Άρης Μήλιος
24 Feb
24Feb

Ο Δημήτρης Διαμαντίδης αποτελεί έναν μύθο του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Ήταν ο παίκτης που κάθε προπονητής ήθελε στην ομάδα του μιας και έκανε τα πάντα μέσα στο παρκέ. Ας δούμε λοιπόν πως η φανέλα με τον αριθμό 13 κατέκτησε την Ευρώπη και τις καρδιές μας. Γράφει ο Άρης Μήλιος.

Η αρχή

Ήταν 19 ετών όταν πήρε την απόφαση να εγκαταλείψει την γενέτειρα του, την Καστοριά και να πάρει μεταγραφή σε μία από τις μεγαλύτερες ομάδες της Θεσσαλονίκης, τον Ηρακλή. Η προσαρμογή δύσκολη και το επίπεδο πολύ πιο ανεβασμένο. Η εκτόξευση άρχισε στην δεύτερη χρονιά του (σεζόν 2000/01) όταν και έγινε “πενταδάτος”. Σταδιακά, βελτιωνόταν όλο και περισσότερο κρατώντας τον Ηρακλή στις καλύτερες ομάδες του πρωταθλήματος. Απόγειο της πορείας του στην συμπρωτεύουσα η σεζόν 03/04 η οποία έμελλε να είναι και η τελευταία του εκεί. Την χρονιά αυτή ο "Μήτσος" κέρδισε για πρώτη φορά τον τίτλο του MVP του ελληνικού πρωταθλήματος και οδήγησε τον Γηραιό στην τρίτη θέση. Που να ήξερε τότε ότι αυτό αποτελούσε απλά την αρχή στην αμέτρητη συλλογή ατομικών και ομαδικών διακρίσεων;

Το κεφάλαιο Παναθηναϊκός που άνοιξε και δεν έκλεισε ποτέ

Το καλοκαίρι του 2004 η χώρα ζούσε μέσα στο εύφορο κλίμα που είχαν δημιουργήσει η κατάκτηση του Euro και η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Παρ'όλα αυτά οι δύο αιώνιοι προετοιμάζονταν για την επόμενη χρονιά. Στο πλαίσιο της μεταγραφικής περιόδου υπήρξε και η μάχη για την απόκτηση του Διαμαντίδη που είχε βγάλει μάτια την προηγούμενη σεζόν και ήταν έτοιμος για το μεγάλο βήμα. Νικητής της μάχης αυτής ο Παναθηναϊκός. Ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς έβλεπε στο πρόσωπο του διεθνή γκαρντ τον ηγέτη του μέλλοντος και έπεισε τους Παύλο και Θανάση Γιαννακόπουλο να τον αποκτήσουν. Και κάπως έτσι όλα ξεκίνησαν.    

Η πρώτη χρονιά και η καταξίωση

03 Οκτωβρίου 2004 έγραφε το ημερολόγιο όταν o Δημήτρης Διαμαντίδης πατούσε για πρώτη φορά παρκέ με την πράσινη φανέλα σε έναν προημιτελικό κυπέλλου απέναντι στον Ολυμπιακό. Στον αγώνα αυτό ο 3D είχε 14 πόντους και από το πρώτο κιόλας παιχνίδι έδειξε ότι δεν πήγε τυχαία στους πράσινους. Στην πρώτη του χρόνια κατάφερε να κερδίσει το νταμπλ στην Ελλάδα, να φτάσει στο Final Four της Ευρωλίγκα στην Μόσχα και να κερδίσει τον τίτλο του καλύτερου αμυντικού της διοργάνωσης, μία διάκριση την οποία θα κατακτούσε πολλές φορές ακόμα στο μέλλον.  
  

Ο ηγετικός ρόλος 

Η σεζόν 06/07 έμελλε να είναι και αυτή στην οποία θα έβγαινε μπροστά. Το Final Four γινόταν στην Αθήνα  και έτσι η συμμετοχή του Παναθηναϊκού και η διεκδίκηση ενός ευρωπαϊκού τίτλου ήταν επιτακτική. Ο Βασίλης Σπανούλης είχε αποχωρήσει για το ΝΒΑ και στις θέσεις των γκαρντ ο Διαμαντίδης είχε πλέον παρτενέρ τον Ραμούνας Σισκάουσκας. Το αποτέλεσμα βγαλμένο από τα πιο τρελά του όνειρα. Στάθηκε στο ύψος των προσδοκιών και οδήγησε τον Παναθηναϊκό σε ένα τρομερό Τriple Crown όντας παράλληλα MVP του Final Four.  

Η συνεργασία του με Σαρούνας Γιασικεβίτσιους και Βασίλη Σπανούλη και το δεύτερο προσωπικόευρωπαϊκό

Την σεζόν 08/09 ο Παναθηναϊκός αποτελούσε φόβητρο. Ο Διαμαντίδης μαζί με  τους Σαρούνας Γιασικεβίτσιους και Βασίλη Σπανούλη αποτελούσαν μια περιφέρεια που δύσκολα συναντάται στο ευρωπαϊκό μπάσκετ. Ήταν ίσως και η πιο ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή τριάδα γκαρντ όλων των εποχών. Εκείνος αρχηγός πλέον της ομάδας κουβαλούσε μεγάλο φορτίο στις πλάτες του.  Ο επίλογος της ονειρικής από πλευράς απόδοσης και διακρίσεων χρονιάς ήταν ένα ακόμα Triple Crown με τον ίδιο πάλι κυρίαρχο σε όλες τις στατιστικές κατηγορίες. Το μεγαλείο του ωστόσο δεν περιορίστηκε στις εντός παρκέ επιδόσεις του. Έδειξε ποσό σημαντικό είναι και το ήθος για έναν κορυφαίο αθλητή καλώντας τον παροπλισμένο όλη την σεζόν Φραγκίσκο Αλβέρτη να σηκώσουν μαζί το τρόπαιο στον ουρανό του Βερολίνου.   

