό τελικό ο Άρης θα κερδίσει την Μπαρτσελόνα και θα βγει τρίτος.
Η τελευταία ευκαιρία και ίσως η μεγαλύτερη του Νικ με τους κίτρινους ήταν το 1990. Ο «γκάνγκστερ» διανύει την καλύτερη χρονιά της καριέρας του, ο Άρης διαθέτει μια από τις πιο δυνατές ομάδες στην ιστορία του, όμως το κλίμα έχει χαλάσει στα αποδυτήρια μετά από ένα φραστικό επεισόδιο του Γιαννάκη με τον Ιωαννίδη. Στο «Πρενθίπε Φελίπε» της Σαραγόσα ο ελληνικός σύλλογος ηττάται με 21 πόντους διαφορά από την Μπαρτσελόνα με τους δύο ηγέτες του σε κακή βραδιά. Το αποτέλεσμα είναι ξανά η τέταρτη θέση, η ομάδα αποδοκιμάζεται από τους οπαδούς της και ο Γκάλης πάνω στην πίεση της στιγμής δηλώνει πως παρατάει το μπάσκετ.
Η τελευταία φορά που ο Νικ έφθασε κοντά στην πηγή ήταν το 1994 αυτή τη φορά φορώντας τα πράσινα. Στον ημιτελικό με τον Ολυμπιακό ο Γκάλης πέφτει πάνω στο βουνό Γιώργο Σιγάλα, πετυχαίνει μόνο 8 πόντους και ο Παναθηναϊκός μένει εκτός τελικού. Η ύστατη συμμετοχή του «θεού» σε Final 4 δεν ήταν ευχάριστη από νωρίς. Λίγες μέρες πριν το μεγάλο ματς ο Νικ έχασε τον πατέρα του και ήταν εμφανώς καταβεβλημένος.
Ο «γκάνγκστερ» δεν έπαιξε μπάσκετ στην Ελλάδα, γέννησε το μπάσκετ στην Ελλάδα. Το μεγαλείο του είναι τόσο μεγάλο, που ακόμα και η δική μας γενιά, μεγαλωμένη με τον Σπανούλη, τον Διαμαντίδη και τον Αντετοκούνμπο, θαυμάζει τον Νίκο Γκάλη και διαβάζει γι' αυτόν. Ο ίδιος αποστασιοποιήθηκε μετά το τέλος της καριέρας του και μεγάλωσε τον μύθο γύρω από το όνομά του ακόμα περισσότερο, όμως πάντα θα έχουμε ανάγκη από ένα αφιέρωμα ή ένα βίντεο με highlights του.