Η Οξάνα Κορένεβα μιλά αποκλειστικά στον Χρήστο Τσαρτσάλη και το Mpaladofatses.gr για τα παιδικά της χρόνια, τη ζωή της ανάμεσα σε Ρωσία και Ελλάδα, τις δυσκολίες που ξεπέρασε μόνη της, τη στιγμή που κράτησε για πρώτη φορά το ελληνικό διαβατήριο στα χέρια της, την περηφάνια να αγωνίζεται με τα γαλανόλευκα χρώματα, τις πρόσφατες επιτυχίες της, αλλά και το πόσο ανυπομονεί να αγωνιστεί στο Παγκόσμιο.
Γεννημένη στη Ρωσία ήρθε στην Ελλάδα στα 12 της χρόνια το 2004. Μεγαλωμένη ανάμεσα σε δύο πατρίδες και αμέτρητες ώρες προπόνησης, η Οξάνα Κορένεβα, πρωταθλήτρια του τριπλούν, κουβαλά μια ιστορία που ξεπερνά τον στίβο. Από το παγοδρόμιο της Σιβηρίας, στα στάδια της Ελλάδας, η διαδρομή της είναι γεμάτη θυσίες, όνειρα και στιγμές που σφράγισαν την ψυχή της.
Δεν ήταν όλα εύκολα.
Η οικογένειά της ξεκίνησε κυριολεκτικά από το μηδέν στην Ελλάδα, με τον πατέρα της να φτάνει χωρίς χαρτιά και χρήματα, και την ίδια να χρειάζεται να δουλεύει από τα 16 της για να στηρίζει τα όνειρά της. Παράλληλα, έμαθε μόνη της τη γλώσσα. Πάλεψε μόνη της για την υπηκοότητα και κατάφερε να κερδίσει μια θέση στην εθνική ομάδα.
Στις επιτυχίες της δεν βλέπει μόνο τα μετάλλια.
Βλέπει τη δύναμη των δικών της ανθρώπων.
Τον προπονητή της που θεωρεί δεύτερο πατέρα της και τη στήριξη του συντρόφου της που της δίνει απεριόριστη στήριξη.
Η Οξάνα δεν είναι μόνο αθλήτρια.
Είναι φωτογράφος, έχει δοκιμαστεί στο μόντελινγκ, και δηλώνει αισιόδοξη ακόμη και μπροστά στις πιο δύσκολες στιγμές.
Όπως λέει και η ίδια: «Στη θέληση, στην πίστη και στην προπόνηση χρωστάω τα πάντα». Και αυτό το τρίπτυχο είναι που την οδηγεί σήμερα να ονειρεύεται το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα και –γιατί όχι– μια θέση ανάμεσα στις κορυφαίες.

Μια απολαυστική συνέντευξη στον Χρήστο Τσαρτσάλη:

Όταν έκανα το τελευταίο άλμα και έφτασα τα 14 μέτρα, η κερκίδα είχε τρελαθεί και εγώ μαζί τους
Φέτος στο βαλκανικό κατέκτησες το πρώτο σου μετάλλιο με την εθνική στο τελευταίο σου άλμα μάλιστα. Περιέγραψε μου τη διοργάνωση, πώς έζησες αυτή τη διάκριση και τι πέρναγε από το μυαλό σου πριν το τελευταίο σου άλμα.
«Όσον αφορά την οργάνωση εμένα μου άρεσε πάρα πολύ. Από τη στιγμή που αγωνίζεσαι στην πατρίδα σου και στο γήπεδο όπου γίνεται το Πανελλήνιο πρωτάθλημα εδώ και τόσα χρόνια, ήταν κάτι πολύ όμορφο. Ήσουν σαν στο σπίτι σου. Σε εκείνη τη διοργάνωση επειδή ήταν και ξένοι αθλητές και κάποιους τους ήξερα, ήταν όμορφες στιγμές.
Αυτά που ζούμε είναι πολύ ωραία και στον αγώνα εκείνο δεν είχα άγχος, απλά είχα συγκεντρωθεί στον στόχο μου, να κάνω 14 μέτρα. Κάνω το πρώτο, δεύτερο, τρίτο άλμα και δεν έβγαινε, αλλά ήξερα μέσα μου ότι είμαι ικανή να κάνω 14 μέτρα. Όταν μπήκα στο 6ο άλμα, συγκεντρώθηκα πάρα πολύ και είπα ότι πρέπει να γίνει και ευτυχώς έγινε.
Γενικά η κερκίδα ήταν φανταστική, γιατί όλος ο κόσμος είχε έρθει για τους Έλληνες αθλητές. Οπότε κάθε φορά όταν παρουσιάζονταν κάθε Έλληνας αθλητής γινόταν ο χαμός στην κερκίδα, που προφανώς αυτό σου δίνει δύναμη και όρεξη. Όταν έκανα το τελευταίο άλμα και έφτασα τα 14 μέτρα, η κερκίδα είχε τρελαθεί και εγώ μαζί τους (σ.σ. γέλια). Πολύ όμορφες στιγμές ειλικρινά, ένιωσα ότι όλοι είμαστε μαζί, δεμένοι».

Όταν ερχόσουν στην Ελλάδα το 2004, φανταζόσουν ότι θα ζούσες τέτοιες στιγμές;
«Σαν παιδάκι προφανώς, γιατί από πολύ μικρή είμαι στον αθλητισμό, φαντάζεσαι στιγμές και στιγμές. Αλλά ότι θα έρχονταν όλα αυτά και θα τα ζούσα έτσι, όχι δεν θα μπορούσα να τα σκεφτώ ποτέ».
