Ο Σωτήρης Γκαραγκάνης μιλάει αποκλειστικά στον Χρήστο Τσαρτσάλη και το Mpaladofatses.gr για τις επιτυχίες της φετινής χρονιάς, τις εμπειρίες του από διεθνείς διοργανώσεις, τις ξεχωριστές στιγμές που έζησε ως οδηγός του Νάσου Γκαβέλα, την καθημερινότητά του που συνδυάζει προπονήσεις, αγώνες και σπουδές, αλλά και τις βλέψεις του για το μέλλον.
Φέτος ήταν η χρονιά που ο Σωτήρης Γκαραγκάνης απέδειξε ότι ανήκει στους κορυφαίους σπρίντερ της Ελλάδας. Με χρυσό μετάλλιο τόσο στα 100, όσο και στα 200 μέτρα στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα, βελτίωση του ατομικού του ρεκόρ τρεις φορές μέσα στη σεζόν και παρουσία σε μεγάλες διοργανώσεις, έδειξε πως η συνέπεια και η υπομονή αποδίδουν.
Η πορεία του δεν ξεκίνησε στις εκρηκτικές εκκινήσεις, αλλά στα άλματα. Ο δρόμος τον έφερε πρώτα στο μήκος, όπου είχε αρκετές επιτυχίες. Στην Τρίτη Λυκείου, όμως, όλα άλλαξαν. Ένα σχολικό πρωτάθλημα στα 100 μέτρα, το οποίο κέρδισε , ήταν η αφορμή να αφήσει το μήκος και να αφιερωθεί στους αγώνες ταχύτητας. Από τότε, κάθε σεζόν εξελίσσεται και βελτιώνεται.
Ο Γκαραγκάνης δεν είναι μόνο σπρίντερ, είναι και φοιτητής. Πτυχιούχος ΤΕΦΑΑ και με σπουδές στη φυσικοθεραπεία, συνδυάζει δύο απαιτητικές καθημερινότητες. Η πιο ξεχωριστή εμπειρία του; Η συνεργασία με τον Παραολυμπιονίκη Νάσο Γκαβέλα, που οδήγησε σε ευρωπαϊκά και παγκόσμια ρεκόρ με χρυσό μετάλλιο στους Παραολυμπιακούς αγώνες του Τόκιο το 2021, θυμίζοντας ότι ο αθλητισμός δεν είναι μόνο χρόνοι και μετάλλια, αλλά και οι άνθρωποι.
Πλέον οι στόχοι που θέτει είναι ξεκάθαροι. Υγεία, συνέπεια και μεγάλες διοργανώσεις. Βλέπει τον ανταγωνισμό κυρίως ως μάχη με τον εαυτό του και το χρονόμετρο, καθώς ξέρει ότι «όλα κρίνονται στη λεπτομέρεια». Για τον Σωτήρη Γκαραγκάνη, κάθε κούρσα είναι μια ευκαιρία να αποδείξει στον ίδιο του τον εαυτό ότι μπορεί να τρέξει ακόμη πιο γρήγορα.

Ο Σωτήρης Γκαραγκάνης μιλάει για όλα αυτά και πολλά άλλα αποκλειστικά στο Mpaladofatses.gr και τον Χρήστο Τσαρτσάλη:
Που σε πετυχαίνουμε αυτή την περίοδο;
«Τώρα είμαι εκτός γηπέδου για λίγες μέρες, αλλά δεν είναι ότι κάθομαι όλη μέρα. Συνεχίζω να ασκούμαι έστω και λίγο καθημερινά, μπορεί να μην κάνω στίβο αλλά το σώμα το έχω σε μια επαφή με τον αθλητισμό».

