Skip to content Skip to footer

Χαράλαμπος Ταϊγανίδης: «Τα όνειρα όρια δεν έχουν – όταν φύγεις από την ζώνη βολέματος σου θα δεις ποιος πραγματικά είσαι»

Ο Χαράλαμπος Ταϊγανίδης είναι γνωστός Έλληνας κολυμβητής. Ξεκίνησε την καριέρα του το 1985, θέλοντας να ξεπεράσει τον φόβο του για το νερό και την θάλασσα και έκτοτε έγινε ο μεγαλύτερος λάτρης της κολύμβησης.

Η καριέρα του αξιοζήλευτη, αφού κατάφερε να πανηγυρίσει 14 παγκόσμιους τίτλους και 10 μετάλλια σε Παρολυμπιακούς Αγώνες, εκ των οποίων τα έξι στους Παρολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνο το 2008, όπου ήταν και σημαιοφόρος για την χώρα μας.

Η απόσυρση του από την ενεργό δράση δεν σήμανε και το τέλος της σχέσης του με το νερό. Όπως ο ίδιος λέει τα όνειρα όρια δεν έχουν, κάτι που έχει αποδείξει με τις τεράστιες κούρσες Ρόδος – Πανορμίτης και Σούδα – Σητεία, και αναμένεται να το αποδείξει και σήμερα Σάββατο 25/4, όπου θα βρεθεί στο Εθνικό Κολυμβητήριο της Θεσσαλονίκης κολυμπώντας από τις 17:00 και για 24 ώρες προκειμένου να στηρίξει τα παιδιά με καρκίνο του συλλόγου Λάμψη.

Ο ίδιος μίλησε αποκλειστικά στις Μπαλαδόφατσες και τον Λευτέρη Τσαχουρίδη για όλα όσα έχει πετύχει, που για πολλούς φαντάζουν ακατόρθωτα αλλά και για τους νέους στόχους που θέτει με το βλέμμα του στο μέλλον.

Ξεκίνησες την κολύμβηση για να ξεπεράσεις την φοβία σου για το νερό. Πώς κατάφερες να ξεπεράσεις αυτό σου τον φόβο και να γίνεις ο καλύτερος φίλος του νερού;

«Ο λόγος που ξεκίνησα να κολυμπάω ήταν ότι φοβόμουν το νερό. Δεν μπορούσα να μπω στην θάλασσα όταν πήγαινα διακοπές με τους γονείς, γιατί φοβόμουν ότι θα με τραβήξει η θάλασσα, ότι θα πνιγώ, ότι θα με φαν τα ψάρια. Αυτός ο φόβος παρακίνησε τους γονείς μου να με πάνε να μάθω να κολυμπάω, ή τουλάχιστον να έρθω σε επαφή με το υγρό στοιχείο για να δω ότι όλα αυτά ήταν μια φαντασία του μυαλού μου.

Το 1985 πήγα για πρώτη φορά στις πισίνες και ουσιαστικά εκεί ξεκίνησα να μαθαίνω σιγά σιγά τι είναι το κολύμπι. Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι, όταν με πιάσανε και με ρίξανε μέσα στην πισίνα, γιατί όταν είδα εγώ το νερό φοβήθηκα και δεν έμπαινα μέσα και έτσι με πετάξανε. Ξαφνικά είδαν ένα άνθρωπο να κολυμπάει. Ο φόβος αυτός μπορώ να πω ότι ήταν ένας φόβος που τον είχα καλλιεργήσει εγώ από μόνος μου βλέποντας πολύ τηλεόραση. Αυτός ο φόβος όμως ουσιαστικά μου έδωσε την δυνατότητα να καταλάβω ότι δεν υπάρχει τίποτα που δεν μπορούμε να κάνουμε. Από όταν με ρίξανε στην πισίνα το αγάπησα πάρα πολύ και ουσιαστικά αφοσίωσα την ζωή μου στην πισίνα. Από το 1985 που βούτηξα για πρώτη φορά δεν έχω σταματήσει ποτέ φέρνοντας πολλές επιτυχίες στην χώρα μου και κάνοντας όλα αυτά που κάνω».

Το 2003 διαγνώστηκες με μια σοβαρή ασθένεια των ματιών σου πέρασε ποτέ από το μυαλό να τα παρατήσεις;

«Αυτό το πρόβλημα ουσιαστικά το είχα από μικρό παιδί, απλώς εγώ δεν το καταλάβαινα. Όταν ξεκίνησα την κολύμβηση πάντα κολυμπούσα χωρίς γυαλάκια, με αποτέλεσμα όταν τελείωνα την πολύωρη προπόνηση το χλώριο που τότε έριχναν με τους κουβάδες να κάνει τα μάτια μου να τσούζουν και δεν μπορούσα να δω ούτε μακριά ούτε καθαρά. Τότε νόμιζα ότι ήταν από το χλώριο και δεν έδωσα καμια σημασία. Κατάφερα μέχρι το 2003 να αναδειχθώ σαν πρωταθλητής Ελλάδος με Πανελλήνια ρεκόρ ανδρών και συμμετοχές στην Ευρώπη. Είχα και την τιμή να πάρω μέρος σε ένα Παγκόσμιο Πρωτάθλημα 25αρας ως μέλος της Εθνικής ομάδας. Κατάφερα να κάνω πολλά πράγματα, όμως το 2003 που ήταν να κολυμπήσω στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα που ήταν και η προλυμπιακή χρόνια έπεφτα πάνω στις διαδρομές, δεν μπορούσα να εστιάσω, δεν μπορούσα να κολυμπήσω. Τότε κατάλαβα ότι κάτι γινόταν με τα μάτια μου και δεν μπορούσα να δω καλά. Πήγα έκανα εξετάσεις και διαγνώστηκε ότι αυτή η θολούρα ήταν από την γέννηση μου, από ένα τραύμα του κεντρικού οπτικού νεύρου και ουσιαστικά αυτός ήταν ο λόγος που δεν μπορούσα να δω καθαρά.

Το γεγονός αυτό μου έδωσε την δυνατότητα να κολυμπήσω με αθλητές που είχαν οπτική αναπηρία, η οποία ήταν η κατηγορία μου η S13. Εκεί όλοι οι κολυμβητές που αντιμετώπιζα σαν αντιπάλους είχαμε σχεδόν το ίδιο ή ανάλογο πρόβλημα για να μην υπάρξει κάποια αδικία ότι αυτός δεν βλέπει ή είναι τυφλός ολικά. Προσωπικά δεν το έβαλα κάτω, γιατί πίστεψα ότι μπορούσα να κάνω πολλά πράγματα. Δεν θεώρησα ποτέ ότι ένα πρόβλημα, το οποίο αντιμετώπισα ή το είχα ή το ανακάλυψα ήταν αυτό που θα μπορούσε να σταματήσει τα όνειρα μου και την σταδιοδρομία μου ως κολυμβητής. Το πάλεψα, το αποδέχτηκα και και σκέφτηκα, ότι αφού πορευόμουν με αυτό τόσο καιρό δεν υπήρχε λόγος να σκέφτομαι ξαφνικά ότι υπάρχει ένα βουνό, ένα πρόβλημα και σταματάω αυτό που κάνω. Αφού από το 1985 μέχρι το 2003 κατάφερα να κάνω πολλά πράγματα και με το πρόβλημα, λέω γιατί να μην πάμε και να συνεχίσουμε παρακάτω. Τα όνειρα όρια δεν έχουν, αυτό είναι το μότο μου και χάρη σε αυτό το μότο έφτασα ως εδώ».