Δεν μπορώ να πω ότι ήταν δύσκολα χρόνια, γιατί όταν είσαι μικρός δεν το καταλαβαίνεις
Γεννήθηκες και μεγάλωσες στη Ρωσία. Μίλησέ μου για εκείνα τα χρόνια.
«Η αλήθεια είναι ότι μικρή πηγαινοερχόμουν εδώ. Όταν πήγαινα παιδικό σταθμό χρειάστηκε να μείνουμε στο Ναύπλιο για δύο χρόνια και μετά ξαναφύγαμε για Ρωσία και γενικά γίνονταν συχνά το δρομολόγιο Ελλάδα – Ρωσία μέχρι να εγκατασταθούμε μόνιμα εδώ. Εκείνα τα χρόνια πάντως θυμάμαι να είμαι συνεχώς στο γήπεδο. Τότε έκανα πατινάζ και οι προπονήσεις ήταν 7/7 δεν είχαμε κάποια μέρα κενό. Κάποιες στιγμές προφανώς υπήρχαν μέρες αλλά γενικά ήταν σκληρός ο αθλητισμός στη Ρωσία.
Δεν μπορώ να πω ότι ήταν δύσκολα χρόνια, γιατί όταν είσαι μικρός δεν το καταλαβαίνεις τόσο και έχεις και περισσότερες δυνάμεις. Μετά τις προπονήσεις προλάβαινα να βγω και να παίξω στην αυλή. Πάντως οι προπονήσεις ήταν διπλές. Η πρωινή ήταν πριν το σχολείο, δηλαδή 5 η ώρα ξυπνούσα, 6 η ώρα προπόνηση, μετά σχολείο, μετά σπίτι να ξεκουραστείς και να φας και μετά πάλι προπόνηση.
Αλλά είχα όρεξη μετά από όλα αυτά να βγω και να παίξω ποδόσφαιρο με τους φίλους και τις φίλες μου, δηλαδή η παιδική μου ηλικία ήταν καταπληκτική δεν έχω κάποιο παράπονο. Πατινάζ έκανα μόνο αλλά έξω παίζαμε και ποδόσφαιρο και μπάσκετ και βόλεϊ και κυνηγητό και τα πάντα. Δεν είχαμε τότε κινητά και επειδή έπρεπε κάτι να κάνουμε παίζαμε έξω όλη την ώρα».
Ο πατέρας μου στην Ελλάδα έμενε στους δρόμους, δεν είχε ούτε χαρτιά ούτε λεφτά, ξεκίνησε από το μηδέν εντελώς
Η μετάβαση στην Ελλάδα πώς έγινε;
«Ο λόγος ήταν ο μπαμπάς, ο οποίος είχε φύγει το 90’ όταν έπεσε η Σοβιετική Ένωση για μια καλύτερη ζωή. Διάλεξε την Ελλάδα, ήρθε εδώ και ξεκίνησα κυριολεκτικά από το μηδέν. Δηλαδή έμεινε στους δρόμους, δεν είχε χαρτιά, δεν ήξερε τη γλώσσα, τίποτα. Ήταν τα τελευταία 50 ευρώ στην τσέπη του. Σιγά σιγά όμως έφτιαξε τη ζωή του, έφερε τη μαμά και στη συνέχεια και εμένα».
Τι σε δυσκόλεψε περισσότερο στην προσαρμογή σου στην Ελλάδα;
«Επειδή ήμουν μικρή τότε δεν το πολύ σκεφτόμουν. Δεν υπήρχε κάποια δυσκολία. Δηλαδή ακόμα και με την ελληνική γλώσσα που ναι μεν είναι ένα εμπόδιο, δεν με δυσκόλεψε ιδιαίτερα να τη μάθω. Πήγαινα στο ρωσικό σχολείο που δεν είχαμε ελληνική γλώσσα εκεί, οπότε στην ουσία τα ελληνικά τα έμαθα από τα 18 μου. Οι ξένοι για να περάσουν εδώ στο Πανεπιστήμιο πρέπει να περάσουν πρώτα κάποια σεμινάρια. Έπρεπε να έχουν ένα χαρτί ότι ξέρουν τη γλώσσα ώστε να μπουν στο Πανεπιστήμιο. Αυτά κρατάνε έναν χρόνο.
Επειδή εγώ ήδη ήμουν στις προπονήσεις μου, στις δουλειές μου, γιατί από τα 16 μου δούλευα, δεν αντιμετώπισα τόσες δυσκολίες. Ήδη ήξερα τη γλώσσα αρκετά καλά, απλά η σχολή με βοήθησε να μάθω περισσότερο τη γραμματική. Άρα όταν τελείωσα τα σεμινάρια και πήρα το χαρτί, ήξερα τη γλώσσα ήδη καλά. Βέβαια όσο ζεις μαθαίνεις και ακόμα κάποιες ελληνικές λέξεις μπορεί να μην τις ξέρω, αλλά η καθημερινή επαφή και το ότι και ο σύζυγός μου είναι Έλληνας, έχουν βοηθήσει στο μέγιστο».
Όλα αυτά τα χρόνια έχει τύχει να ξαναπάς στη Ρωσία να δεις τα μέρη σου;
«Καλά τα μέρη μου δεν έχουν να δούμε κάτι (σ.σ. γέλια). Συνήθως πάμε για τους συγγενείς εννοείται και πιο πολύ για τη γιαγιά μου, η οποία είναι μεγάλη και δεν μπορεί να έρθει εδώ. Αλλά ναι όποτε μπορούσαμε, πηγαίναμε. Έχει τύχει να πηγαίνω όχι κάθε χρόνο, κάθε 3-4 χρόνια, αλλά πήγαινα μόνο για αυτό για να δω τους συγγενείς και τη γιαγιά μου κυρίως».