Τι στόχους είχες για τη φετινή χρονιά; Πήγαν τα πράγματα όπως τα είχες φανταστεί;
«Αυτό που ήθελα να πετύχω φέτος ήταν να συνεχίσω την περσινή χρονιά από εκεί που την άφησα. Πέρσι έκανα ωραίους αγώνες, καλές επιδόσεις και ήθελα να συνεχίσω να τρέχω κάτω από 21 δευτερόλεπτα στα 200 μέτρα αλλά ήθελα να τρέξω και γρήγορο 100ρι, γιατί το ατομικό μου ρεκόρ κρατούσε από το 2019, το 10.43. Κάτι που δεν μου άρεσε και δεν ήμουν για αυτήν την επίδοση.
Απλά κάθε χρόνο έκανα απίστευτες λίγες κούρσες στα 100 μέτρα και όσες ήταν καλές και πάνω από το ρεκόρ είχαν άνεμο του τύπου 2.1 ή 2.2 και έτσι δεν μέτραγε το ρεκόρ. Οπότε ο απώτερος στόχος μου ήταν να βελτιώσω το ατομικό μου ρεκόρ στα 100 μέτρα, τόσο γιατί δεν μπορούσα να το βλέπω άλλο το 10.43 (σ.σ. γέλια) αλλά και γιατί ήθελα να βελτιωθώ και εγώ ο ίδιος.
Επίσης είχα στόχο να αγωνιστώ σε όλες τις διοργανώσεις κλειστού και ανοιχτού. Έφτασα σε ένα Ευρωπαϊκό του κλειστού που ήρθε λίγο απρόσμενα γιατί δεν το περίμενα να σου πω την αλήθεια. Ο λόγος ήταν γιατί με την προετοιμασία και τη σχολή εκείνο το διάστημα υπήρχε κούραση, αλλά τα καταφέραμε. Ο ανοιχτός πήγε όπως ακριβώς το ήθελα, δηλαδή είχα συμμετοχή στο Ευρωπαϊκό ομάδων τόσο με τη σκυτάλη, όσο και στο ατομικό.

Βελτίωσα το ατομικό μου ρεκόρ στα 100 μέτρα 3 φορές. Έτρεξα σταθερά γρήγορα 200ρια και ήμουν μέσα σε όλους του στόχους μου. Δυστυχώς το 200ρι ήμουν και δεν ήμουν κοντά και σε κάποιους αγώνες θα μπορούσα να πάρω περισσότερους βαθμούς με τη θέση και όχι με την επίδοσή μου, αλλά συνέβη.

Φέτος στα 100 μέτρα πήρα χρυσό μετάλλιο το πρώτο μου κιόλας σε Πανελλήνιο πρωτάθλημα με όχι και τόσο καλή επίδοση. Περίμενα να τρέξω γρηγορότερα από το 10.46, αλλά όπως και να έχει είναι το πρώτο μου χρυσό μετάλλιο σε Πανελλήνιο πρωτάθλημα».
Τη φετινή χρονιά παρουσίασες ατομικά ρεκόρ τόσο στα 60, στα 100 που όπως είπες κράταγε 7 χρόνια, αλλά και στα 200 μέτρα. Πιστεύεις ότι βρίσκεσαι στην καλύτερη φάση της καριέρας σου;
«Πιστεύω ότι είμαι πλέον πιο έτοιμος και πιο ώριμος να αγωνιστώ. Υπήρχαν στιγμές και τα προηγούμενα χρόνια που ένιωθα το σώμα μου καλύτερα, ένιωθα πιο δυνατός και πιο γρήγορος, αλλά για κάποιο λόγο δεν έβγαινε το αποτέλεσμα που ήθελα. Θέλει συνέπεια, υπομονή και κατάλληλες συνθήκες. Φέτος και πέρσι ήμουν πιο σταθερός και πιο συνεπής στους αγώνες μου γιατί το επέτρεψαν και οι συνθήκες να είμαι».
Πώς ξεκίνησε το ταξίδι σου στον αθλητισμό και στον στίβο συγκεκριμένα;
«Δευτέρα Δημοτικού ξεκίνησα να σου πω την αλήθεια. Δεν ήμασταν τόσο υπέρ των ομαδικών αθλημάτων στο σπίτι και επειδή ήμουν αρκετά γρήγορος από μικρός, ο διευθυντής στο σχολείο τότε παρότρυνε τον πατέρα μου να ξεκινήσω στίβο. Ήταν και κοντά στο σπίτι μου το γήπεδο και από τότε που ξεκίνησα δεν ξανάφυγα. Έκανα και πιο πριν λίγο κολυμβητήριο προνήπιο, νήπιο αλλά μέχρι εκεί. Μετά μόνο στίβο.
Μέχρι 1η Γυμνασίου τα κάναμε όλα σαν παιδάκια. Κάθισα στο μήκος 3 χρόνια ή 4 μέχρι 2α Λυκείου όπου είχα κάποιες επιτυχίες, πανελλήνια μετάλλια και 2 συμμετοχές με την εθνική και μετά ξεκίνησα τα σπριντ στην 3η Λυκείου».