Ένα χρόνο μετά, το 2004 ήρθαν και οι Παραολυμπιακοί της Αθήνας. Ποιο ήταν το κλίμα τότε στην Αθήνα, και πως ήταν το συναίσθημα να αγωνίζεσαι μέσα σε κατάμεστο στάδιο;

«Για να φτάσω και να αγωνιστώ στους Παραολυμπιακούς αγώνες του 2004, δεν είναι κάτι στο οποίο βρήκα μια πόρτα ανοιχτή με ένα πρόβλημα και μου είπαν κύριε Ταϊγανίδη περάστε, κολυμπήστε. Όταν ξαφνικά μαθαίνεις ότι έχεις ένα πρόβλημα αρχικά πρέπει να το αποδεχτείς. Εκείνη την στιγμή είναι ότι η ζωή σε στριμώχνει σε μια γωνιά και δεν έχεις καμία επιλογή, παρά μόνο να πεις συνεχίζω και δεν εγκαταλείπω τον εαυτό μου, τα όνειρα και τις δυνατότητες μου, οπότε δεν έχεις άλλη επιλογή εκείνη την στιγμή από το να πεις, να προχωρήσω ή αν σταματήσω πάντα θα υπάρχει κάτι το οποίο θα λένε αν συνέχιζε τι θα γινόταν.

Σε αυτό το σημείο και εφόσον είπα ότι συνεχίζω, δέχτηκα ότι συνεπάγεται από εκεί και πέρα, το οποίο είναι ότι για να μπορέσω να πάρω μέρος στην Αθήνα 2004 έπρεπε να περάσω από γιατρούς. Αυτοί οι γιατροί ήταν της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας, εγώ κατέθεσα τα χαρτιά μου, ότι είχα οπτικό πρόβλημα, το οποίο ήταν πιστοποιημένο από κρατικό νοσοκομείο, το οποίο το δέχτηκαν αυτοί και πέρασα το λεγόμενο , classification,όπου με εξέταζαν γιατροί της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας, οι οποίοι ήταν διαφόρων εθνοτήτων. Εμένα με εξέτασαν τρεις οφθαλμίατροι, ένας Γάλλος, ένας Ρώσος και ένας Άγγλος, καμία σχέση μεταξύ τους σαν χώρες. Με εξέτασαν και ουσιαστικά την πιστοποίηση την πήρα από ένα γαλλικό ινστιτούτο που έστειλαν τα χαρτιά μου για επιβεβαίωση.

Πέρασε μια εβδομάδα όπου περίμενα να ακούσω ότι το classification πέρασε και με δέχτηκαν και η επόμενη μέρα μπορώ να πω ότι ήταν και το πρώτο αγώνισμα, τα 100μ. πεταλούδα, το οποίο ήταν και το πρώτο χρυσό, πρώτο αγώνισμα, πρώτο χρυσό, το πρώτο μετάλλιο στην Ελλάδα. Το γήπεδο του ΟΑΚΑ ήταν κατάμεστο 5.000 κόσμος, Εθνικές σημαίες φώναζαν το όνομα σου, έδειχναν πόσο χαρούμενοι είναι. Τα αισθήματα δεν μπορώ να τα περιγράψω, είναι απερίγραπτα, είναι μεγάλα, είναι δυνατά, συγκίνηση και εκείνη την στιγμή που τερμάτισα και κατάλαβα τι είχα κάνει ήρθε κατευθείαν στο μυαλό μου η σκέψη το ότι όταν κατάλαβα το πρόβλημα είπα δεν θα τα παρατήσω. Εκείνη την στιγμή είπα δεν πρέπει να τα παρατάμε ποτέ, ότι δυσκολίες και αν εμφανιστούν στην ζωή μας πρέπει να τις αποδεχόμαστε, να χαμογελάμε και να δείχνουμε ότι εμείς είμαστε πιο δυνατοί από αυτές».

Ποια ήταν η πρώτη σου αντίδραση όταν έμαθες ότι θα είσαι ο σημαιοφόρος της Ελλάδας στους Παραολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνο το 2008;

«Ήταν μια μεγάλη τιμή για εμένα, ήταν μια πολύ μεγάλη ευθύνη, γιατί ουσιαστικά το να κρατάει κάποιος την Ελληνική σημαία και να μπαίνει μέσα στο στάδιο εκπροσωπώντας την χώρα του και όλους τους άλλους αθλητές, δείχνει ότι εκείνη την στιγμή αντιπροσωπεύει μια ολόκληρη χώρα, ένα ολόκληρο έθνος, όλους τους Έλληνες, οι οποίοι περιμένουν να ακούσουν τον Εθνικό ύμνο. Αισθάνθηκα μεγάλη ευθύνη, αισθάνθηκα ένα μεγάλο βάρος, αλλά ήταν ένα πολύ χαρούμενο βάρος αυτό το ήθελα, το επιζητούσα.

Δεν μου στέρησε σε τίποτα, ούτε σε δύναμη ίσα ίσα αυτό το βάρος ήταν μια τεράστια δύναμη και περίμενα πως και πως να έρθουν οι αγώνες, ώστε να υποχρεώσω όλους όσους βρισκόντουσαν εκεί στο Πεκίνο, ένα στάδιο χωρητικότητας 25.000 θεατών να σηκωθούν για 1,5 λεπτό από την καρέκλα να ακούσουν τον Εθνικό ύμνο και να βάλω τη χώρα μου στο ψηλότερο σκαλοπάτι. Αυτό ήταν το όνειρο και τα κατάφερα φέρνοντας έξι μετάλλια (2 χρυσά, 3 ασημένια και 1 χάλκινο) και δύο Παγκόσμια ρεκόρ. Το συναίσθημα ήταν τεράστιο, ήταν κάτι που δεν είχε ξαναγίνει από κανένα Έλληνα αθλητή να φέρει σε Ολυμπιάδα έξι μετάλλια και εφόσον μιλάμε για ισότητα και πλέον όλοι λένε ότι δεν υπάρχουν Παραολυμπιονίκες αλλά μόνο Ολυμπιονίκες θεωρώ ότι το κατόρθωμα μου αυτό είναι ένα από τα κατορθώματα που δύσκολα θα γίνει από κάποιον αθλητή».

Ήταν μια δικαίωση για εσένα το γεγονός ότι σου δόθηκε η ευκαιρία να είσαι σημαιοφόρος;

«Ένιωσα μια δικαίωση. Είμαι πεισματάρης, είμαι εγωιστής και πάντα επιζητώ το καλύτερο. Ένιωσα μια μεγάλη χαρά, γιατί δικαιώθηκαν οι προσπάθειες που έχω καταβάλει τόσο εγώ όσο και η οικογένεια μου και η γυναίκα μου. Σίγουρα υπάρχει μια αίσθηση χαράς, επιβεβαίωσης, γιατί τίποτα δεν έρχεται εύκολα στην ζωή. Πρέπει να παλέψεις, πρέπει να μοχθήσεις, πρέπει να δώσεις, γιατί η ζωή δεν σου χρωστάει τίποτα. Πρέπει να της δώσεις πολλά, για να πάρεις λίγα. Αισθάνομαι δικαιωμένος για ότι έχω καταφέρει μέχρι στιγμής και επειδή όπως είπα είμαι πεινασμένος και εγωιστής, θεωρώ ότι μπορούμε να κάνουμε πάρα πολλά αρκεί να πιστεύουμε στις δυνατότητες μας, στα θέλω μας, στα όνειρα μας, να μην πάψουμε να ονειρευόμαστε.