Υπήρχε μόνο ένα παγοδρόμιο, το οποίο και γκρεμίστηκε και έτσι συνέχισα στον στίβο
Η αλλαγή από το πατινάζ στον στίβο πώς και γιατί έγινε;
«Όταν ήρθαμε Ελλάδα, υπήρχε ένα παγοδρόμιο στο Φάληρο. Εγώ επειδή έμενα Ηράκλειο, ήταν μακριά και 12 χρονών που ήμουν δεν γινόταν να πηγαίνω μόνη μου. Άρα έπρεπε να έρχεται και η μητέρα μου, αλλά επειδή δούλευε ήταν δύσκολο. Σε λίγους μήνες κιόλας γκρεμίστηκε εκείνο το γήπεδο και δεν υπήρχε άλλο παγοδρόμιο. Η μητέρα μου έκανε παλιότερα στίβο και μου είπε να δοκιμάσω και εγώ. Απλά βασικά με πήγε στον στίβο (σ.σ. γέλια) και κάπως έτσι ξεκίνησε.
Έχω δοκιμάσει πολλά αγωνίσματα του στίβου, βασικά όλα πέρα από σφύρα και ακόντιο. Διάλεξα στην αρχή μήκος και μετά επειδή με είχαν δει άλλοι προπονητές και συγκεκριμένα των 400ων μέτρων και μου είπαν ότι είμαι γρήγορη και ικανή, έκανα για χρόνια 400 μέτρα. Η αγάπη μου όμως ήταν στο σκάμμα».

Τι ήταν αυτό που σε τράβηξε περισσότερο στο μήκος;
«Δεν ξέρω να σου απαντήσω. Ίσως επειδή στο πατινάζ είχαμε πολλά άλματα, κάπως από εκεί έχει έρθει η κίνησή μου σωστή και καλή στο μήκος. Οπότε όταν το δοκίμασα μου φάνηκε κάτι εύκολο».
Η μετάβαση στο τριπλούν ήρθε κατευθείαν ή σταδιακά;
«Ούτε καν. Εγώ έκανα μήκος για λίγους μήνες και μετά για πολλά χρόνια όπως σου είπα ήμουν αθλήτρια των 400 μέτρων, δηλαδή περίπου από τα 14 μέχρι τα 18 μου. Ίσως και μέχρι τα 20. Μετά υπήρχε μια περίοδος που ήθελα να σταματήσω τον αθλητισμό, αλλά σε 2 μόλις μήνες κατάλαβα ότι δεν γίνεται κάτι τέτοιο και πήγα σε άλλο σύλλογο όπου και εκεί συνέχισα να κάνω 400 μέτρα.
Μετά στα 23 μου, δηλαδή μετά από πολλά χρόνια, αποφάσισα ότι θέλω να κάνω μήκος. Άλλαξα και πάλι σύλλογο όπου με πήγε ο καθηγητής της Σχολής μου στο ΤΕΦΑΑ. Εκεί ξεκίνησα, με τον προπονητή που είμαι και τώρα, μήκος και σιγά σιγά με δοκίμαζε και στο τριπλούν. Κατέβαινα και στους αγώνες, αλλά πιο πολύ για τους βαθμούς στον σύλλογο δεν το έβλεπα τόσο σοβαρά. Επειδή όμως έκανα καλές επιδόσεις και έβλεπα ότι μου ταιριάζει, κάποια στιγμή στα 27 μου αποφάσισα να το αλλάξω εντελώς και να κάνω κυρίως τριπλούν. Δεν ήταν καθόλου ομαλή η αλλαγή από μήκος σε τριπλούν δηλαδή».
Τι προτιμάς πλέον από τα δύο;
Τριπλούν εννοείται. Δεν μπορώ να εξηγήσω γιατί, αλλά με πάει πιο πολύ.
Ποιους αθλητές θαύμαζες στα ξεκινήματά σου;
«Έβλεπα πολλούς αθλητές από διάφορες χώρες, οι οποίοι είναι τοπ τις κινήσεις τους, την τεχνική τους, τους αγώνες τους. Εγώ είμαι αυτή η φαν που στις διακοπές στην παραλία πάντα θα έβλεπα Ολυμπιακούς αγώνες, Παγκόσμιο. Όλοι οι άλλοι έκαναν μπάνιο και εγώ ήμουν με το κινητό και παρακολουθούσα. Αλλά δεν υπήρχε κάποιος συγκεκριμένος αθλητής που ήταν πρότυπο για μένα, ήταν πολλοί».
Δυστυχώς αυτό είναι μια αλήθεια ότι κάποιοι αθλητές πρέπει να δουλεύουν για να κάνουν πρωταθλητισμό
Ποιος ήταν πάντα δίπλα σου από την πρώτη στιγμή μέχρι τώρα;
«Οι γονείς μου ήταν πάντα δίπλα μου, όχι μόνο στον στίβο αλλά σε όλες τις επιλογές μου, γενικά στη ζωή μου. Πάντα θα μου έλεγαν την άποψή τους, αλλά στο τέλος μου έλεγαν να κάνω αυτό που θέλω. Οπότε κάθε επιλογή που έχω ακολουθήσει στη ζωή μου είναι δική μου, όχι των γονιών μου. Ακόμα και στις στιγμές που δεν είχα λεφτά, ήταν πάντα εκεί δίπλα μου και με βοηθούσαν.