Πώς έγινε η μετάβαση από το μήκος στα σπριντ;
«Την χρονιά των πανελληνίων εκεί έγινε η αλλαγή. Έκανα κάτι εργομετρικά που έδειξαν ότι είμαι γρήγορος και λόγω διαβάσματος δεν προλάβαινα να κάνω τόση προπόνηση για το μήκος. Δοκίμασα τα 60 μέτρα πιο πολύ για πλάκα. Κατέβηκα τότε στο σχολικό πρωτάθλημα στα 100 μέτρα αντί για το μήκος, το κέρδισα και είπα να δώσω μια ευκαιρία στα σπριντ. Μετά κάθε χρονιά πήγαινε όλο και καλύτερα και δεν τα άφησα έκτοτε».
Τι προτιμάς περισσότερο, 100 ή 200 μέτρα;
«Όταν είμαι ψυχολογικά και σωματικά έτοιμος να τρέξω 200 μέτρα προτιμώ τα 200 μέτρα. Αλλά μέχρι να βρω τα πατήματά μου κάθε χρονιά και να “ξανασυνηθίσω” το αγώνισμα, είμαι υπέρ των 100 μέτρων και γιατί είναι το αγώνισμα που όλοι θα κοιτάξουν αλλά και γιατί μου αρέσει η αίσθηση όταν τρέχω τόσο γρήγορα.
Το 200ρι απαιτεί περισσότερη προπόνηση στο κομμάτι των μέτρων, δηλαδή θα χρειαστεί να κάνεις και 250ρια και 300ρια. Είναι πιο κουραστική η προπόνηση, πιο απαιτητική».

Ποιοι ήταν οι αθλητές που θαύμαζες στα ξεκινήματά σου;
«Ποτέ δεν είχα το είδωλο που έλεγα να γίνω σαν και αυτόν. Περισσότερο θαύμαζα αθλητές για το πώς δουλεύουν. Από Έλληνες είναι ο Λυκούργος ο Τσάκωνας, μου άρεσε πάντα ο τρόπος που μιλούσε στις συνεντεύξεις του ή ο Μίλτος (σ.σ. Τεντόγλου) το ίδιο. Όπως επίσης και πολλοί αθλητές ακόμα δεν θέλω να υποτιμήσω άλλους, αλλά ναι ο τρόπος που μιλάνε, ο τρόπος που αντιμετωπίζουν διάφορες καταστάσεις μου αρέσει πολύ.
Του εξωτερικού τώρα δεν είναι ότι έχω κάποιον συγκεκριμένο, πολλοί είναι αυτοί που μου αρέσουν. Ο Τεμπόγκο, ο Μπόλτ, τα κλασικά μεν αλλά ο κάθε ένας έχει το δικό του να σου δώσει. Ποτέ όμως δεν ήμουν αυτός που είχα αθλητές φωτογραφία στο κινητό μου και έλεγα θα γίνω έτσι».
Πώς συνδυάζεις σπουδές και προπονήσεις;
«Επειδή ανέκαθεν ήμουν μαθητής και αθλητής ταυτόχρονα, από το Λύκειο με τα φροντιστήρια και μετά ως φοιτητής ουσιαστικά είναι μια ρουτίνα, στην οποία από μικρός μπήκα και ακόμα δεν έχω βγει. Σίγουρα και το Πανεπιστήμιο ήταν και έπειτα από παρότρυνση του προπονητή μου του κυρίου Χρήστου, που μου έλεγε να κάνω τόσο όσο προπόνηση ώστε να μπορώ να συνδυάζω και τα δύο. Ποτέ δεν μου είπε να αφήσω το ένα για το άλλο. Άρα κυρίως ήταν ομαδική η δουλεία και το θάρρος που έπαιρνα για να συνεχίσω.
Πάντα ήθελα να σπουδάσω, απλώς άφηνα τα πράγματα να έρχονται και λίγο μόνα τους. Εγώ συνέχεια έκανα τη δουλειά που έπρεπε να κάνω, η οποία ήταν προπόνηση και διάβασμα. Το που θα με φτάσει το άφηνα να έρθει μόνο του, δεν υπερανέλυα τα πράγματα. Διάβαζα για να πάρω πτυχίο.
Ήρθε σιγά σιγά όχι στα 4 χρόνια, στα 5 το πρώτο. Τώρα με το καλό θα έρθει και το 2ο, η προπόνηση πάντα εκεί, το διάβασμα εκεί. Χωρίς όμως να λέω ότι θα κάνω αυτό για αυτόν και για αυτόν τον λόγο. Ποτέ μα ποτέ όμως δεν άφηνα αυτό που έκανα».
Πόσο σημαντική είναι η παρουσία της οικογένειας και του προπονητή σου σε αυτό που κάνεις;
«Όλοι οι άνθρωποι που είναι και τώρα στην “ομάδα” μου είναι από την πρώτη στιγμή. Δηλαδή οι γονείς μου εννοείται, ο Πατέρας μου, η Μητέρα μου, ο Αδερφός μου. Ποτέ δεν ήταν οι άνθρωποι βέβαια που λέγαν τα μεγάλα λόγια, αλλά ποτέ δεν έπαψαν να είναι δίπλα μου σε όλη την προσπάθεια που κάνω. Σε κάθε προπόνηση, σε κάθε ξεκούραση, σε όλα εκεί. Ο προπονητής μου επίσης από την αρχή, όσοι προπονητές είτε του μήκους είτε των σπριντ, πάντα ήταν δίπλα μου και αυτό είναι το σημαντικότερο.
Ο προπονητής που συνεργάζομαι τώρα ο Χρήστος ο Κατσίκας ήρθε στην καριέρα μου από τότε που ξεκίνησα τα σπριντ. Πιο πριν είχα την κυρία Δέσποινα Παπαβασιλάκη που είναι προπονήτρια μήκους και έχει εξίσου αξιόλογους αθλητές».

