Η πρωταθλήτρια των εμποδίων, Σοφία Ιωσηφίδου μιλά αποκλειστικά στον Χρήστο Τσαρτσάλη και το Mpaladofatses.gr για τη φετινή χρονιά-σταθμό της καριέρας της, τη μετάβαση από τα σπριντ στα εμπόδια, τη συνεργασία της με την Ιωάννα Σιώμου και τους επόμενους στόχους της.
Η Σοφία Ιωσηφίδου δεν σταμάτησε ποτέ να κυνηγά την εξέλιξή της. Είτε ως αθλήτρια, είτε ως άνθρωπος. Από τα γήπεδα της Νέας Καρβάλης, όπου ξεκίνησε παίζοντας ποδόσφαιρο, μέχρι το ΟΑΚΑ και τη φετινή παρουσία της στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Κλειστού Στίβου, η πορεία της μοιάζει με μια συνεχόμενη προσπάθεια υπέρβασης.
Η φετινή χρονιά ήταν δικαίωση για εκείνη. Ατομικά ρεκόρ, νίκες σε Πανελλήνια Πρωταθλήματα, συμμετοχή σε διεθνείς διοργανώσεις και, πάνω απ’ όλα, η αίσθηση ότι όλα όσα δούλεψε τα προηγούμενα χρόνια απέδωσαν. Ήταν η χρονιά που «κουμπώσαν» οι κόποι με το ταλέντο.
Η μετάβασή της από τις καθαρές ταχύτητες στα εμπόδια ήταν καθοριστική. Μια επιλογή που ήρθε σε δύσκολη στιγμή, αλλά αποδείχθηκε σημείο καμπής στην καριέρα της. Κι εκείνη, με τη στήριξη της προπονήτριάς της Ιωάννας Σιώμου, κατάφερε να εξελιχθεί σε μια από τις κορυφαίες Ελληνίδες εμποδίστριες.

Η 27χρονη αθλήτρια μιλά με ειλικρίνεια για τη φετινή της πορεία, τις αλλαγές που τη διαμόρφωσαν, τη συνεργασία με την προπονήτριά της, αλλά και τη νέα γενιά αθλητριών που έρχεται δυναμικά πίσω της.
Συνέντευξη στον Χρήστο Τσαρτσάλη:

Η φετινή χρονιά υπήρξε και η πιο επιτυχημένη σου. