Skip to content Skip to footer

Ο «Καπιτάνο» που δεν πρόδωσε ποτέ: Πώς ο Τότι ταυτίστηκε με μια ολόκληρη πόλη

«Οι αφίσες πετάγονται στα σκουπίδια, οι γιοί και τα αδέλφια δεν προδίδουν. », ήταν τα λόγια του Φραντσέσκο Τότι σε δηλώσεις του αναφορικά με την άρνησή του να «μετακόμισει» στην Ρεάλ Μαδρίτης το καλοκαίρι του 2006. Ένας παίκτης ορισμός της έννοιας «ποδοσφαιρική σημαία» που ταυτίστηκε όσο κανείς άλλος με την αιώνια πόλη και τους κατοίκους της.

Ο Φραντσέσκο Τότι αποτελεί ζωντανό μύθο της Ρόμα και έναν από τους κορυφαίους ποδοσφαιριστές της γενιάς του. Αυτό που τον κάνει να ξεχωρίζει, πέρα από όσα πέτυχε μέσα στο γήπεδο, είναι η αμέριστη αφοσίωσή του στον σύλλογο που τον ανέδειξε. Από την πρώτη μέχρι και την τελευταία μέρα της καριέρας του φόρεσε μόνο τη φανέλα της Ρόμα, απορρίπτοντας γενναιόδωρες προτάσεις από ευρωπαϊκούς κολοσσούς όπως η Ρεάλ Μαδρίτης και η Γιουβέντους. Με αυτόν τον τρόπο έγινε σύμβολο της πόλης, συνώνυμο με τις αξίες της πίστης και του ποδοσφαιρικού ρομαντισμού. Άγγιξε το πάνθεον των θρύλων και δεν έφυγε ποτέ από εκεί.

Ένας ποδοσφαιριστής με απαράμιλλη τεχνική κατάρτιση ικανός να αγωνιστεί από την θέση του εξτρέμ, στο «10» αλλά και ως «ψευτοεννιάρι» όπως ήταν η ιδανική του θέση που διακρίθηκε στο ζενίθ της καριέρας του, όταν ο Σπαλέτι των καθιέρωσε εκεί ώστε να εκμεταλλευτεί στο μεγίστο της ποδοσφαιρικές του αρετές.

Τα πρώτα χρόνια

Ο Τόττι γεννήθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 1976 στη Ρώμη και από μικρό παιδί λάτρεψε το ποδόσφαιρο και τη Ρόμα. Η αγάπη του για την ομάδα ήταν τόσο έντονη, που η μητέρα του χρειάστηκε να παρέμβει ώστε να μπορέσει να ενταχθεί στις ακαδημίες της μόλις στα 12 του χρόνια.

Το 1988, ενώ αγωνιζόταν ακόμη σε μια μικρή ομάδα της γειτονιάς του, δύο σκάουτερ της Μίλαν εμφανίστηκαν στο σπίτι του με μια προσφορά ύψους 75.000 ευρώ—ποσό αδιανόητο για την οικογένεια. Η μητέρα του όμως, πιστεύοντας βαθιά στο ταλέντο του γιου της, αρνήθηκε, υπογραμμίζοντας πως το παιδί της ήθελε να παίξει μόνο στη Ρόμα. Από εκείνη τη στιγμή άρχισε να γράφεται ιστορία.

Το ντεμπούτο του στη Ρόμα

Το πρώτο του παιχνίδι με τη Ρόμα ήρθε τον Μάρτιο του 1993 απέναντι στην Μπρέσια. Με τη Ρόμα να προηγείται 2-0 και λίγα λεπτά να απομένουν, ο προπονητής κάλεσε τον νεαρό Τόττι να μπει στο γήπεδο. Ο ίδιος πίστεψε ότι η εντολή αφορούσε τον συμπαίκτη του Μούτσι, μέχρι που εκείνος τον διαβεβαίωσε ότι ήταν η δική του στιγμή. Έκανε μόλις μερικές επαφές με την μπάλα, αλλά ήταν αρκετές για να νιώσει πως πραγματοποίησε το παιδικό του όνειρο—ένα όνειρο που τελικά έζησε πάνω από 750 φορές στα επόμενα 25 χρόνια.