Το 2019 είναι η χρονιά που έχεις τις πρώτες σου επιτυχίες σε επίπεδο ανδρών. Τι θυμάσαι περισσότερο από εκείνη τη χρονιά;
«Το 2019 έπιασα το πρώτο μου όριο για Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα που ήταν το 10.43. Εκείνη τη χρονιά τη θυμάμαι γιατί ήταν μια χρονιά με πάρα πολλές κούρσες. Σε κλειστό και ανοιχτό στίβο, 100 και 200 μέτρα, συμμετοχή σε Ευρωπαϊκό Κατηγορίας, το πρώτο μου Ευρωπαϊκό ομάδων με τη σκυτάλη. Απλά όλα ερχόντουσαν ομαλά. Εκείνη τη χρονιά ήμουν απλά πιο έτοιμος να αντιμετωπίσω σε κάθε περίσταση τους αγώνες.
Μέχρι εκείνη τη χρονιά ερχόντουσαν όλα βήμα βήμα, δηλαδή δεν ήμουν ακόμα τόσο έτοιμος και ώριμος αν θες για το ένα βήμα παραπάνω. Αυτό ήρθε τα τελευταία δύο χρόνια, πέρσι και φέτος. Μέχρι τότε απλά έκανα την προπόνησή μου ναι μεν σωστά, αλλά δεν ήμουν ακόμα τόσο έτοιμος για το νταμπλ. Μου έλειπε η λεπτομέρεια, μου έλειπαν πράγματα. Αλλά αυτό που μου άρεσε είναι αυτό που είπες, στο βάθρο και στα μετάλλια. Μπορεί να μην ήμουν πρώτος αλλά ήμουν εκεί στο βάθρο».
Τι διαφορές έχεις παρατηρήσει από διεθνείς διοργανώσεις σε σχέση με τις ελληνικές;
«Η αλήθεια είναι ότι και οι ελληνικές διοργανώσεις τα τελευταία χρόνια τα πάνε πάρα πολύ καλά. Όχι τόσο των σταδίων, αλλά στην οργάνωση ενός αγώνα ή ενός Μίτινγκ. Αυτά αφορούν τα πολλά πήγαινε-έλα, τα ξενοδοχεία, την ώρα που θα γίνουν τα αγωνίσματα. Πάμε αρκετά καλά πιστεύω και κυρίως στα πιο μεγάλα Μίτινγκ στην Ελλάδα, όπως είναι τα Βενιζέλεια, τα Παπαφλέσσεια και τα Δρόμεια.
Υπάρχει αρκετά μεγάλη βελτίωση, άρα δεν έχω δει τόσο μεγάλη σύγκριση, παρά μόνο ότι όταν βρίσκεσαι στο εξωτερικό, μπαίνεις περισσότερο στο κλίμα ενός αγώνα. Αγωνίζεσαι απέναντι σε ξένους αθλητές, είσαι μακριά από τη χώρα σου και αυτό από μόνο του σε κάνει να νιώθεις περισσότερο συγκεντρωμένος στον αγώνα.