Η καλύτερη χρόνια της καριέρας του 

Την σεζόν 10/11 ο ίδιος χρειάστηκε καροτσάκι του Σούπερ-Μάρκετ για να κουβαλήσει τα ατομικά και ομαδικά του βραβεία. Την χρονιά εκείνη κέρδισε τον τίτλο του MVP της Regular Season στην Ευρωλίγκα, του MVP του Final Four, του καλύτερου αμυντικού της διοργάνωσης και φυσικά έναν ακόμα ευρωπαϊκό τίτλο κόντρα σε όλα τα προγνωστικά. 

Η μετά-Ομπράντοβιτς εποχή

Το Καλοκαίρι του 2012 ήταν δύσκολο τόσο για τον ίδιο όσο και για την ομάδα του. Ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς, ο μέντορας του αποτελούσε παρελθόν από τον Παναθηναϊκό μετά από δεκατρία συναπτά χρόνια. Ο Δημήτρης Διαμαντίδης παρά την φυγή 10 συμπαικτών του έμεινε πιστός στην μεγάλη του αγάπη μαζί με τον Κώστα Τσαρτσαρή και ηγήθηκε του ολικού πρασίνου rebuild βάζοντας στην άκρη τις προσωπικές του φιλοδοξίες.  

Η απόσυρση και ο θαυμασμός 

Το καλοκαίρι του 2015 ανακοίνωσε την απόσυρση του από τα παρκέ και το κλείσιμο της μεγάλης καριέρας του στο τέλος της σεζόν. Σε κάθε γήπεδο στο οποίο αγωνιζόταν κέρδιζε το χειροκρότημα του αντίπαλου κοινού κάτι που φανερώνει εν πολλοίς το μεγαλείο του τόσο εντός όσο και εκτός παρκέ. Την ίδια χρόνια η Ευρωλίγκα τον χαρακτήρισε θρύλο της διοργάνωσης σε μια σεμνή τελετή στο ΟΑΚΑ. Το αντίο του δεν ήταν όπως το περίμενε. Ο Βασίλης Σπανούλης ευστόχησε σε buzzer beater τρίποντο στο φινάλε του 4ου τελικού στερώντας του ένα ακόμα πρωτάθλημα. Το όχι και τόσο ιδανικό τέλος ωστόσο δεν ήταν δυνατόν να επισκιάσει μια καριέρα γεμάτη διακρίσεις και τίτλους.  

Κεφάλαιο Εθνική Ομάδα

Σημαντική ήταν και η πορεία του στην Εθνική ομάδα της οποίας αποτέλεσε βασικό στέλεχος για τουλάχιστον μία δεκαετία. Πρώτη συμμετοχή του με την Εθνική Ανδρών οι Μεσογειακοί Αγώνες του 2001 στους οποίους κατέκτησε την δεύτερη θέση. Από εκεί και έπειτα συμμετείχε σε κάθε μεγάλο τουρνουά μέχρι και το 2010 όπου μετά την ήττα στους 16 του Μουντoμπάσκετ της Τουρκίας από τον κακό δαίμονα Ισπανία ίσως και εν βρασμώ πήρε την απόφαση απόσυρσης. Highlight της "εθνικής του παρουσίας" το μεγάλο τρίποντο στο τέλος του ημιτελικού με την Γαλλία που χάρισε στην χώρα μας το εισιτήριο για τον τελικό του Eυρωμπάσκετ 2005 και αποτέλεσε έμπνευση για το “βάλ'το αγόρι μου“ του Βασίλη Σκουντή. Επίσης, η δεύτερη θέση στο Μουντομπάσκετ του 2006 με την νίκη απέναντι στην Team USA καθώς και η συμμετοχή σε δύο Ολυμπιάδες, το 2004 στην Αθήνα και το 2008 στο Πεκίνο.   

Κλείνοντας... 

 Ο Δημήτρης Διαμαντίδης ήταν γεννημένος νικητής. Ήταν ένας σταρ μεγάλου βεληνεκούς χωρίς ωστόσο να το προβάλλει. Γιατί για αυτόν μεγαλύτερη σημασία είχε η ομαδική επιτυχία και η ανάδειξη και στήριξη των συμπαιχτών του παρά η προσωπική αναγνώριση. Για τον λόγο αυτό θα αισθανόμαστε και εμείς τυχεροί που τον είδαμε να μεγαλουργεί και θα ευχόμαστε η χώρα μας να αναδείξει και άλλους σαν αυτόν.   

Σχόλια
* Το e-mail δεν θα δημοσιευθεί στην ιστοσελίδα.