Προφανώς δεν γίνεται να ζήσεις μόνο από τον στίβο, για να το κάνεις αυτό πρέπει να είσαι τοπ για να το πετύχεις. Δυστυχώς αυτό είναι μια αλήθεια ότι κάποιοι αθλητές πρέπει να δουλεύουν για να κάνουν πρωταθλητισμό. Η άποψή μου είναι ότι θα έπρεπε να υπάρχει έστω και μια μικρή στήριξη στους αθλητές που έχουν αποδείξει ότι είναι καλοί, δυστυχώς όμως δεν υπάρχει στήριξη από πουθενά.
Τα πριμ δεν δίνονται από τον Σέγας, δίνονται από τους συλλόγους, αλλά πολλοί σύλλογοι ούτε αυτό δεν μπορούν να κάνουν. Ο αθλητής λοιπόν ζει με τα έξοδά του. Υπάρχουν όμως και σύλλογοι οι οποίοι βοηθούν και δίνουν και bonus άμα πας καλά σε αγώνες».

Έπρεπε και εγώ και πολλά παιδιά να ανέβουμε στο βάθρο και να πάρουμε ένα μετάλλιο για να πάρουμε κάτι
Εσύ πώς διαχειρίστηκες όλη αυτή την κατάσταση στην πορεία σου;
«Επειδή εγώ πρώτα δούλευα και μετά ασχολήθηκα με τον πρωταθλητισμό, είχα ένα budget. Προφανώς υπήρχαν στιγμές όπου δεν είχα λεφτά. Ξεκίνησα στα 23 μου το μήκος, ναι μεν δούλευα ταυτόχρονα, όμως υπήρχαν στιγμές που ήμουν όρθια 12 ώρες, 14 ώρες. Υπήρχαν στιγμές που δούλευα και τη νύχτα ως φωτογράφος και κοιμόμουν 3 ώρες. Όλο αυτό όμως ήταν ανάγκη δική μου. Εγώ ήθελα να είμαι ανεξάρτητη.
Από τη στιγμή που άρχισε να πηγαίνει καλά το μήκος και κατάλαβα ότι δεν γίνεται να δουλεύεις και να κάνεις πρωταθλητισμό παράλληλα, έκοψα τη μια δουλειά και κράτησα την άλλη. Ναι ήταν δύσκολα στην αρχή, υπήρχαν στιγμές που πήγαινα προπόνηση και δεν είχα πόδια, με κοιτούσε ο προπονητής και μου έλεγε κουράγιο. Έπρεπε και εγώ και πολλά παιδιά να ανέβουμε στο βάθρο και να πάρουμε ένα μετάλλιο για να πάρουμε κάτι. Προφανώς και είμαστε ευγνώμονες για αυτό, αλλά μέχρι να φτάσουμε εκεί περνάμε δύσκολα».
Με τον Δημήτρη Σιούντρη έχουμε μια πολύ όμορφη σχέση, είναι σαν δεύτερος πατέρας μου
Μίλησε μου για τον προπονητή σου και ποιους είχες πριν από εκείνον.
«Ο πρώτος μου προπονητής ήταν ο Δημήτρης Βασιλικός, που ξεκίνησα μαζί του το μήκος. Μετά που έκανα 400 μέτρα είχα τον Χρήστο Γιωτόπουλο και όταν έφυγα από τη Φιλοθέη που ήμουν και άλλαξα σύλλογο είχα τον Ηλία Γκαραβέλα, ο οποίος τώρα είναι εθνικός προπονητής του βάδην. Ξεκινήσαμε με τα 400 μέτρα και μετά χωρίστηκαν οι δρόμοι μας. Ο τελευταίος μου προπονητής είναι ο Δημήτρης Σιούντρης και τέλος δεν ξανά αλλάζω κανέναν προπονητή.
Έχω δει τη μεγαλύτερη εξέλιξή μου μαζί του, κάτι που φαίνεται κιόλας. Είναι πάρα πολύ καλός προπονητής, ειλικρινά πολύ καλός και για μένα δεν είναι απλά προπονητής είναι και δεύτερος πατέρας μου. Έχουμε πάρα πολύ όμορφη σχέση, οπότε και η συνεργασία πάει καλά και οι επιδόσεις μου πάνε πολύ καλά. Είμαστε σαν οικογένεια».

Ποια ήταν η πρώτη στιγμή που είδες ότι οι κόποι σου και οι προπονήσεις πιάνουν τόπο;
«Η στιγμή που προκρίθηκα στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα της Ρώμης πέρσι. Εκεί εντυπωσιάστηκα και σε μια ηλικία που ήμουν ήδη μεγάλη, στα 31 μου. Είπα ότι αφού στα 31 μου έφτασα Ευρωπαϊκό είπα ότι μπορούμε να πάμε και πιο ψηλά».
Στο Ευρωπαϊκό εκείνο όμως έχασες την πρόκριση στον τελικό στην ισοβαθμία. Μίλησέ μου λίγο για αυτό.
«Αυτό εντάξει αγώνας είναι, έχασα, αλλά εμένα άλλο με εκνεύρισε. Έχει περάσει περίπου ένας μήνας και μπαίνοντας στο world ranking είδα ότι στο σύστημα έχω περαστεί ως 12η, ενώ έχω βγει 13η. Λέω τι γίνεται εδώ, κάτι έχει γίνει λάθος. Ξεκίνησα να ψάχνω και είδα ότι γενικά εκεί στη διοργάνωση αγωνίστηκε μια που την έχουν πιάσει με ντόπινγκ και στην ουσία ακυρώθηκε και η συμμετοχή της και όλα κι έτσι ανέβηκα εγώ μια θέση πάνω.