Στα στενά της Ρώμης τελειοποίησε τη ντρίμπλα του, περνώντας ατελείωτες ώρες με μια μπάλα στα πόδια. Το 1998 έκανε τα πρώτα του βήματα με τις μικρές εθνικές ομάδες και έφτασε μέχρι τον τελικό του Ευρωπαϊκού πρωταθλήματος νέων.

Η καθιέρωση

Ο Τόττι εξελίχθηκε γρήγορα στο αγαπημένο παιδί της εξέδρας. Μάλιστα, μόλις στα 20 του χρόνια η διοίκηση προτίμησε να κρατήσει εκείνον αντί του προπονητή Μπιάνκι, με τον οποίο δεν συνεργάζονταν καλά. Παρά το έντονο ενδιαφέρον ομάδων όπως η Σαμπντόρια και με την παραδοχή του ίδιου πως ήταν έτοιμος να υπογράψει στην ομάδα της Γένοβα, οι οπαδοί πίεσαν ώστε ο Τότι να παραμείνει, και τελικά ο πρόεδρος Σένσι αποφάσισε υπέρ του ποδοσφαιριστή, μιας και η απόδοση του Ιταλού σούπερ σταρ υπερίσχυσε αυτής του Λιτμάνεν σε φιλική αναμέτρηση μεταξύ των δυο ομάδων και έτσι αυτή η «ανταλλαγή» δεν έγινε ποτέ.

Η επιλογή αυτή δικαιώθηκε πανηγυρικά τη σεζόν 2000–2001, όταν με δικό του γκολ η Ρόμα κατέκτησε το πρωτάθλημα, το μοναδικό πρωτάθλημα που κέρδισε με την ομάδα που ταύτιστηκε όσο κανένας άλλος ποδοσφαιριστής στην ιστορία.

Οι πειρασμοί και η αιώνια πίστη

Στις αρχές των 2000s, πολλά δημοσιεύματα ήθελαν τον Τόττι να βρίσκεται στο στόχαστρο ομάδων όπως η Μπαρτσελόνα και η Ρεάλ, με τεράστια ποσά στο τραπέζι. Όντας ο διακαής πόθος του Φλορεντίνο Πέρεθ, ο οποίος προσπαθούσε να χτίσει εκείνη την περίοδο τους «Γκαλάκτικος». Η Ρώμη «έβραζε» ακόμα και από απλές φήμες, με οπαδούς να φτάνουν σε ακραίες εκδηλώσεις. Παρόλα αυτά, ο Τόττι αποφάσισε να παραμείνει πιστός στον σύλλογο.

Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά: « Για αρκετές μερές το σκεφτόμουν και πρέπει να παραδεχτώ πως ήμουν με το ένα πόδι εκτός Ρόμα. Ύστερα, μίλησε η καρδια! Η Ρόμα ήταν όλος μου ο κόσμος, όλη μου η ζωή δεν μπορούσα να προδώσω την οικογένειά μου ,τους φίλους μου, τους ανθρώπους που δούλευαν στον σύλλογο. Ήμουν το σύμβολο της Ρόμα, όλοι ήθελαν να με προσκαλέσουν σπίτι τους. Υπάρχουν παίκτες που γίνονται αφίσες σε παιδικά δωμάτια, αλλά εγώ ήμουν κάτι άλλο – Εγώ ήμουν ο γιος και ο αδελφός τους. Οι αφίσες πετάγονται στα σκουπίδια, οι γιοί και τα αδέλφια δεν προδίδουν. Προτιμώ να κερδίσω ένα πρωτάθλημα εδώ, παρά δέκα κάπου αλλού. Η Ρόμα είναι η οικογένειά μου».

Η αγάπη του κόσμου ήταν τέτοια, που στον γάμο του εμφανίστηκαν πάνω από 10.000 οπαδοί.