Γίνεται πολλή προσπάθεια και από αθλητές και από προπονητές και από Ομοσπονδία. Έχει βελτιωθεί σε μεγάλο βαθμό η κατάσταση και υπάρχει θέληση για εξέλιξη. Πλέον υπάρχουν και πολλές περισσότερες ευκαιρίες να βγεις εξωτερικό, κάτι που δίνει ένα έξτρα κίνητρο σε κάθε αθλητή».
Πόσο έχουν βοηθήσει τα social media τον στίβο;
«Η προβολή στα social media σίγουρα βοηθάει, δηλαδή βλέπω συχνά νεαρά παιδιά που λένε ότι θέλουν να ξεκινήσουν στίβο για τον τάδε αθλητή για παράδειγμα ή σχόλια για τον στίβο που παλιά δεν έβλεπες. Όλα αυτά έχουν βελτιώσει τον στίβο. Εγώ που κάνω χρόνια στίβο, πολλοί λίγοι γνώριζαν για τον χώρο μας ή ήξεραν πράγματα για αθλητές. Όλοι ήξεραν απλά τους βασικούς. Τώρα όμως που και πάλι έχουμε αρκετούς πρωταθλητές σε διεθνή τουρνουά, όπως είναι ο Τεντόγλου ή ο Καραλής, βλέπεις όλο και περισσότερο κόσμο να μιλάει για στίβο.
Το καταλαβαίνω και εγώ, που ο στίβος είναι νούμερο ένα θέμα επικοινωνίας στην καθημερινότητά μου. Άνθρωποι που παλιότερα μπορεί να μην ήξεραν πράγματα, πλέον με ρωτάνε για αθλητές, για αγώνες ή πολλοί ξεκινάνε τα παιδιά τους στίβο με μεγαλύτερη συχνότητα από ότι παλιότερα. Αυτό συμβαίνει γιατί ο χώρος μας πλέον έχει περισσότερη προβολή. Σε μια πλατφόρμα όπως το TikTok για παράδειγμα, βλέπεις από κάτω χιλιάδες σχόλια που μιλάνε για αθλητές και τον στίβο γενικότερα. Υπάρχει προβολή και θεωρώ υπάρχει και ανταπόκριση.
Εγώ με τα social media δεν θεωρώ ότι είμαι και ο καλύτερος. Θα μπορούσα να τα πάω καλύτερα σε αυτό το κομμάτι, αλλά δεν με τρελαίνει τόσο να μπω στη διαδικασία να ανεβάζω όλη την ώρα ή να προβάλλω συνεχώς τον εαυτό μου. Κάτι που ίσως να ήταν και σημαντικό για την δουλειά μου να το πω καθώς θα έφερνε και περισσότερες χορηγίες, ωστόσο δεν μου βγαίνει τόσο.
Ειδικά πολλοί αθλητές πολύ υψηλού επιπέδου τα περισσότερα εισοδήματα έρχονται από το κομμάτι των χορηγιών. Δεν μπορεί πλέον ένας αθλητής να αφοσιωθεί 100% στον στίβο εκτός και αν είναι κορυφαίος των κορυφαίων. Το να είσαι απλά Πανελλήνιος πρωταθλητής είναι μεν μεγάλο, αλλά δεν είναι αρκετό για να πεις ότι μπορείς να ζήσεις από τον στίβο. Πρέπει να είσαι στους κορυφαίους δύο, τρεις,ταβάνι δέκα αθλητές στην Ελλάδα, για να μπορείς να πεις ότι μπορείς να ζήσεις από αυτό καθαρά».
Το 2021 έρχεται ίσως η μεγαλύτερη στιγμή στην έως τώρα πορεία σου με το χρυσό στους Παραολυμπιακούς αγώνες στο Τόκιο. Τι σου έχει μείνει χαραγμένο από εκείνες τις στιγμές;
«Τρομερή εμπειρία, πολύ ωραία χρονιά και απρόσμενη πρόταση και χρονιά. Μια που ξεκίνησε η προετοιμασία μετά τον covid, μια που δέχτηκα ένα τηλεφώνημα να ξεκινήσω τη συνεργασία. Δέχτηκα την πρόταση χωρίς να γνωρίζω τι θα ακολουθήσει και εν τέλει βγήκε και ήταν μια πολύ σωστή απόφαση που πήρα τότε.
Πολύ ωραίο το αποτέλεσμα και η γενική εικόνα. Πραγματικά πολύ αξέχαστη χρονιά, που ακόμα και τώρα δηλαδή βλέπω την ανταπόκριση και τον αντίκτυπο που είχε στον κόσμο. Ακόμα και τώρα μας θυμούνται και το συζητάνε».