Εγώ εκνευρίστηκα πάρα πολύ γιατί με τη 12η θέση θα μπορούσα να αγωνιστώ στον τελικό και ποιος ξέρει τι θα μπορούσε να γίνει. Ήταν και μια ευχάριστη στιγμή γιατί είδα ότι είμαι 12η, αλλά δεν ήταν η θέση που όντως πήρα. Οπότε πιο πολύ στεναχωρήθηκα παρά χάρηκα. Εκείνη η αθλήτρια νομίζω στον τελικό είχε βγεί νομίζω ή 5η ή 6η».
Εκείνη η χρονιά ξεκίνησε με πολλούς ιωνούς, μετέπειτα όμως ήρθε και ο τραυματισμός σου και έχασες τους Ολυμπιακούς αγώνες του Παρισιού.
«Ο τραυματισμός ήρθε από τον Μάιο, αλλά επειδή το παρακολουθούσαμε και κυνηγούσα να είμαι στο παγκόσμιο απέκτησα άλλους δύο τραυματισμούς και στην ουσία έγιναν τρεις. Ο πόνος ήταν ακραίος και δεν μπορούσα να κάνω καθόλου άλματα. Μπορούσα μόνο βάρη να κάνω, αλλά χωρίς τρέξιμο και άλματα δεν γίνεται».
Τέτοιες δυσκολίες στον αθλητισμό πώς τις διαχειρίζεσαι;
«Πιστεύω έχω εμπειρία. Στο Ευρωπαϊκό και γενικά στις μεγάλες διοργανώσεις είμαι πάρα συγκεντρωμένη και πάρα πολύ ήρεμη. Υπάρχει άγχος αλλά είναι παραγωγικό, δεν είναι αυτό που σου κόβονται τα πόδια, αυτά τα έχουμε περάσει στα νιάτα μας (σ.σ. γέλια). Οπότε από τη στιγμή που προκρίθηκα σε έναν μεγάλο αγώνα είμαι ήδη πολύ χαρούμενη και προσπαθώ να κάνω το καλύτερο. Πιο πολύ υπάρχει άγχος στους αγώνες στην Ελλάδα, γιατί για να προκριθείς κάπου, πρέπει να κάνεις ανάλογες επιδόσεις».
Στην Ελλάδα έχουμε μάθει στα χειρότερα και ξαφνικά πάμε στα καλύτερα
Περιέγραψέ μου τις διαφορές μεταξύ ελληνικών και διεθνών διοργανώσεων.
«Είναι πάρα πολλά (σ.σ. γέλια). Οι εγκαταστάσεις ούτε καν συγκρίνονται. Όπου έχουμε πάει το ταρτάν είναι άψογο και οι συνθήκες είναι ανθρώπινες για τους αθλητές, κάτι που δεν υπάρχει εδώ. Αυτό είναι το μεγαλύτερο ελάττωμα, όλα τα άλλα είναι λεπτομέρειες. Εδώ στα ταρτάν σκοτώνουμε τα πόδια μας και τα γόνατά μας, όμως αυτό είναι και ένα πλεονέκτημα. Έχουμε μάθει στα χειρότερα και ξαφνικά πάμε στα καλύτερα οπότε είμαστε πιο μπροστά από τους άλλους (σ.σ. γέλια)».
Την ελληνική υπηκοότητα την πήρα μόνη μου χωρίς βοήθεια από κανέναν
Ζεις στην Ελλάδα όπως είπαμε από το 2004 αλλά η ελληνική υπηκοότητα ήρθε το 2023. Πώς το βίωσες όλο αυτό;
«Η αλήθεια είναι ότι όταν ήμουν μικρή και δεν ασχολιόμουν και σοβαρά με τον αθλητισμό δεν σκεφτόμουν να πάρω ελληνική υπηκοότητα. Έλεγα κάποια στιγμή θα γίνει αλλά δεν το έτρεχα. Τώρα όταν ήμουν στον αθλητισμό και είχα τις επιδόσεις που μπορούσα να πάω στο εξωτερικό, ποτέ δεν με είχε πλησιάσει κανείς να με βοηθήσει με την όλη διαδικασία για να μπορώ να αγωνιστώ με την εθνική στο εξωτερικό. Μόνο ο προπονητής μου, κανείς άλλος, όλοι οι άλλοι ήταν αδιάφοροι.
Οπότε στην ουσία αποφάσισα μόνη μου και την ελληνική υπηκοότητα την πήρα μόνη μου χωρίς βοήθεια από κανέναν. Υπήρχαν άνθρωποι που έλεγαν ότι με βοηθούν αλλά εν τέλει ήταν μόνο λόγια. Δεν ήταν κάτι δύσκολο, μάζεψα τα χαρτιά μου, τα οποία και είχα καταθέσει το 2020. Η διαδικασία αυτή θα μπορούσε να γίνει πιο γρήγορα, αλλά τελικά κανείς δεν με βοήθησε και στην Ελλάδα τα πράγματα αργούν πάρα πολύ. Ήρθε ο φάκελός μου με τη σειρά προτεραιότητας, τον έλεγξαν, μια χαρά ήταν όλα και την πήρα σε 3 χρόνια».