Διακρίσεις

Ο Τότι κατέκτησε το βραβείο του καλύτερου νέου παίκτη το 1999, ενώ αναδείχθηκε κορυφαίος παίκτης της Ιταλίας σε πολλές χρονιές. Ήταν βασικό στέλεχος της εθνικής ομάδας που σήκωσε το Μουντιάλ του 2006. Το 2007 κέρδισε το «Χρυσό Παπούτσι» ως πρώτος σκόρερ της Serie A και εντάχθηκε στο ιταλικό Hall of Fame. Με τη Ρόμα μέτρησε 786 συμμετοχές και 307 γκολ, όντας ο απόλυτος ρεκορμάν της ομάδας. Ταυτόχρονα μοίρασε 205 ασσίστ συνολικά στην καριέρα του όντας μάλιστα ο πρώτος σε τελικές πάσες στην ιστορία της Serie A, ενώ ήταν ο δεύτερος σε προηθητικές πάσες στον 21ο αιώνα στα μεγάλα πρωταθληματα πίσω μόνο από τον Λιονέλ Μέσι, κατέκτησε επίσης το σκουντέτο του 2001, δύο Κύπελλα Ιταλίας και δύο Σούπερ Καπ.

Το συγκινητικό αντίο

Τη σεζόν 2016–2017 υπέγραψε ένα τιμητικό μονοετές συμβόλαιο με τη Ρόμα. Αγωνίστηκε κυρίως ως αλλαγή, αλλά συνέβαλε στην κατάκτηση της 2ης θέσης και της εξόδου στο Τσάμπιονς Λιγκ. Στο τελευταίο του παιχνίδι, απέναντι στη Τζένοα, το Ολύμπικο είχε μετατραπεί σε μια συγκινητική γιορτή αποχαιρετισμού. Το πανό των 140 μέτρων, τα δάκρυα χιλιάδων οπαδών και το σύνθημά τους που αντηχούσε σε όλο το γήπεδο σημάδεψαν το τέλος μιας εποχής. Με το τελευταίο σφύριγμα, όλο το Ολύμπικο αποχαιρέτησε έναν αρχηγό-θρύλο που δεν πρόκειται να ξεχαστεί.


Το χρονικό του συγκινητικού αποχαιρετισμού

Από το προηγούμενο βράδυ είχαν ξεκινήσει οι προετοιμασίες. Έξω από την Trigoria δέσποζε το τεράστιο πανό των 130 μέτρων που έγραφε: «Δεν λυπάμαι που σταματάς, σε ευχαριστώ που υπάρχεις». Στα κοινωνικά δίκτυα γινόταν πανδαιμόνιο, με αμέτρητες αναρτήσεις και hashtags να εμφανίζονται συνεχώς. Στο Olimpico, όμως, η ατμόσφαιρα δεν ήταν ακριβώς εορταστική· διακυβευόταν η δεύτερη θέση στο πρωτάθλημα και η απευθείας πρόκριση στους ομίλους του Champions League. Το παιχνίδι αποδείχθηκε δύσκολο και το γρήγορο 0-1 της Genoa στο 3’ έκανε την κατάσταση ασφυκτική. Η Roma ισοφάρισε νωρίς, αλλά ο βαθμός δεν αρκούσε. Την ίδια στιγμή η Napoli «καθάριζε» γρήγορα στο Marassi, και όταν στο 54’ ο Francesco πέρασε στη θέση του Salah, το σκορ ήταν ήδη 3-1 υπέρ των Ναπολιτάνων – και λίγο μετά έγινε 4-1. Το τελευταίο παιχνίδι του Checco είχε πλέον τη μορφή τελικού.

Μπαίνοντας στο γήπεδο αποθεώθηκε. Αμέσως έδωσε ρυθμό στην ομάδα, μοίραζε πάσες, ντρίμπλαρε, εκτελούσε τα στημένα με τη γνώριμη τεχνική του. Η ενέργειά του ήταν αρκετή για να δώσει ώθηση και στο 74’ ο μελλοντικός αρχηγός, Daniele De Rossi, έκανε το 2-1. Ωστόσο τίποτα δεν είχε κριθεί. Ο Lazovic ισοφάρισε έντεκα λεπτά πριν από το τέλος και στο 82’ σημάδεψε το δοκάρι· αν είχε σκοράρει, όλα θα είχαν χαθεί. Στο 90’, όμως, οι «θεοί της Ρώμης» φάνηκαν με το μέρος της ομάδας: ο Perotti πέτυχε το 3-2 και η Roma εξασφάλισε τη συμμετοχή της στους ομίλους του Champions League.