Πώς είχε γίνει η γνωριμία;
«Τον Νάσο τον είχα γνωρίσει κάνοντας αθλητική φυσικοθεραπεία σε έναν φυσικοθεραπευτή, έκανε και εκείνος εκεί και κάπως έτσι έτυχε να γνωριστούμε. Ανταλλάξαμε τηλέφωνα, αλλά μέχρι εκεί δηλαδή social media, κανένα τηλέφωνο και στο γήπεδο χαιρετιόμασταν. Μετέπειτα ξεκίνησα τα σπριντ, έκανε και ο ίδιος ταχύτητες και κάποια στιγμή το 2021 με πήρε τηλέφωνο και μου είπε ότι χρειάζεται συνοδό για να τρέξει.

Δέχτηκα και ξεκινήσαμε δειλά δειλά τις πρώτες μας προπονήσεις. Οι πρώτοι μας αγώνες ήταν στο Ντουμπάι, όπου τα πήγαμε πολύ καλά. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν ήξερα το τι ήμασταν ικανοί να κάνουμε, αλλά από εκείνους τους αγώνες κατάλαβα ότι οι επιδόσεις μας είναι ικανές για μετάλλιο σε Ευρωπαϊκά πρωταθλήματα και Παραολυμπιακούς αγώνες. Όπως και έγινε. Ήρθε το χρυσό στο Ευρωπαϊκό με ευρωπαϊκό ρεκόρ και μετά το χρυσό στους Παραολυμπιακούς με παγκόσμιο ρεκόρ».
Ποιο ήταν το δυσκολότερο κομμάτι στην προετοιμασία σας;
«Το πιο δύσκολο στην προετοιμασία μας ήταν να μάθω πως λειτουργεί το σχοινάκι, ο συγχρονισμός και το ότι άλλαξα εντελώς περιβάλλον στην προπόνησή μου. Δεν είχα μάθει να φεύγω από τον Άγιο Δημήτριο και μετακόμισα Χαλάνδρι και ΟΑΚΑ. Άλλαξε δηλαδή η καθημερινότητά μου, αλλά μέχρι εκεί. Κατά τα άλλα η προπόνησή μου έμοιαζε πολύ με εκείνη που έκανα και πριν. Σπρίντερ ήμουν και σπρίντερ παρέμεινα».

Τι μαθήματα αποκόμισες από όλη αυτή την εμπειρία;
«Όλα αυτά που έζησα τότε σίγουρα με άλλαξαν προς το καλύτερο. Μαθαίνεις να εκτιμάς τη ζωή περισσότερο. Πηγαίνοντας σε αγώνες και βλέποντας πολλούς αθλητές με διάφορες ιδιαιτερότητες, είτε χαμένα μέλη, είτε οτιδήποτε, αρχίζεις να εκτιμάς περισσότερο αυτά που έχεις.
Υπάρχουν πολύ πιο δύσκολες καταστάσεις οπότε μην τρελαινόμαστε με τα δικά μας όταν και αυτά εν τέλει δεν είναι τόσο μεγάλα όσο νομίζουμε. Η προβολή αυτών των ατόμων δεν είναι όσο θα έπρεπε και η προσπάθεια που κάνουν για να πετύχουν τον στόχο τους δεν εκτιμάται τόσο. Δηλαδή αν εμείς έχουμε θέμα στο κομμάτι της προβολής, εκείνοι έχουν το διπλάσιο.
Πάντως δεν θεωρώ ότι υπάρχει υποτίμηση στους Παραολυμπιονίκες. Τα σχόλια που λαμβάναμε μετά τους αγώνες ήταν πάρα πολύ όμορφα και σε καμία των περιπτώσεων δεν διάβασα πουθενά ένα αρνητικό σχόλιο. Απλά τώρα αρχίζει να παίρνει τα πάνω του και αυτός ο χώρος».