Αυτό που με κρατάει «ζωντανό» είναι ότι τα όνειρα μου με φοβίζουν. Τα όνειρα μου είναι τόσο δυνατά που όταν τα εκμυστηρεύομαι σε δικούς μου ανθρώπους τρομάζουν. Όταν βλέπω στο πρόσωπο τους ότι δεν πιστεύουν ότι μπορώ να πετύχω κάτι, τότε αυτό που λέω το κάνω. Ξεπερνώντας τον εαυτό σου μπορείς να ανακαλύψεις ότι η δύναμη που έχεις μέσα σου είναι απεριόριστη, είναι μέγιστη και μπορείς να καταφέρεις τα πάντα και αυτό με κρατάει ακόμα «ζωντανό» και με πολλά θέλω».

Θα σε πάω στο 2022, σε μια στιγμή που θα θυμάσαι για πολλά χρόνια, όταν κολυμπούσες την απόσταση Ρόδος – Σύμη. Τότε δέχτηκες παρενόχληση από μια τουρκική ακταιωρό, θα ήθελες να μας μιλήσεις για αυτό;

«Η θάλασσα ήταν πάντα αυτό που με φόβιζε, ουσιαστικά μετά το Τόκιο, την τελευταία μου συμμετοχή σε Παραολυμπιακούς Αγώνες, είχα πιάσει τον προπονητή μου, τον Γιώργο Αδάμ και του είπα ότι θέλω να έρθω αντιμέτωπος με το φόβο μου, ο φόβος ήταν η θάλασσα, όχι το να μάθω να κολυμπάω. Μιλήσαμε και είπαμε ότι θέλουμε να κάνουμε μια μεγάλη απόσταση. Τότε αυτή η απόσταση ήταν το Ρόδος – Σύμη.

Κάνοντας αυτή την απόσταση στην πορεία δεχτηκαμε μια ενόχληση από την απέναντι πλευρά. Η αλήθεια είναι ότι ναι μεν δεχτήκαμε μια όχληση αλλά δεν μας ενόχλησαν, ήρθαν για επιβεβαίωση, γιατί ουσιαστικά όταν είδαμε το GPS υπάρχει ένα μέρος που είναι διεθνή ύδατα. Βέβαια και εμείς μπαίνουμε σε αυτούς και αυτοί μπαίνουν σε εμάς, απλά είδαν τέσσερις βάρκες κόσμο και ένα κολυμβητή μέσα και ήρθαν για επιβεβαίωση, το μόνο που μας είπαν ήταν αν έχουμε κάποια ανάγκη. Εμείς τους είπαμε ότι δεν έχουμε απολύτως τίποτα, κολυμπάμε, είναι ένας κολυμβητής που κολυμπάει από την Ρόδο στον Πανορμίτη και αυτό ήταν όλο. Για 200μ. μας ακολουθούσαν μέχρι να έρθει το δικό μας το λιμενικό και έπειτα αποχώρησαν. Απλά εκείνη την στιγμή, όταν ερχόντουσαν κατά πάνω μας μπορώ να πω, ότι τρομοκρατηθήκαμε, φοβηθήκαμε, γιατί λέγαμε τι θα γίνει, μπορεί να ήταν απρόβλεπτοι. Η ομάδα μου έδωσε, παρόλα αυτά θάρρος, μου είπαν «Μπάμπη συνέχισε δεν μας ενοχλούν» και συνεχίσαμε, και κάναμε το εγχείρημα που θέλουμε να κάνουμε.

Για όλο αυτό εμείς είχαμε προνοήσει, ώστε να ενημερώσουμε και το λιμεναρχείο της Σύμης και την απέναντι πλευρά, ότι την συγκεκριμένη ημερομηνία θα υπάρξει κάποιος κολυμβητής που θα κολυμπήσει προς την Σύμη. Σίγουρα υπήρξε φόβος με το περιστατικό που ανέφερα αλλά δεν υπήρχε ενόχληση».

Ένα χρόνο μετά, όπου μετά το Ρόδος – Σύμη έβαλες ένα άλλο μεγάλο στόχο, άλλη μια μεγάλη απόσταση, αυτή από το Λιμάνι της Σούδας – Σητεία. Ποια η κινητήριος δύναμη, ώστε να καταφέρνεις να διανύεις αυτές τις αποστάσεις;

«Είμαι πεινασμένος, δεν θεωρώ τον εαυτό μου χορτάτο με όσα έχω καταφέρει. Μπορεί να είμαι 44 αλλά αισθάνομαι 20-30 χρονών, είναι αυτό που είπα προηγουμένως, ότι δεν σταματώ να ονειρεύομαι. Δεν υπάρχουν για εμένα δικαιολογίες, γιατί οι δικαιολογίες φαντάζουν άνετες, αλλά σου στερούν την πρόοδο. Έχω μάθει στην ζωή μου να είμαι πειθαρχημένος να είμαι εκτελεστικός και ότι ονειρεύομαι να το πραγματοποιώ. Όπως είπα πριν δύσκολα όνειρα, μεγάλα όνειρα, τα οποία τρομάζουν.

Μετά το εγχείρημα Ρόδος – Πανορμίτης, όπου ήταν μια απόσταση 50 χιλιομέτρων,η οποία είναι καταγεγραμμένη ως παγκόσμιο ρεκόρ, αφού είναι ο γρηγορότερος καταγεγραμμένος χρόνος σε απόσταση 50 χιλιομέτρων σε ανοιχτό πέλαγος. Αργότερα ήθελα να κολυμπήσουμε μια μεγαλύτερη απόσταση για να αποδείξω στον εαυτό μου ότι τα 250 χιλιόμετρα δεν είναι αδύνατο να τα βγάλει ένας κολυμβητής. Σκεφτείτε ήμουν ένας κολυμβητής που ήμουν σπρίντερ, κολυμπούσα 50,100μ. και ξαφνικά κολυμπάω μεγάλες αποστάσεις. Όταν είπα στον προπονητή μου ότι θέλω να κολυμπήσω όλη την Κρήτη, το βόρειο τμήμα, πάγωσε, μου λέει «αυτό πως θα γίνει;» του λέω «με προπόνηση». Μου λέει«θα τα καταφέρουμε;», του λέω «αυτό δεν το ξέρει κανένας, εγώ μόνο το σκέφτηκα, το ονειρεύτηκα και θέλω να το πραγματοποιήσω». Όταν θες να πεις τα όνειρα σου πρέπει να τα λες σε ανθρώπους, οι οποίοι πιστεύουν σε εσένα, όταν εκμυστηρεύεσαι τα όνειρα σου, τα οποία οι περισσότεροι άνθρωποι όταν ακούνε γελάνε ή το πρώτο πράγμα που σου λένε είναι ότι αυτό δεν γίνεται, εγώ πάντα φεύγω. Δεν επιτρέπω σε κανένα να μου πει για κάτι που το έχω ονειρευτεί ότι δεν θα τα καταφέρω. Ο προπονητής μου, με το που του το είπα, μου είπε πάμε, αυτό το πάμε  ήταν για εμένα σαν να έχω κολυμπήσει την μισή απόσταση, γιατί είχα από πάνω μου το άτομο που με εμπιστεύεται και έκανε το όνειρο μου, όνειρο του. Αυτό το όνειρο μπορώ να πω ότι το είπα και στον Κωτσόβολο, γιατί ήταν ο μέγας χορηγός μου και του εκμυστηρεύτηκα αυτό που ήθελα να κάνω, γιατί ήθελα να αποδείξω στον κόσμο ότι τίποτα δεν είναι αδύνατο σε αυτό που προσπαθεί. Όταν κάποιος προσπαθεί τα φαινομενικά αδύνατα μπορούν να γίνουν δυνατά. Ο Κωτσόβολος με το που το άκουσε, μου είπε από τα πρώτα λεπτά, είμαι δίπλα σου, σε στηρίζω, για να κάνεις αυτό που για εμάς φαίνεται όχι αδύνατο αλλά απραγματοποίητο.