Υπήρχε στιγμή που έλεγες μήπως δεν γίνει ποτέ;
«Όχι όχι ήξερα ότι θα γίνει. Δεν υπήρχε περίπτωση να μη γίνει. Και όταν πήρα την κατάσταση στα χέρια μου, είχα φτάσει μέχρι Υπουργείο μόνη μου. Βρήκα το κινητό της διευθύντριας εκεί, γιατί όταν θέλω κάτι γίνεται και από εκεί είχα μάθει όλη την κατάσταση τι γινόταν».
Την Ελλάδα τη θεωρώ 100% πατρίδα μου δεν την αλλάζω για κανένα άλλο λόγο
Όταν κράτησες για πρώτη φορά το ελληνικό διαβατήριο, ποια ήταν τα συναισθήματά σου; Ανακούφιση φαντάζομαι.
«Ανακούφιση δε λες τίποτα. Εντωμεταξύ εκείνη την περίοδο έπαθα γαστρεντερίτιδα. Ήμουν μια εβδομάδα στο κρεβάτι με πυρετούς και πόνους και με πήραν τηλέφωνο ότι είναι έτοιμη η ταυτότητά μου και από τη μια χάρηκα τόσο πολύ αλλά δεν μπορούσα να σηκωθώ από το κρεβάτι. Είχα χάσει απότομα 3 κιλά, αλλά αφού στάθηκα στα πόδια μου είπα θα πάω να την πάρω. Είχα να φάω μια εβδομάδα, έτρωγα μόνο μπανάνες και σούπες. Με τον σύζυγό μου πήγα και ήμουν πήρα πολύ χαρούμενη, όλο έκλαιγα από τη χαρά μου».
Τι σημαίνει για σένα να αγωνίζεσαι με τα χρώματα της Ελλάδας;
«Υπερηφάνεια. Την Ελλάδα τη θεωρώ 100% πατρίδα μου δεν την αλλάζω για κανένα άλλο λόγο. Χαίρομαι πάρα πολύ που μπορώ και εκπροσωπώ πλέον την Ελλάδα και νιώθω μέγιστη υπερηφάνεια. Σε όλη αυτή τη διαδικασία επειδή τα κατάφερα μόνη μου το συναίσθημα είναι ακόμα πιο γλυκό και είμαι πολύ περήφανη για ότι έχω καταφέρει».

Τα τελευταία χρόνια και κυρίως από το 2022 και έπειτα κυριαρχείς στο τριπλούν στην Ελλάδα. Σε τι αποδίδεις αυτή την εξέλιξη και τη σταθερότητα;
«Στη θέληση, στην πίστη και στην προπόνηση. Αν όλα αυτά τα τρία πράγματα υπάρχουν όλα γίνονται».
Από τον σύντροφό μου έχω λάβει μεγάλη υποστήριξη και ψυχολογική, κάτι που έχει παίξει μεγάλο ρόλο
Προηγουμένως μου είπες ότι σκεφτόσουν να αφήσεις τον στίβο κάποια στιγμή. Τι ήταν αυτό που σε κράτησε και συνέχισες;
«Έχω σταματήσει 2 μήνες και δεν έκανα τίποτα. Με πλησίασε κάποια στιγμή η μητέρα μου και μου λέει “δεν σε αντέχω άλλο στο σπίτι”. Δεν καταλάβαινα ότι είχα πάρα πολύ ενέργεια και δεν ήξερα τι να κάνω. Δηλαδή ήμουν ενοχλητική στο σπίτι (σ.σ. γέλια). Έτυχε να βρεθώ εκείνη την περίοδο με μια φίλη μου, η οποία και εκείνη είχε αλλάξει σύλλογο και μου είπε να έρθω και εγώ. Οπότε κάπως έτσι έγινε. Ξεκινήσαμε μαζί, κάναμε προπονήσεις και πηγαίναμε στους αγώνες και μετά όλα πήραν τον δρόμο τους».
Η καλύτερη επίδοσή σου στο τριπλούν ήρθε φέτος. Άλλαξες κάτι στην προετοιμασία σου;
«Εντάξει έχω μειώσει τη δουλειά και είμαι περισσότερο πλέον στην προπόνηση. Οι προπονήσεις και η διατροφή είναι όπως ήταν και πριν, το μόνο που έχει αλλάξει είναι ότι πλέον με τον σύντροφό μου είμαστε 2 χρόνια μαζί και έχω τρελή υποστήριξη και ψυχολογική. Δεν είμαι καλά μόνο σωματικά, είμαι και ψυχολογικά και παίζει πολύ μεγάλο ρόλο. Γυρνάω στο σπίτι και είμαι πάρα πολύ ευτυχισμένη».
Πέρα όμως από το μήκος και το τριπλούν αγωνίζεσαι και στη σκυταλοδρομία 4χ100.
«Επειδή δεν συμπληρώνεται η ομάδα μας από τους δρομείς αθλητές, πρέπει κάποια να μπει που να είναι γρήγορη και καλή από τα άλματα. Οπότε εδώ και πάρα πολλά χρόνια είμαι στη σκυτάλη, στο 4χ100, πάντα τελευταία και κάπως κρατάει η παράδοση να το πω έτσι. Βοηθάω ταυτόχρονα και τον σύλλογο και μου αρέσει πολύ, αλλά την επόμενη μέρα είσαι εκτός εντελώς. Δεν μπορείς να κουνηθείς, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Έτσι στην ουσία διαλέγω, άμα είμαι τριπλούν και 4χ100 δεν κατεβαίνω μήκος, αν είμαι τριπλούν και μήκος δεν κατεβαίνω στο 4χ100».