Το Ευρωπαϊκό της Ρώμης το 2024 ένιωσες ότι είναι ένα μεγάλο βήμα για εσένα;
«Το ένιωσα ναι γιατί ήταν η πρώτη μου χρονιά από τότε που σταμάτησε η συνεργασία μου με τον Νάσο. Ξαναεπέστρεψα στο να είμαι αθλητής ατομικά και ήθελα πολύ να συνεχίσω από εκεί που το άφησα. Μικρότερος έλεγα ότι καλά φτάσαμε μέχρι το Κ20 και Κ23 αλλά είναι πολύ δύσκολο να φτάσω σε τέτοιο επίπεδο στους άνδρες.
Το γεγονός λοιπόν ό τι κατάφερα να πάρω την πρόκριση σε Ευρωπαϊκό σε ατομικό, όχι με τη σκυτάλη και κατάφερα και έφτασα μέχρι και τον ημιτελικό μου άλλαξε λίγο το πως με έβλεπα σαν αθλητή. Άρχισα να νιώθω ότι ανήκω εδώ.
Μου αρέσει εδώ που βρίσκομαι και μπορώ να το υποστηρίξω. Οπότε ναι ήταν πολύ σημαντικό βήμα για μένα. Απομυθοποιείς καταστάσεις και αθλητές, βλέπεις ότι δεν είσαι τόσο μακριά όσο πίστευες από αυτούς και καταλαβαίνεις ότι τίποτα δεν είναι απίθανο. Αυτό που λένε ότι τίποτα δεν είναι απίθανο και ότι όλα κρίνονται στη λεπτομέρεια είναι πέρα για πέρα αληθινό. Κατάλαβα ότι αυτό που λείπει από ένα σημείο και έπειτα είναι η λεπτομέρεια και η συνέπεια».
Πώς διαχειρίζεσαι τον ανταγωνισμό, την πίεση του πρωταθλητισμού αλλά και τις αποτυχίες;
«Ανταγωνισμός υπάρχει και ο μεγαλύτερος είναι με τον εαυτό σου και το χρονόμετρο. Από εκεί και πέρα εμένα δεν μου αρέσει να κάνω κακούς αγώνες, δηλαδή φέτος έτρεξα στο Βαλκανικό 20.85 που πέρσι τέτοια επίδοση θα την πανηγύριζα. Ακόμη και φέτος θα την πανηγύριζα αλλά έγινε με πάρα πολύ κακή κούρσα. Κακή τακτική, χάλασα την τεχνική μου και αυτό είναι που δεν μου αρέσει. Είναι κάτι που δεν διαχειρίζομαι τόσο καλά μέχρι να ηρεμήσω.

Λέω συνεχώς εκείνη τη στιγμή στον εαυτό μου για ποιον λόγο έτρεξα άσχημα. Άρα μπορεί να τρέξω τρομερά και να βγω σε μια όχι και τόσο υψηλή θέση, αλλά να το χαρώ γιατί έτρεξα όμορφα. Οπότε εκεί για μένα είναι περισσότερο ο ανταγωνισμός, με τον εαυτό μου. Δεν μου αρέσει να κάνω λάθη είτε από άγχος, είτε από τις συνθήκες, είτε από το οτιδήποτε. Όμως δεν έχω θέμα στην πίεση και μου αρέσει να τρέχω σε μεγάλους αγώνες. Φέτος το ρεκόρ μου το έκανα στο Ευρωπαϊκό ομάδων, εκεί που έπρεπε να το κάνω».