Αυτό που μου έδωσε κινητήριο δύναμη ήταν η υπόσχεση που είχα δώσει σε όλα τα παιδιά, είχα πάει σε πολλά σχολεία, είχα μιλήσει μαζί τους, τους έλεγα για τα όνειρα, τους έλεγα πόσο δύσκολη είναι η ζωή, αλλά και πόσο χαρούμενη μπορεί να γίνει η ζωή όταν πραγματοποιούν το όνειρο τους και όταν μάθουν ότι όταν πέφτουν πρέπει να σηκώνονται και να μην προσπαθούν να φοβηθούν από τους φόβους τους. Ήταν η υπόσχεση που τους είχα δώσει, γιατί μου έλεγαν , θα το κάνετε; , θα το καταφέρετε; , υπάρχουν ψάρια, καρχαρίες, υπάρχει δύσκολη θάλασσα. Εγώ τότε τους είπα όλα αυτά  θα τα σκέφτομαι και θα μου δίνουν δύναμη. Τότε ένα παιδί μου είπε αν τα καταφέρετε εγώ θα είμαι με ένα χαρτί, με ένα πανό και θα σας και θα γράφω «Τα όνειρα όρια δεν έχουν». Σε όλη την διάρκεια που κολυμπούσα αυτή την απόσταση των 250 χιλιομέτρων, είχα στο μυαλό μου αυτές τις εικόνες, εφόσον έδωσες μια υπόσχεση πρέπει να την τερματίσεις, με πόνο, με τραυματισμό, με χέρια, με πόδια. Όταν δίνεις ένα λόγο πρέπει να το τελειώνεις, γιατί ο κόσμος χρειάζεται να δει πως το φαινομενικά αδύνατο γίνεται δυνατό, γιατί όλοι στην ζωή μας έχουμε δυσκολίες, έχουμε πέσει, έχουμε απορριφθεί, πονέσαμε, τραυματιστήκαμε. Οι περισσότεροι είπαν μέχρι εδώ είμαι, ότι έκανα έκανα, δεν μπορώ άλλο, παραιτούμαι και συνεχίζω την ζωή μου έτσι απλά, όχι μπορούμε να τους δείξουμε ότι μπορούμε να κάνουμε πολλά περισσότερα και με τους τραυματισμούς που μπορεί να έχουμε, και με την αναπηρία, η οποία ξαφνικά μπορεί να μας ήρθε στο δρόμο, μπορούμε να κάνουμε πολλά περισσότερα και αυτό μου έδωσε την δύναμη. Στην Σητεία καταφέραμε και γράψαμε την μεγαλύτερη κολυμβητική απόσταση που έχει διανυθεί από αθλητή με αναπηρία και μια από τις μεγαλύτερες αποστάσεις γενικά».

Μάλιστα ο χρυσός χορηγός σου ετοίμασε και ένα βίντεο που αποτύπωνε όλη αυτή την προσπάθεια

«Ακριβώς ο Κωτσόβολος βλέποντας όλη αυτή την προσπάθεια το κάναμε ντοκιμαντέρ, το ντοκιμαντέρ λέγεται «Δυνατός» και μπορούν όλοι όσοι θέλουν να το δουν στο YouTube του Κωτσόβολου πληκτρολογώντας «Δυνατός». Εκεί μέσα δείχνουμε αυτό που λέμε ότι τα φαινομενικά αδύνατα μπορούν να γίνουν πραγματικότητα όταν πιστεύουμε στον εαυτό μας. Όλοι μας περνάμε δύσκολες στιγμές, η ζωή όλων είναι μια ανηφόρα με πολλές στροφές, με πολλές λακούβες, με πολλές δυσκολίες. Πέφτουμε συνέχεια, πονάμε, κλαίμε, στερούμαστε, λέμε δεν μπορούμε άλλο, αλλά αυτό το βίντεο δείχνει ότι όταν έχεις πραγματική θέληση και αποδέχεσαι τους πόνους, τις αρνήσεις ή οποιεσδήποτε δυσκολίες υπάρχουν στην ζωή σου και συνεχίζεις, όταν θα φτάσεις στο τέρμα θα νιώσεις όπως δεν ένιωσες ποτέ. Αυτό το ντοκιμαντέρ δείχνει ότι τίποτα δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο σε έναν άνθρωπο που πιστεύει στον εαυτό του και κάνει τα όνειρα του πραγματικότητα, ανεξαρτήτως αν είναι κολυμβητής ή είναι ένας άνθρωπος απλός ή παλεύει για τη ζωή του. Αυτό το ντοκιμαντέρ έχει ένα νόημα ότι τα πάντα μπορούμε να τα καταφέρουμε, αρκεί να πιστέψουμε στον εαυτό μας».

Ποια είναι η προετοιμασία που απαιτείται για να κολυμπήσετε μια μεγάλη απόσταση όπως αυτή του Ρόδος – Σύμη ή αυτή από το λιμάνι της Σούδας μέχρι την Σητεία;

«Η προετοιμασία που κάνω είναι προπόνηση. Η προπόνηση που κάνω δεν έχει καμία σχέση με την προπόνηση που κάνεις στην πισίνα ή σαν σπρίντερ. Αυτή την στιγμή η προπόνηση έχει αλλάξει στα πολλά χιλιόμετρα. Προετοιμάζομαι στο να μπορώ να αντέξω σε δύσκολες καιρικές συνθήκες, προετοιμάζω το σώμα μου, ώστε να κολυμπάω για πολλά χιλιόμετρα σε σταθερό ρυθμό, γιατί στην θάλασσα δεν έχω κάτι να φοβηθώ, δεν έχω ανταγωνισμό, δεν έχω αντίπαλο, αυτό με ξεκουράζει. Αυτό που έχω να αντιμετωπίσω είναι οι καιρικές συνθήκες. Η προπόνηση γίνεται κάτω από σκληρές καιρικές συνθήκες, μερικές φορές και στην θάλασσα χειμώνα και έχουμε αλλάξει το τρόπο σκέψης, γιατί το να κολυμπήσει κάποιος 250 χιλιόμετρα ή 30 χιλιόμετρα δεν έχει να κάνει με την ταχύτητα, αλλά με την υπομονή και την αντοχή. Θα πρέπει να μάθεις να κολυμπάς σταθερά, χωρίς κλίση σε χαμηλούς ρυθμούς πολλά χιλιόμετρα. Αυτό στην αρχή μπορεί να φαίνεται δύσκολο, αλλά στην πορεία όσο το εξασκείς καταφέρνεις και κολυμπάς χιλιόμετρα, χωρίς να κουράζεσαι. Πιστέψτε ότι όσο και αν φαίνεται παράξενο αυτή την στιγμή απολαμβάνω το κολύμπι. Χαίρομαι να κολυμπάω γιατί έχει φύγει από μέσα μου η πίεση και ο ανταγωνισμός, το μόνο που έχει μείνει είναι το όνειρο η σκέψη».