Στο Ευρωπαϊκό Ομάδων φέτος πήρες την 4η θέση και βοήθησες την Ελλάδα να μείνει κατηγορία. Πώς έζησες εκείνη τη διοργάνωση;
«Ως αίσθημα ότι είναι Ευρωπαϊκό Ομάδων και από εμένα και κάθε αθλητή εξαρτάται αν θα μείνουμε κατηγορία ή όχι, μας έδινε μια ευθύνη. Δεν είναι ότι απλά πας, αγωνίζεσαι και ό,τι γίνει. Έπρεπε να παλέψεις για τη χώρα σου να μείνει κατηγορία. Ήμουν πολύ σίγουρη όμως και συγκεντρωμένη. Όπως σου είπα και πριν όταν αγωνίζομαι στο εξωτερικό δεν αγχώνομαι, είμαι καλά. Μόνο αν θα είμαι άρρωστη ή θα έχω τραυματισμούς δεν θα πάω καλά».
Τα 14 μέτρα ήταν μια επίδοση που την κυνηγούσες καιρό;
«Φέτος είμαι στην καλύτερη κατάσταση και έχω να δώσω ακόμα πολλά, αυτό νιώθω. Προφανώς και τα κυνηγούσα τα 14 μέτρα και πέρσι αν δεν είχα αυτούς τους τραυματισμούς, πιστεύω θα μπορούσα να φτάσω ανάλογες επιδόσεις. Όμως δεν γινόταν πέρσι με τίποτα. Φέτος ήρθε ξαφνικά, όχι ότι δεν το περίμενα, γιατί όταν είσαι στην προπόνηση καταλαβαίνεις που πηδάς και ξέρεις περίπου τι μπορείς να κάνεις στον αγώνα. Έβλεπα ότι είμαι ικανή, απλά όταν έγινε όντως και γράφει 14.03 είχα τρελαθεί».
Περιέγραψε μου μια προπονητική σου μέρα, τόσο πριν από μεγάλους αγώνες όσο και στο τέλος της σεζόν.
«Στην προετοιμασία που γυρνάμε από το καλοκαίρι, οι προπονήσεις είναι μονές. Βέβαια κρατάνε πολύ ώρα, δεν κρατάνε μία ώρα και φτιάχνεις τη μυϊκή αντοχή στην ουσία. Όταν μπαίνεις στην αγωνιστική περίοδο, έχεις ήδη διπλές προπονήσεις και κάθε μια προπόνηση είναι πιο στοχευμένη. Δηλαδή έχεις τόσα άλματα που πρέπει να κάνεις, τόσα μέτρα που πρέπει πηδήξεις. Δεν κάνεις 500 άλματα, κάνεις για παράδειγμα 5, αλλά και τα 5 πρέπει να είναι καλά».
Ο ανταγωνισμός μου αρέσει, ο ωραίος ανταγωνισμός
Αν έχεις ρεπό πώς το περνάς;
«Καταρχάς κοιμάμαι, είμαι λάτρης του ύπνου πολύ (σ.σ. γέλια). Πέρα από την πλάκα όμως, όταν έχω ρεπό προσπαθώ να δω τους φίλους μου γιατί δεν τους βλέπω όσο θα ήθελα. Βρισκόμαστε μία φορά τον χρόνο. Έχω μια βαφτιστήρα που δεν ξέρω αν με θυμάται (σ.σ. γέλια). Αλλιώς μου αρέσει πάρα πολύ να διαβάζω, έχω πάρα πολλά βιβλία. Μου αρέσουν επίσης οι βόλτες, αλλά πάντα το απόγευμα είμαι στο σπίτι, δηλαδή να ξενυχτήσω, να βγω σε κλαμπ, ούτε καν».
Στο Πανελλήνιο πήρες το χρυσό μετάλλιο στο τριπλούν και το χάλκινο στο μήκος. Ήταν όπως το περίμενες;
«Στο τριπλούν δεν έχω ανταγωνισμό, αλλά δεν είμαι ο άνθρωπος που θα πει ότι “εγώ είμαι και κανένας άλλος”, όχι. Όλα τα κορίτσια είναι ικανά να με περάσουν, αλλά ήμουν συγκεντρωμένη και ήξερα ότι στο τριπλούν όπως και να έχει θα είμαι στα μετάλλια. Ο ανταγωνισμός μου αρέσει, ο ωραίος ανταγωνισμός. Γι’ αυτό και στο μήκος είχα πιο πολύ όρεξη, αλλά δεν μπορούσα κάτι καλύτερο.
Είχα τρέξει και 4χ100 οπότε είχα λίγο την κούραση και δεν πίστευα ότι θα είμαι στα μετάλλια. Δεν κυνηγούσα βέβαια βάθρο, κυνηγούσα επίδοση, η οποία δεν ήρθε. Προφανώς το χάλκινο μετάλλιο έτσι όπως ήρθε ιδικά, είναι μια πολύ ευχάριστη στιγμή».

Ο Τεντόγλου είχε μιλήσει για τις συνθήκες του αγώνα και πιο συγκεκριμένα για το σκάμμα. Εσύ πώς το βίωσες;
«Ό,τι είπε για το σκάμμα εμείς δεν το έχουμε καταλάβει, γιατί με άλλη ταχύτητα πέφτεις στο σκάμμα από το τριπλούν μετά το τρίτο σου άλμα, δεν σκας απότομα με δύναμη. Ενώ στο μήκος πέφτεις με μεγάλη ταχύτητα και η προσγείωση είναι πολύ πιο επίπονη, οπότε εκείνοι προφανώς το βίωσαν διαφορετικά. Άρα ναι, εγώ δεν το είχα καταλάβει, όμως όταν έβλεπα το μήκος ανδρών και ένας έπιασε τη μέση του, γιατί δεν ήταν μόνο ο Μίλτος, ήταν και άλλοι, αναρωτήθηκα τι συμβαίνει».