Πλέον, το Olimpico μπορούσε χωρίς ενοχές να επικεντρωθεί στον ήρωά του. Για τελευταία φορά. Το γήπεδο έβραζε από ενθουσιασμό, τραγούδια και συνθήματα, με άνδρες, γυναίκες και παιδιά να φωνάζουν: “Un Capitano, c’è solo un Capitano”… Το παιχνίδι είχε λήξει με τη μπάλα στα πόδια του. Από τα μεγάφωνα ακουγόταν το “Grazie Roma” του Antonello Venditti: «Σε ευχαριστούμε Roma που μας κάνεις πάλι να κλαίμε και να αγκαλιαζόμαστε∙ σε ευχαριστούμε Roma που μας κάνεις να ξαναζούμε και να ξανανιώνουμε». Κανείς δεν έφευγε από τις κερκίδες.

Στις 20:12 ώρα Ιταλίας, ο αιώνιος αρχηγός εμφανίστηκε για να αποχαιρετήσει τον κόσμο του. Το Olimpico σηκώθηκε όρθιο, 70.000 καρτέλες με το 10 και το όνομά του υψώθηκαν στον ουρανό. Παρέλαβε το βραβείο από τον Pallotta, είδε τη γυναίκα και τα παιδιά του και λύγισε. Έβαλε τα χέρια στο πρόσωπο για να κρύψει τα δάκρυά του, κι όλο το γήπεδο έκλαιγε μαζί του. Κρατώντας τη μικρή Isabel, περπάτησε γύρω από τον αγωνιστικό χώρο, παίρνοντας βαθιές ανάσες καθώς πλησίαζε την curva sud. Υπέγραψε την μπάλα του αγώνα και την πέταξε στους οπαδούς, στάθηκε, έβαλε το χέρι στην καρδιά και τους ευχαρίστησε συγκινημένος. Από την εξέδρα ακούστηκε: «Είσαι το παραμύθι που λέμε στα παιδιά μας».


«Δυστυχώς έφτασε η στιγμή που δεν ήθελα να έρθει ποτέ. Σας ευχαριστώ για αυτά τα 25 χρόνια, ειδικά για τις δύσκολες στιγμές. Αυτές τις μέρες κάθισα και μίλησα στη γυναίκα μου για αυτή τη φανέλα, γράψαμε ένα γράμμα, θα προσπαθήσω να σας το διαβάσω. Ευχαριστώ τους γονείς μου, τον αδερφό μου, τους συγγενείς μου, τη γυναίκα μου, τα παιδιά μου. Πολλοί μου είπαν να γράψω ένα ποίημα, εγώ ποιήματα μπορούσα να γράψω μόνο με τα πόδια. Άτιμε χρόνε, πόσο γρήγορα περνάς. Θα βγάλω τη φανέλα και θα τη διπλώσω με ευλάβεια, δεν είναι εύκολο για μένα, δεν μπορώ τόσο εύκολα να σβήσω το φως. Τώρα φοβάμαι, είναι η πρώτη φορά που φοβάμαι γιατί δεν ξέρω τι γίνεται μετά. Επιτρέψτε μου να αισθάνομαι φόβο και θέλω να με βοηθήσετε σε αυτή τη στιγμή, να μου δείξετε την αγάπη σας γιατί τώρα σας έχω πιο πολύ ανάγκη από ποτέ. Μην με αφήσετε τώρα. Να γεννιέσαι Ρωμαίος και romanista είναι μια ευλογία. Ήταν μια τεράστια τιμή να είμαι αρχηγός αυτής της ομάδας. Θα σταματήσω να σας συγκινώ με τις ποδοσφαιρικές μου ικανότητες, αλλά η καρδιά μου είναι μαζί σας. Θα μπω στα αποδυτήρια και θα σταματήσω να είμαι παιδί. Τώρα γίνομαι άντρας. Είμαι ευτυχισμένος που έζησα αυτά τα 28 χρόνια αγάπης. Σας αγαπάω.»