Πως ήταν το συναίσθημα μετά από πέντε σερί παρουσίες σε Παρολυμπιάδες να παρακολουθείς τους Παραολυμπιακούς Αγώνες από την τηλεόραση, ένιωσες μια νοσταλγία;

«Αυτό είναι λογικό, όσες Παρολυμπιάδες και αν περάσουν γιατί λες υπήρξα και εγώ κάποια στιγμή ένας Παραολυμπιονίκης ή ένας Ολυμπιονίκης. Το θέμα είναι ότι στην ζωή μας πρέπει να αποδεχόμαστε κάποια πράγματα. Εγώ έχω αποδεχτεί, ότι η ημερομηνία μου έφτανε στο τέλος της στις πισίνες. Πρέπει κάποια στιγμή όλοι μας φτάνοντας σε ένα σημείο που λες ότι είχα να δώσω το έδωσα, να φεύγεις από το χώρο, για να δίνεις όλη αυτή την μαγεία, όλη αυτή την ιστορία που κουβαλάς μέσα σου, στα μικρά παιδιά, ώστε να τους βοηθήσεις να πραγματοποιήσουν και αυτά τα όνειρα τους.

Εγώ όσο και να ήμουν και τώρα να πήγαινα στην Γαλλία έπαιρνα ξανά ένα χάλκινο μετάλλιο, με τους χρόνους που κάνω τώρα στην πισίνα. Θα πει κανείς, γιατί δεν πήγα να πάρω ένα ακόμα χάλκινο μετάλλιο; γιατί δεν είχα να αποδείξω τίποτα στον εαυτό μου. Ήμουν χορτάτος, έφερα 10 Ολυμπιακά μετάλλια, 14 παγκόσμιους τίτλους, 24 παγκόσμια ρεκόρ, το να φέρω ένα 11ο μετάλλιο δεν μου λέει κάτι. Θεωρώ ότι έδωσα μια γερή βάση, ώστε τα νέα παιδιά να μπορέσουν να πραγματοποιήσουν και αυτά τα όνειρα τους και εγώ απ’ έξω, από την κερκίδα, όχι ως αθλητής να τους δώσω ό,τι μπορώ να τους δώσω, ώστε να μπορέσουν να πραγματοποιήσουν τα όνειρα τους. Αυτό για εμένα είναι ένας υγιής αθλητισμός, για αυτό παλεύω και αυτό δείχνω και στην θάλασσα, γιατί θα ήθελα να δείξω σε όλο το κόσμο, ότι οι αθλητές με αναπηρία δεν είναι αθλητές που αγωνίζονται μόνο στα στάδια στο στίβο ή στην κολύμβηση.

Οι αθλητές με αναπηρία είναι άνθρωποι που μπορούν να καταφέρουν τα πάντα και να κάνουν καλύτερους χρόνους ακόμα και από τους αρτιμελείς. Μπορούν να καταφέρουν επίσης τα πάντα φέρνοντας περισσότερες διακρίσεις από ένα αρτιμελή αθλητή. Εγώ το έχω αποδείξει, έχω φέρει 10 Ολυμπιακά μετάλλια, που δεν έχει φέρει ποτέ κανένας αθλητής Έλληνας σε ατομικά αθλήματα. Κολυμπώντας στις θάλασσες δείχνω ότι ένας αθλητής με αναπηρία μπορεί να καταφέρει να κολυμπήσει απεριόριστα μεγάλα και πολλά χιλιόμετρα στην θάλασσα αντιμετωπίζοντας συνθήκες που αντιμετωπίζει και ένας αρτιμελής αθλητής. Αυτό είναι για εμένα η δύναμη, όταν το 2024 κοιτούσα τους συναθλητές μου από την τηλεόραση και δεν ήμουν εκεί, παρόλα αυτά είχα άμεση επικοινωνία σχεδόν κάθε μέρα με όλους τους αθλητές, τους εμψύχωνα, τους έλεγα ότι είμαι εκεί, ότι ήμαστε ένα, χαιρόμουν, με το που φέρναμε μετάλλιο, με έπαιρναν τηλέφωνο μου έλεγαν «Μπάμπη τα καταφέραμε πήραμε μετάλλιο», αυτό ήταν για εμένα η μεγαλύτερη συγκίνηση που υπήρχε».

Έχεις σκεφτεί να ασχοληθείς με την προπονητική;

«Η αλήθεια είναι ότι δεν το έχω σκεφτεί ακόμα. Έχω τελειώσει γυμναστική ακαδημία, έχω πτυχίο προπονητή Α’ κατηγορίας και είμαι ένας διακριθέντας αθλητής με Ολυμπιακές διακρίσεις. Στο χώρο είμαι από το 1985, κοντά στα σαράντα χρόνια φτάνω. Αυτό που έχω να πω είναι ότι το να είσαι ένας καλός κολυμβητής και να έχεις καταφέρει τόσο πολλά πράγματα δεν σημαίνει ότι μπορείς να γίνεις και ένας πολύ καλός προπονητής. Έχω γίνει ένας πολύς καλός αθλητής, γιατί ήμουν ένας αθλητής και ήμουν ένας εκτελεστικός, έκανα ο,τι μου έλεγαν, γιατί πίστευα σε αυτόν που μου το λέει. Το να γίνω ξαφνικά ένας προπονητής, δεν έχω την εμπειρία. Εγώ δεν ντρέπομαι να πω την αλήθεια και δεν ντρέπομαι να δω την πραγματικότητα. Η εμπειρία που πρέπει να έχει ένας προπονητής, πρέπει να την ξεκινήσει από μικρός, δηλαδή να ξεκινήσει από μικρή πισίνα, να σταθείς δίπλα σε πολύ μεγάλα ονόματα προπονητών, ώστε να μάθεις τι σημαίνει προπονητής, ποιες ανάγκες έχει ένας προπονητής, πως πρέπει να είσαι σαν προπονητής, πόσο υπομονή πρέπει να έχεις, γιατί η υπομονή του αθλητή είναι τελείως διαφορετική με την υπομονή του προπονητή. Οι στόχοι ενός αθλητή, είναι ο στόχος ο ατομικός, ενώ ενός προπονητή ο συλλογικός. Μπορεί να έχει 10-20 αθλητές. Αυτό κερδίζεται και αναπτύσσεται με πολλά χρόνια μάθησης και πολύ δουλειά, κάτι το οποίο εγώ μέχρι στιγμής, επειδή είμαι ακόμα ενεργός αθλητής δεν έχω καταφέρει να αναπτύξω. Μπορώ να πω όμως ότι έχω άλλη δυνατότητα και άλλη δυναμική, στο να κάθομαι δίπλα στο προπονητή μου και να στηρίζω ψυχολογικά όλους τους αθλητές. Πιστεύω ότι αυτό μου δίνει την δυνατότητα να κάνω κάτι καλύτερο από το να πω ξαφνικά, επειδή είμαι ο Ταϊγανίδης, έχω φέρει Ολυμπιακά μετάλλια γίνομαι προπονητής και επειδή έχω κάνει κάποια μέτρα κάνω κάποια προπόνηση εγώ θα βγει και στα άλλα τα παιδιά, αυτό δεν ισχύει. Δεν έχω την εμπειρία του προπονητή, αλλά έχω την εμπειρία στο πώς μπορώ να εμψυχώσω ένα αθλητή, ένα παιδί να πραγματοποιήσει τα όνειρα του, να προσπεράσει τα προβλήματα του και αυτό που θα κάνω να είναι κινητήριος δύναμη και μια ευκολία στον προπονητή για να δώσει την δύναμη στον αθλητή του να κάνει αυτό που πρέπει να κάνει».