Τι ρουτίνα έχεις πριν τους αγώνες;
«Καταρχάς δεν μπορώ να επικοινωνήσω με ανθρώπους για κάποιο λόγο. Ή διαβάζω ή βλέπω ταινίες ή ακούω μουσική αλλά το παραμικρό μπορεί να με νευριάσει. Επειδή ο άνδρας μου το ξέρει αυτό μια μέρα πριν δεν μου μιλάει (σ.σ. γέλια). Τώρα η ρουτίνα είναι κυριολεκτικά ρουτίνα. Ξυπνάς, κάνεις την πρωινή προπόνηση, διατροφή, το βράδυ πάλι προπόνηση, γυρνάς σπίτι, τάδε ώρα ύπνος. Είναι πραγματικά μια ρουτίνα, αλλά είναι όμορφη, εμένα μου αρέσει πάρα πολύ αυτό που ζω».
Έχεις κάποιο γούρι;
«Έχω, αλλά δεν μπορώ να πω γιατί αλλιώς δεν θα είναι γούρι (σ.σ. γέλια)».
Έχεις σπουδάσει φωτογραφία και είσαι και πτυχιούχος ΤΕΦΑΑ. Πώς ισορροπείς την καλλιτεχνική με την αθλητική σου πλευρά;
«Αυτή τη στιγμή η καλλιτεχνική μου ζωή είναι κλεισμένη σε ένα ντουλαπάκι (σ.σ. γέλια). Δεν έχω χρόνο να ασχοληθώ καθόλου, έχω μια σελίδα αλλά δεν μπορώ να κάνω τη σωστή διαφήμιση που πρέπει. Δεν μπορώ να δουλέψω τις ώρες που θέλω, γιατί όλες οι φωτογραφίσεις έρχονται τα Σαββατοκύριακα, που τότε θέλω να ξεκουραστώ, δεν μπορώ να δουλεύω 7/7. Πλέον είναι σαν χόμπι, όταν κάποιος φίλος για παράδειγμα έχει μια βάφτιση τότε πάω. Όταν με το καλό τελειώσω τον αθλητισμό θέλω να ασχοληθώ με τη φωτογραφία, γιατί μου αρέσει και το έχω».
Είμαι πολύ αισιόδοξος άνθρωπος, ξέρω ότι στο τέλος όλα θα πάνε καλά, δεν γίνεται αλλιώς
Έχεις ασχοληθεί ωστόσο και με το μόντελινγκ. Αυτό πώς μπήκε στη ζωή σου και τι έχεις αποκομίσει από αυτό;
«Ήταν εύκολα χρήματα, υπάρχουν πολλές δουλειές στο μόντελινγκ. Με είδε ένα παιδί στο mall και μου είπε να έρθω στο πρακτορείο που ήταν. Πήγα εκεί και ξεκίνησαν οι δουλειές. Απλά εγώ με το αθλητικό κορμί δεν μπορούσα να κάνω πασαρέλα, γιατί είμαι γραμμωμένη και δεν φαίνονται ωραία τα ρούχα. Υπάρχουν όμως όπως είπα πολλές δουλειές στο μόντελινγκ, έβγαινα στις εκπομπές, έκανα promotion που είναι το αγαπημένο μου. Ως άνθρωπος είμαι πάρα πολύ κοινωνικός».
Το Παγκόσμιο είναι κάτι που πάντα ονειρευόμουν και αν έρθει θα είναι μια αξέχαστη και ξεχωριστή στιγμή
Ποιο πιστεύεις ότι είναι το μεγαλύτερο θετικό σου και ποιο αρνητικό σου;
«Είμαι πάρα πολύ θετικός άνθρωπος, ακόμα και κάτι άσχημο να συμβεί και στενοχωρηθώ προς στιγμήν, την επόμενη μέρα είμαι καλά. Είμαι πολύ αισιόδοξος άνθρωπος, ξέρω ότι στο τέλος όλα θα πάνε καλά, δεν γίνεται αλλιώς. Τώρα κάτι που θα ήθελα να αλλάξω δεν έχω, αλλά ίσως θα ήθελα να ελέγχω πιο πολύ τον θυμό μου. Γιατί άμα κάτι συμβαίνει στη ζωή μου που δεν μου αρέσει, θυμώνω και δεν ελέγχω ούτε τι λέω, ούτε τι κάνω. Συμβαίνει σπάνια, πρέπει να είναι κάτι ακραίο, αλλά έχει συμβεί. Ίσως αυτό θα ήθελα να το διορθώσω, αλλά ίσως και όχι (σ.σ. γέλια)».

Πες μου για το Παγκόσμιο που έρχεται.
«Είναι κάτι πολύ όμορφο που έρχεται στη ζωή μου και ανυπομονώ. Ακόμα είμαι μέσα, δύσκολα να μην πάω, δηλαδή 99.9% θα πάω, αλλά μέχρι να έρθει η μέρα που κλείνει η προθεσμία δεν θέλω να λέω πολλά. Πάντως είναι κάτι που πάντα ονειρευόμουν και αν έρθει θα είναι μια αξέχαστη και ξεχωριστή στιγμή».