Στο Βαλκανικό φέτος μπορεί να μην ήρθε κάποιο μετάλλιο στα 200 μέτρα αλλά ήρθε το χρυσό στο 4χ100. Πώς γίνεται η επιλογή των αθλητών στη σκυταλοδρομία;
«Η επιλογή της σκυταλοδρομίας πάνω κάτω βγαίνει τόσο από τις ατομικές επιδόσεις του κάθε αθλητή, όσο επίσης και από το να υπάρχει η απαιτούμενη αντίληψη να στο πω έτσι στο κομμάτι της σκυτάλης. Επειδή όμως φέτος το επίπεδο ήταν αρκετά υψηλό και όλοι οι αθλητές είχαν γνώση της σκυταλοδρομίας, κρίθηκε στη λεπτομέρεια. Στο ποιος ήταν πιο γρήγορος έστω και ένα εκατοστό του δευτερολέπτου.
Με άλλη σύνθεση ήταν να τρέξουμε στο Ευρωπαϊκό ομάδων και εν τέλει με άλλη τρέξαμε λόγω διαφόρων συνθηκών, ωστόσο οι επιδόσεις ήταν εξίσου καλές. Το υλικό είναι πάρα πολύ καλό πλέον οπότε καλώς ή κακώς κάνει πολύ δύσκολη την επιλογή της τετράδας».
Ποια η σχέση σου με τους άλλους αθλητές;
«Αρκετά καλή πιστεύω. Ο χώρος του στίβου έχει γενικά καλά παιδιά, αυτό υποστηρίζω. Στη σκυτάλη επειδή υπάρχει και περισσότερη τριβή με τα παιδιά και παρέα θα κάνουμε τόσο εντός όσο και εκτός στίβου και πλάκες θα κάνουμε. Πλέον με τα τόσα Camp έχουμε έρθει ακόμα πιο κοντά και με τα άτομα που πηγαίνουμε σε διοργανώσεις είμαστε πάνω από 4-5 χρόνια οι ίδιοι . Είναι ωραία και ευχάριστη η παρέα».

Γιατί στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα υπάρχουν δύο τελικές σειρές;
«Δεν το γνωρίζω. Δεν ξέρω πραγματικά τον λόγο, αν είναι για τους βαθμούς ή αν είναι επειδή είναι πολλοί οι αθλητές, δεν ξέρω. Πάντως δεν είμαι υπέρ σε κάτι τέτοιο και είναι κάτι που πολλές φορές έχει συζητηθεί και μεταξύ μας στους αθλητές και λέμε ότι δεν είναι σωστό το να γίνεται αυτό.
Δηλαδή έχει τύχει να κερδίσουν Πανελλήνιο πρωτάθλημα από την αργή σειρά, η οποία είχε γίνει 1 ώρα πριν, με άλλες συνθήκες εντελώς. Είναι άδικο γιατί δεν είναι ίδιος ο ανταγωνισμός, που είναι το βασικότερο ειδικά στα 100 και στα 200 μέτρα. Η πίεση που ασκεί ο ένας αθλητής στον άλλον είναι μεγάλη. Όπως επίσης ο αέρας μπορεί να αλλάξει σε δευτερόλεπτα. Στις γυναίκες είχε -2.3 άνεμο στο 200ρι και εμείς είχαμε -0.2. Φαντάσου αυτό σε δύο τελικές σειρές. Είναι εντελώς διαφορετικές συνθήκες».
Τι άλλες ασχολίες έχεις πέρα από τον στίβο;
«Προφανώς και κάνω και άλλα πράγματα για αυτό και έχω ξεκινήσει και τη σχολή, η οποία δεν είναι μόνο για το μέλλον μου είναι και ένας τρόπος να ξεφεύγω από την καθημερινότητα του στίβου. Δεν γίνεται να μιλάς όλη μέρα για τον στίβο, δεν γίνεται να είσαι όλη την ώρα στον στίβο. Μου αρέσουν οι βόλτες και οι εκδρομές με την παρέα μου, δηλαδή αν έχω ένα διήμερο ρεπό δύσκολα θα κάτσω στην Αθήνα».
Ποιοι οι στόχοι σου για το μέλλον;
«Θέλω να συνεχίσω να είμαι υγιής και σταθερός. Μου αρέσει η συνέπεια, θέλω να είμαι παρών σε μεγάλες διοργανώσεις και να συνεχίσω ότι έκανε και φέτος. Ώριμες και καλές εμφανίσεις δηλαδή».

Τι συμβουλή θα έδινες σε κάποιον/α που ξεκινάει τώρα την ενασχόληση με τον στίβο;
«Να κάνει πάρα μα πάρα πολλή υπομονή. Να μην περιμένει τα αποτελέσματα να βγουν από τον πρώτο μήνα, ούτε καν τον πρώτο χρόνο. Επίσης να είναι εκεί σε κάθε προπόνηση και να δώσει ευκαιρία στην ομάδα του. Πρέπει να είναι συνεπής σε αυτό που κάνει και να προπονείται σαν να έχει φτάσει στο επίπεδο που θέλει, χωρίς να έχει φτάσει ακόμα».