Θα σε πάω σε μια παλαιότερη δήλωση όπου είχες αναφερθεί στην φετινή χρονιά, στο 2025 και σε μια μεγάλη κούρσα την οποία ετοιμάζεις. Ποια θα είναι αυτή;

«Μετά το πέρας της Κρήτης, του βόρειου τμήματος της Κρήτης είναι αυτό που είπα ότι δεν υπάρχουν όρια στα όνειρα μας. Αυτή τη στιγμή μαζί με την ομάδα μου ετοιμαζόμαστε να ανακοινώσουμε σύντομα μια πολύ μεγάλη απόσταση στο Αιγαίο, το οποίο θα είναι κοντά στα 400 χιλιόμετρα. Με αυτό το τρόπο θα δείξουμε ότι τα όνειρα όρια δεν έχουν, αν έχουμε δίπλα μας ανθρώπους που μας στηρίζουν. Δεν θα είναι μόνο κολυμβητικό, θα έχει να κάνει και με την ιστορία, θα έχει να κάνει και με την θαλάσσια ζωή, και με το περιβάλλον μας, θα έχει να κάνει και με το πώς μπορούμε να διαφυλάξουμε αυτό το θησαυρό που έχουμε, που είναι η θάλασσα μας, τα νησιά μας. Όλος ο κόσμος γνωρίζει τα νησιά σαν ένα πολύ καλό προορισμό για διασκέδαση,για γαλήνη και διακοπές, αλλά τα νησιά μας όλα έχουν μια ιστορία, έχουν να πουν κάτι, έχουν να δείξουν κάτι. Έχουμε θαλάσσια ζωή, η οποία πρέπει να προστατευτεί, έχουμε πάρα πολύ καλή θάλασσα, την οποία γνωρίζει ο κόσμος αλλά πρέπει να δείξουμε κάτι παραπάνω από αυτό που φαίνεται. Ο σκοπός μας είναι κολυμπώντας 400 χιλιόμετρα και περνώντας από διάφορα μέρη να δώσουμε ένα πολύ μεγάλο μήνυμα, που ουσιαστικά μπορεί να είναι και το πρώτο δυνατό μήνυμα περιβαλλοντολογικό στο κόσμο που γίνεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Πιστεύω σύντομα να ανακοινώσουμε που θα γίνουν αυτά τα 400 χιλιόμετρα και κάτι παραπάνω».

Επειδή αναφέρθηκες και στο περιβαλλοντολογικό πρόβλημα, και δεδομένου ότι στο παρελθόν έχουμε δει να παίρνεις μέρος σε αρκετές, ποια είναι η αξία που δίνεις στον εθελοντισμό στην καθημερινή σου ζωή;

«Έχει πολύ μεγάλη σημασία. Υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι που κάνουν πολλά πράγματα στηρίζουν ανθρώπους, βοηθούν ανθρώπους και δεν θέλουν να φαίνονται. Ένας τέτοιος άνθρωπος είμαι και εγώ. Όταν είναι να κάνεις κάτι το κάνεις γιατί το νιώθεις, το θέλει η καρδιά σου και όχι για να το δείξεις και να πάρεις like, γιατί πλέον ζούμε και στην εποχή των like. Όλοι έχουν Instagram, Facebook, Tik Tok και ουσιαστικά χάνεται όλη αυτή η ουσία.

Για εμένα ο εθελοντισμός και το να κάνω διάφορα πράγματα βοηθώντας κάποιες ιδιαιτερότητες, κάποιες ομάδες ανθρώπων για την ανάδειξη τους ή για το έργο που κάνουν ή για το πόσο σημαντικό είναι να στηρίξουμε κάτι, το κάνω συνέχεια. Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι σύντομα (26-27 Απριλίου,17:00) στην Θεσσαλονίκη θα κολυμπήσω μια ολόκληρη μέρα, 24 ώρες για να στηρίξω την Λάμψη, που είναι για τον παιδικό καρκίνο, γιατί για εμένα η δύναμη και η θέληση για ζωή και η δύναμη ονείρων είναι πολύ σημαντικές, γιατί όλα αυτά που παίρναμε δεν είναι τίποτα μπροστά στο παιδικό καρκίνο. Αυτοί είναι για εμένα ήρωες και θα κάνουμε κάτι σύντομα (26-27 Απριλίου,17:00) στην Θεσσαλονίκη, στο Εθνικό κολυμβητήριο για να στηρίξουμε αυτά τα μικρά παιδάκια.

Όλο αυτό χρειάζεται μια δύναμη, μια αναγνωρισιμότητα, να μάθει ο κόσμος ότι στην Θεσσαλονίκη υπάρχει η Λάμψη που έχει να κάνει με τον παιδικό καρκίνο, με τα παιδιά που πρέπει να στηρίξουμε και να βοηθήσουμε και να δώσουμε και στους γονείς μια δύναμη, γιατί κακά τα ψέματα ένας γονέας όταν πονάει το παιδί του παρακαλάει να έρθει ο πόνος σε αυτόν και να απαλλαγεί το παιδί του. Εμείς αυτό που μπορούμε να κάνουμε, είναι να βγει προς τα έξω, ώστε να έρθει κόσμος να στηρίξει αυτά τα παιδιά».

Πως βλέπεις το τρόπο που αντιμετωπίζονται τα άτομα με αναπηρία στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες χώρες του εξωτερικού που επισκέφθηκες ως εν ενεργεία αθλητής;

«Αυτό που βλέπω εγώ μιλώντας και με κάποιους ανθρώπους με αναπηρία είναι ότι καμία σχέση το 2004 με το 2024, αλλά καμία σχέση και η Ελλάδα με άλλες χώρες του εξωτερικού όπως λέμε Αγγλία, Γερμανία, Ιταλία, ήμαστε ακόμα λίγο πίσω. Γίνονται ενέργειες και βλέπουμε ότι γίνονται κάποια πράγματα, αργά, αλλά χρειάζεται και πολύ στήριξη από τα ΜΜΕ, από χορηγούς,από εταιρίες, να στηρίξουν τον αθλητισμό.

Ο αθλητισμός μπορεί να δώσει πολλά πράγματα, μπορεί να ενώσει, είχε φτάσει τέτοια δύναμη που λέγανε ότι σταματούν μέχρι και οι πόλεμοι, όταν γίνονται Ολυμπιακοί και Παραολυμπιακοί αγώνες, γιατί ο αθλητισμός είναι η μέγιστη δύναμη που μπορούν να ενωθούν όλοι οι λαοί. Παρόλα αυτά πρέπει να γίνουν  ακόμα πολλά πράγματα, πρέπει να γίνουν πιο προσβάσιμα τα πεζοδρόμια, να γίνουν ακόμα πιο προσβάσιμοι οι χώροι για τους ανθρώπους με αμαξίδια, στην διεκδίκηση μιας δουλειάς να είναι όλοι ισάξιοι.

