Ο οδηγός της Haas, Όλιβερ Μπέρμαν, μίλησε για τις οικονομικές θυσίες του πατέρα του προκειμένου να τρέξει στις μικρές κατηγορίες και πως το απρόσμενο ντεμπούτο του με την Ferrari, του άλλαξε την πορεία!
Ο Όλι Μπέρμαν διανύει αισίως το 2025 την «πραγματική» rookie σεζόν του με την ομάδα της Haas, ύστερα από τρείς αγώνες το 2024, έναν με την Ferrari ως αντικαταστάτης του Κάρλος Σάινθ που χρειάστηκε να εγχειριστεί άμεσα για σκωληκοειδίτιδα στην Σαουδική Αραβία και άλλους δύο για την Haas σε Αζερμπαιτζάν και Βραζιλία ως αντικαταστάτης του Κέβιν Μάγκνουσεν.
Ο Βρετανός μίλησε στο motorsport.com για το πως του άλλαξε την πορεία το ξαφνικό ντεμπούτο του με την Scuderia και πως ο πατέρας του θυσίασε τα πάντα για να μπορέσει ο ίδιος να ξεδιπλώσει το ταλέντο του και πως ο ίδιος έμαθε να διαχειρίζεται την πίεση για άμεσα αποτελέσματα και την διατήρηση υπό έλεγχο των προσδοκιών.
Ο ίδιος θυμήθηκε μια ιστορία από το 2023, λίγο μετά το τριήμερο που τον «έβαλε στον χάρτη» στην Formula 2, όταν στο Μπακού κατάφερε να κερδίσει και τους δύο αγώνες. Τότε ένας από τους χορηγούς του τον κάλεσε για μια συνάντηση.
«Έκαναν λίγη αναμπουμπούλα. Στη συνέχεια έδειξαν μια Ferrari Roma που ήταν παρκαρισμένη εκεί κοντά. Την κοίταξα και όταν γύρισα πίσω, μου έδωσαν τα κλειδιά λέγοντάς μου: «Χρόνια πολλά».
Ο Όλι εμβρόντητος, τηλεφώνησε αμέσως στον πατέρα του Ντέιβιντ για να μοιραστεί τα νέα. «Δεν θα το πιστέψεις αυτό!» είπε. Η απάντηση που ήρθε αφοπλιστική: «Αυτό είναι καταπληκτικό, αλλά ξέρεις ότι θα πρέπει να πληρώσουμε για ασφάλεια – και αυτό δεν θα είναι φτηνό».

Στο σπίτι των Μπέρμαν, τα προβλήματα του πραγματικού κόσμου δεν ήταν ποτέ μακριά. Ο Όλι πήρε το πρώτο του μεταχειρισμένο καρτ για τα Χριστούγεννα του 2011 όμως πάντα παρέμενε προσγειωμένος. Αγωνίζονταν στο Ηνωμένο Βασίλειο, επειδή οι αγώνες στην Ιταλία ήταν πολύ ακριβοί και δεν υπήρχε η επιλογή να λείπει από το σχολείο. Ο ίδιος ο Ντέιβιντ, ο πατέρας του έτρεχε σε αγώνες συλλόγων(club level) με μια Porsche.
«Ο πατέρας μου έτρεχε σε αγώνες, και ο παππούς μου πριν από αυτόν. Ήταν απλά αγώνες συλλόγου, για διασκέδαση. Δεν είχαν τον προϋπολογισμό – ή μάλλον το ταλέντο (λέει γελώντας) για να πάνε πολύ παραπέρα. Θυμάμαι ότι έβλεπα τον πατέρα μου να τρέχει με την Porsche του όταν ήμουν πέντε ή έξι ετών και μου άρεσε πολύ. Ο ήχος, οι μυρωδιές, το όλο πράγμα. Τότε ήταν που ερωτεύτηκα τους αγώνες». Όταν όμως έγινε φανερό ότι ο γιός του είχε πραγματικό ταλέντο, ο Ντέιβιντ δεν δίστασε και παράτησε τους αγώνες για να τον στηρίξει. «Σταμάτησα τους αγώνες. Κάθε δεκάρα που είχα πήγε στο καρτ.» είχε δηλώσει.
Η οικογένεια έκανε θυσίες για να κρατήσει το όνειρο ζωντανό, γνωρίζοντας ότι μια δεύτερη ευκαιρία ήταν απίθανη. «Θυμάμαι όταν ανέβηκα από τα καρτ στην F4. Ο μπαμπάς μου ήταν ξεκάθαρος – δεν είχαμε την πολυτέλεια να κάνουμε δύο, τρεις, τέσσερις σεζόν. Ήταν απλά πολύ ακριβό. Έπρεπε να μειώσουμε ακόμα και τις ημέρες δοκιμών.»