Όταν βλέπουμε έναν άνθρωπο με αμαξίδιο δεν πρέπει να τον βλέπουμε ως κάτι διαφορετικό, γιατί είναι άνθρωπος της κοινωνίας. Οι αθλητές με αναπηρία μπορούν να δώσουν πολλά περισσότερα από έναν άλλο αθλητή ή έναν άλλο άνθρωπο, γιατί ένας που έχει μια αναπηρία το έχει αποδεχτεί και με το πρόβλημα που έχει μπορεί να κάνει πολλά πράγματα, που κάποιος αρτιμελής να σταματούσε και να έλεγε δεν μπορώ να το κάνω. Η αναπηρία δεν είναι εμπόδιο, μπορεί να είναι η πόρτα, ώστε να μπορούμε να βελτιωθούμε όλοι μας και οι περισσότεροι άνθρωποι αλλά και να δώσουμε και την αφορμή και το χώρο σε όλους αυτούς τους ανθρώπους που έχουν κάποιο πρόβλημα που για να μπορέσουν να πάνε κάπου θα χρειαστούν την βοήθεια».

Τα ποσοστά παχυσαρκίας στη χώρα μας είναι αρκετά υψηλά. Από την εμπειρία σου και την παρουσία σου στα κολυμβητήρια θεωρείς ότι τα παιδιά ασχολούνται με τον αθλητισμό ή τα κερδίζει η οθόνη ενός κινητού, τα social media ή ακόμα και οι σχολικές υποχρεώσεις;

«Είναι μια πολύ μεγάλη συζήτηση, δηλαδή για να φτάσουμε σε κάποιο αποτέλεσμα θα πρέπει να παίξουν ρόλο πολλοί παράγοντες. Πιο συγκεκριμένα θα πρέπει να δοθούν ευκαιρίες στους γονείς να τρέξουν τα παιδιά τους στον αθλητισμό, γιατί αν είναι γονείς που πρέπει να δουλεύουν από το πρωί μέχρι το βράδυ για να βγάλουν τα προς το ζην, πως μπορεί το παιδί να πάει στον αθλητισμό; Καλό θα είναι τα παιδιά να ξεκολλήσουν από το κινητό και το λάπτοπ, να ξεκολλήσουν από το Instagram και το Tik Tok, να ξεκολλήσουν από την τάση του θα γίνω influencer, όπου ανεβάζοντας μια φωτογραφία ή κάτι προσωπικό θα πάρουν κάποια like και θα τους αναγνωρίσουν, αυτά είναι προσωρινά, αυτά είναι σταδιακά.

Θα πρέπει να έρθουν στον αθλητισμό, γιατί ο αθλητισμός σου ανοίγει την όρεξη να μάθεις πράγματα, να γίνεις πιο δυνατός. Μπορεί να σου προσφέρει πολλά περισσότερα από ένα κινητό ή ένα λάπτοπ που σε καίει και σε καταστρέφει. Ο αθλητισμός σίγουρα μπορεί να επιφέρει καλά αποτελέσματα, έχουμε μια τάση παχυσαρκίας, διότι όλα τα παιδιά αυτό που τους ενδιαφέρει είναι κάτι γρήγορο, δεν υπάρχει υπομονή, δεν υπάρχει θέληση.

Αυτό που είπα και πριν θα πρέπει να κάνουν όνειρα που να τους φοβίζουν και να να κυνηγούν να τα πιάσουν να μην είναι προσωρινά τα όνειρα. Το προσωρινό όνειρο, έχει μια προσωρινή επιτυχία, ενώ για ένα δύσκολο όνειρο θα πρέπει να θυσιάσεις πολλά πράγματα, θα πρέπει να φύγεις από την ζώνη βολέματος σου. Όταν θα φύγεις από την ζώνη βολέματος σου, τότε  θα δεις ποιος πραγματικά είσαι, τι πραγματικά θέλεις και ποιες είναι οι δυνατότητες σου. Όσο υπάρχει αυτή η ζώνη και είσαι εκεί μέσα και δεν βγαίνεις δεν καταφέρνεις τίποτα, για αυτό και τα περισσότερα παιδιά είναι στο κινητό, είναι στο Instagram, είναι στις οθόνες. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να κουράζεται ο εγκέφαλος, να δημιουργείτε η ανάγκη για φαγητό, μετά παχυσαρκία, γκρίνιες. Εμφανίζεται το δεν μπορώ να κάνω κάτι, γιατί φυσικά όταν πας να κάνεις κάτι στην αρχή είναι δύσκολο.

Εγώ πιστεύω ότι τα παιδιά θα πρέπει να αφιερώνουν τουλάχιστον 1-2 ώρες την ημέρα κάθε μέρα για το σώμα τους, να βγουν έξω, να παίξουν μπάλα, να παίξουν μπάσκετ, θα τους βοηθήσει γενικά και στο πνεύμα, και στο σώμα, και στη διάθεση και θα έχουν αυτή την περιέργεια του θα μπορέσω να κάνω κάτι; Σήμερα ένα παιδί μου είπε εγώ δεν μπορούσα να παίξω δέκα λεπτά μπάσκετ και ξαφνικά παίζω μια ώρα, ωραία άρα θα πάω να τρέξω στο βουνό τώρα, αυτό το παιδί βάζει στόχους. Μπορεί αυτός ο στόχος να είναι απαιτητικός αλλά του δίνει και το δικαίωμα να βάλει τον αθλητισμό στην ζωή του μετά».

Μίλησες πριν για τα παιδιά σου, τους έχεις μεταφέρει το μικρόβιο της αγάπης σου για την κολύμβηση;

«Για την κολύμβηση μπορώ να πω όχι. Σίγουρα όμως σε άλλα αθλήματα, όπως τοξοβολία και η κόρη μου και ο γιος μου είχαν στεφθεί πρωταθλήτρια και πρωταθλητής Ελλάδος αντίστοιχα. Το κολύμπι είναι κάτι το οποίο, είναι ένα μοναχικό άθλημα, όπου πρέπει να είσαι και λίγο μοναχός. Αυτό δεν θα ήθελα να το ζήσουν τα παιδιά μου. Έμαθαν να κολυμπούν, αγάπησαν το κολύμπι, αλλά ήθελα να κάνουν κάτι διαφορετικό. Είναι δύσκολο να πηγαίνεις στο κολυμβητήριο και να λένε ότι ο πατέρας σου ήταν αυτός, έφερε αυτά τα μετάλλια. Φανταστείτε ένα μικρό που μπορεί να χαρεί με ένα μετάλλιο χρυσό ή ένα μετάλλιο πρωταθλήματος και να έρθουν κάποια παιδιά, να πουν νταξει καλά πηγές συγχαρητήρια, αλλά ο μπαμπάς σου έφερε εκείνο. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα το παιδί να είναι επισκιασμένο από τις νίκες τις δικές σου. Αυτό είναι μια δική μου προσωπική άποψη που δεν θα ήθελα να ζήσουν τα παιδιά μου, και να φτάσουν σε σημείο να λένε μπαμπά εγώ πήρα το μετάλλιο Βορείου Ελλάδος, αλλά σαν εσένα δεν υπάρχει, να υπάρχει απογοήτευση. Στράφηκαν σε κάτι διαφορετικό, σε κάτι στο οποίο δεν έχω καμία σχέση και αυτή την στιγμή πιστεύω κάνανε κάτι που το προσπάθησαν, το θέλουν και δεν έχουν να αποδείξουν σε κανένα κάτι».