Αυτή η ανάγκη για άμεση απόδοση – με μηδενικά χιλιόμετρα – έγινε ένα δυνατό σημείο για τον Όλι. Ήταν γρήγορος από την αρχή στην F4, στην F3 και ξανά στην F2. Αλλά ακόμη και με αυτή τη φήμη, κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει πόσο λίγη προσοχή θα έπαιρνε πριν από το ντεμπούτο του στην Formula 1 στην Σαουδική Αραβία πέρυσι.
«Ήταν κυριολεκτικά μια ξαφνική ειδοποίηση λίγων ωρών», λέει ο Μπέρμαν χαμογελώντας. «Αλλά ήταν η μεγαλύτερη ευκαιρία της ζωής μου. Τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά στην F2 εκείνη την εποχή και ξαφνικά είχα την ευκαιρία να δείξω τι μπορούσα να κάνω σε ένα μονοθέσιο της Ferrari.»
«Ήμουν τυχερός που πήρα εκείνη την ευκαιρία. Είχα περάσει μόνο δύο ημέρες σε μονοθέσιο της F1 στο παρελθόν, οπότε ήμουν προσεκτικός – δεν ήθελα να τα κάνω θάλασσα. Αυτό με κράτησε λίγο πίσω, αλλά νομίζω ότι έδειξα ακόμα περίπου το 50% του τι είμαι ικανός να κάνω. Και αυτό ήταν αρκετό για να φτάσω εδώ. Ειλικρινά, δεν ξέρω πού θα ήμουν τώρα αν δεν είχε συμβεί η Τζέντα.» Σε εκείνο το Γκραν Πρι, με ελάχιστη προετοιμασία, ο Βρετανός κατάφερε να τερματίσει 7ος, πραγματοποιώντας αρκετές τολμηρές προσπεράσεις, αυξάνοντας «εν μια νυκτί» τις μετοχές του στον κόσμο της Formula 1!

Τέσσερις μήνες μετά ήταν επίσημα οδηγός της Haas στην Formula 1. «Ήταν μετά το Σαββατοκύριακο της Αυστρίας, λίγο πριν το Silverstone – νομίζω τη Δευτέρα ή την Τρίτη. Επέστρεφα αεροπορικώς στην Αγγλία και έλαβα τα νέα: θα ήμουν οδηγός αγώνων της Haas για το 2025. Μια ολόκληρη σεζόν. Αυτή ήταν μια πραγματικά ξεχωριστή στιγμή. Εκ των υστέρων, ήμουν λίγο κακομαθημένος πέρυσι», παραδέχεται. «Οδήγησα τη Ferrari, πήρα βαθμούς. Στη συνέχεια έκανα το ίδιο με τη Haas στο Μπακού. Ακόμα και στη Βραζιλία μπήκα στο Q3 και πάλεψα στην πρώτη 10άδα. Το θεωρούσα κατά κάποιο τρόπο δεδομένο ότι θα ήμουν στους βαθμούς κάθε φορά που θα έμπαινα στο αυτοκίνητο.»
«Αλλά φέτος αφυπνίστηκα. Τα περιθώρια είναι τόσο στενά – δεν είμαστε σε θέση να παλεύουμε για βαθμούς κάθε Σαββατοκύριακο. Έπρεπε να επαναπροσδιορίσω τις προσδοκίες μου για να αποφύγω την απογοήτευση. Υπήρχαν αγώνες όπου ένιωσα ότι οδήγησα καλά, τα Σαββατοκύριακα ήμουν περήφανος για την απόδοσή μου, αλλά είναι δύσκολο να νιώθεις ικανοποιημένος όταν βλέπεις το όνομά σου στην 12η ή την 15η θέση.»
«Προσπάθησα να μην αφήνω τα αποτελέσματα να με ρίχνουν και να είμαι ειλικρινής με τον εαυτό μου. Αν έχω κάνει καλή δουλειά, χρησιμοποιώ αυτή την ενέργεια για τον επόμενο αγώνα. Πέρυσι οι βαθμοί ήρθαν αρκετά εύκολα και αυτό διαμόρφωσε λίγο τις προσδοκίες. Φέτος αγωνιζόμαστε περισσότερο απ’ ό,τι νομίζαμε. Το να σκοράρουμε με συνέπεια είναι δύσκολο, αλλά έχω σούπερ κίνητρο. Το να κρατάμε τη σωστή νοοτροπία και να παραμένουμε θετικοί είναι πολύ σημαντικό».

Αυτή η επιτακτική ανάγκη για απόδοση ήταν πάντα μέρος του DNA του Μπέρμαν. Αλλά τώρα, υπό από την ομπρέλα προστασίας της Ferrari, μπορεί να επικεντρωθεί στην απόδοση στην πίστα και όχι στην επιβίωση. Ακόμα θυμάται τα νεύρα της πρώτης του επαφής με τη Scuderia. «Αφού κέρδισα τον τίτλο στην Ιταλική F4, η ακαδημία οδηγών της Ferrari με κάλεσε για δοκιμές στο Φιοράνο. Θυμάμαι να μπαίνω στο γραφείο του Λορέν Μεκίς – ήταν ο αθλητικός διευθυντής της ομάδας εκείνη την εποχή. Ήμουν 15 ετών και καθόμουν απέναντι από κάποιον που είχα δει στην τηλεόραση. Ήξερα ότι έπρεπε να τους πείσω ότι άξιζα την επένδυση. Νομίζω ότι τα χέρια μου έτρεμαν.»
Ύστερα ήρθε η ώρα να βγει στην πίστα. «Θυμάμαι τέλεια τη στιγμή που βγήκα από το γκαράζ του Fiorano. Είχα παρακολουθήσει τον Αλόνσο, τον Σουμάχερ, τον Φέτελ, τον Λεκλέρ – όλοι είχαν οδηγήσει αυτή την πίστα. Εγώ ήμουν μόνο σε ένα μονοθέσιο F4, αλλά ήταν κάτι το ξεχωριστό. Και δύο χρόνια αργότερα, έκανα την πρώτη μου δοκιμή στην F1. Αυτή είναι μια μέρα που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Φορώντας αυτή την κόκκινη στολή… δεν μπορείς να περιγράψεις πώς νιώθεις. Με έκανε περήφανο – και με έκανε να έχω απίστευτο κίνητρο να το ξαναφορέσω».
Ο Όλι έζησε στην Ιταλία και την Μόντενα μεταξύ 2023 και 2024, μετακινούμενος συχνά στο Μαρανέλο για δουλειά στον προσομοιωτή. «Η Μόντενα είναι πανέμορφη. Ακόμα σταματώ εκεί όταν βρίσκομαι στην περιοχή. Αυτή τη στιγμή, δεν σκέφτομαι τη Ferrari. Αισθάνομαι ότι έχω αυτό που χρειάζεται για να οδηγήσω για την ομάδα μια μέρα, αλλά είναι στο χέρι μου να το αποδείξω. Είμαι σίγουρος ότι η Ferrari πιστεύει σε μένα – με στήριξαν μέχρι εδώ και μου έδωσαν την ευκαιρία που έχω τώρα. Αυτό είναι που με κάνει να σηκώνομαι από το κρεβάτι κάθε πρωί. Θέλω να αγωνίζομαι με τα κόκκινα. Θέλω να κερδίζω με κόκκινα. Αυτό είναι το βασικό μου κίνητρο».

Όσο για εκείνη την Ferrari που του έγινε δώρο το 2023; «Είναι αλήθεια- είναι το πιο πολύτιμο πράγμα που έχω στην κατοχή μου. Η πρώτη μου Ferrari, και ήρθε με έναν τόσο ιδιαίτερο τρόπο. Από τότε βρίσκεται στο γκαράζ.» λέει ο Μπέρμαν. «Η ασφάλεια; Την πληρώνω εγώ τώρα!»
Όσο για τον πατέρα του; Τώρα παρακολουθεί με καμάρι τον γιό του και έχει επικεντρωθεί στην στήριξη της καριέρας του μικρότερου αδερφού, του Τόμας, ο οποίος φέτος αγωνίζεται στην Βρετανική F4. «Αν ο Όλι είχε παραμείνει στην F2, δεν θα μπορούσα να χρηματοδοτήσω και τους δύο. Αλλά όλα πήγαν καλά» είπε ο Ντέιβιντ.