Τα παιδιά σου πως το βιώνουν βλέποντας τον μπαμπά τους να κολυμπάει αποστάσεις που φαντάζουν αδιανόητες στους περισσότερους από εμάς;

«Έναν θαυμασμό και ουσιαστικά με αυτό το τρόπο τους δείχνω, ότι τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο. Πολλές φορές δεν χρειάζεται να λες πολλά, είναι αυτό που λέμε ότι η θεωρία με την πράξη έχουν μεγάλη διαφορά. Τους δείχνω με την πράξη, τους λέω θα κάνω αυτό. Στην αρχή με κοιτάνε, βλέπουν στο χάρτη, θα κάνεις όλο αυτό; λέω ναι. Μετά πρέπει να το κάνω, το βλέπουν το ζουν και καταλαβαίνουν ότι στην ζωή μας μπορούμε να καταφέρουμε τα πάντα. Αυτό που προσπαθώ να κάνω είναι ότι λέω, ότι εγώ σαν μπαμπά σας έχω όνειρα και τα πραγματοποιώ. Βλέπουν την καθημερινότητα μου και τους λέω το ίδιο θα κάνετε και εσείς για τα δικά σας όνειρα και πιστεύω ότι τους δίνω αυτό το κουράγιο, αυτή την δύναμη, αυτή την θέληση και προχωράνε και τα δικά τους όνειρα».

Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε μια άνθιση της κολύμβησης. Νέα παιδιά όπως ο Βαγγέλης Ντούμας (16 ετών) και η Αρετή Σπυρίδου (12 ετών) έλαβαν μέρος σε Ολυμπιακούς και Παραολυμπιακούς Αγώνες, ενώ ο Απόστολος Χρήστου έφερε στην Ελλάδα το πρώτο Ολυμπιακό μετάλλιο σε πισίνα. Η άνθιση αυτή είναι κάτι που παρατηρείς και εσύ;

«Εννοείται υπάρχει μεγάλη εμπειρία, θέληση, προπονητές που διψούν για νίκες. Υπάρχουν προπονητές που πιστεύουν στους αθλητές τους και αντιστρόφως ανάλογο, υπάρχουν πλέον αθλητές που πιστεύουν στους προπονητές τους. Ξαφνικά η Ελλάδα χειροκρότησε το αργυρό μετάλλιο του Χρήστου, που παρ’ ολίγο να είναι και χρυσό. Από το 1896 πρώτο Ολυμπιακό μετάλλιο στην πισίνα από τον Απόστολο Χρήστου, το παιδί έδειξε το ποσό πραγματικά το ήθελε, γιατί το πολεμούσε πολλά χρόνια και δεν είναι κανένας τυχαίος αθλητής, ο οποίος ξαφνικά πετάχτηκε. Έδειξε επί πολλά χρόνια την θέση του και την διάθεση του, και τους έλεγε κοιτάξτε εδώ είμαι έρχομαι, είμαι διψασμένος, είμαι πεινασμένος, εγώ θα φύγω με Ολυμπιακό μετάλλιο. Αυτό το έλεγε, γιατί είχε δίπλα του και ένα προπονητή που ήταν διψασμένος και πεινασμένος και έβλεπε ότι αυτό που έχει στα χέρια του μπορεί να φέρει το όνειρο. Έτσι το πραγματοποίησαν και οι δύο μαζί.

Στους Παραολυμπιακούς αγώνες υπάρχουν προπονητές που ψάχνουν, κάνουν ανάπτυξη, μπαίνουν μέσα στα σπίτια, πάνε σε σχολεία και βλέπουν μαθητές με αναπηρία, οι οποίοι θέλουμε να βγουν από τα σπίτια τους και να μην ντρέπονται οι γονείς τους που έχουν ένα παιδί με αναπηρία. Ξαφνικά παιδιά μικρών ηλικιών μπαίνουν στον αθλητισμό. Σιγά σιγά έχουμε και εμείς από πίσω μια μερίδα μικρών σε ηλικία αθλητών και αυτό είναι ένα ελπιδοφόρο μήνυμα, γιατί αν δεν υπάρξει ανάπτυξη στο χώρο του αθλητισμού κάποια στιγμή έρχεται και ο θάνατος του. Στην Ελλάδα υπάρχει μια άνθιση και ένα θέλω από πολλούς αθλητές, από νέα παιδιά, από προπονητές με μεγάλη θέληση που κινούνται υπό το ρεύμα της ανάπτυξης πιστεύω θα φέρουμε καλύτερα αποτελέσματα και στο Λος Άντζελες».

Πριν λίγο καιρό είχαμε το κλείσιμο του κολυμβητηρίου της Πάτρα με την Νόρα Δράκου μάλιστα μέσω ανακοίνωσης να εκφράζει την ανησυχία της τότε…

«Θα πρέπει οι τοπικές διοικήσεις, οι δήμοι, οι νομαρχίες να στηρίξουν και να ρίξουν μεγάλα κονδύλια και στα κολυμβητήρια και στις αθλητικές εγκαταστάσεις και όχι τελευταία στιγμή, αφού τα αφήσουμε να παρακμάζουν. Ένα κολυμβητήριο για να διατηρηθεί χρειάζεται και πολλά λεφτά και χρειάζεται να υπάρχει στήριξη από την αρχή. Σε αυτή την περίπτωση δεν υπήρχε καθόλου καλή επικοινωνία ή οι άνθρωποι που ασχολούνταν εκεί πέρα με το κολυμβητήριο της Πάτρας δεν ήταν οι κατάλληλοι, δηλαδή τον να γίνω εγώ αντιδήμαρχος αθλητισμού της Πάτρας ή υπεύθυνος αθλητισμού της Πάτρας δεν σημαίνει κάτι, το να πάρω την καρέκλα. Σημαίνει να γνωρίζω τι πάει να πει αθλητισμός.

Εγώ από ότι ξέρω μπορούσαν το κολυμβητήριο να το κάνουν το καλοκαίρι, όπου ήταν κλειστό, δεν υπήρχαν αθλητές, δεν υπήρχαν αγώνες. Θα μπορούσε να γίνει συντήρηση όλο το καλοκαίρι, όλο τον Αύγουστο για να μπορέσει να λειτουργήσει από τον Σεπτέμβρη και μετά. Δεν μπορείς να κλείνεις τώρα ένα κολυμβητήριο, που οι αθλητές ετοιμάζονται για Πανευρωπαϊκά και Παγκόσμια Πρωταθλήματα, για παιδιά που έβαλαν ένα στόχο για να συγκεντρώσουν υψηλότερα μόρια και ξαφνικά τους λες εγώ το κλείνω γιατί θέλω να το συντηρήσω. Αυτή είναι αδιαφορία, είναι ανικανότητα. Για εμένα άτομα που συμπεριφέρονται έτσι στους αθλητές δεν θα πρέπει να βρίσκονται σε αυτές τις θέσεις».


Κλείνοντας τι συμβουλή θα έδινες σε ένα νέο παιδί που θα σε πλησίαζε να σου ζητήσει κάποια συμβουλή;

«Αυτό που έχω να του πω θα ήταν ποτέ μην λες δεν μπορώ να το κάνω, να λες δεν το έχω κάνει ακόμη και αυτό ισχύει για ο,τι θες να κάνεις στην ζωή σου είτε είναι αθλητικά, είτε είναι κοινωνικά, είτε είναι το όνειρο της ζωής σου. Να μην λες δεν σε κάτι που δεν το έχεις ξεκινήσει να μην λες δεν. Δηλαδή σε κάτι που δεν έχω ξεκινήσει να λέω δεν, αφού δεν το έχεις ξεκινήσει πως θα ξέρεις και να δείχνεις μετά σε όλους τους υπόλοιπους που γέλαγαν με το όνειρο σου, πως γίνεται και να ζεις με πάθος την ζωή και να κάνεις τα αδύνατα όνειρα, δυνατά».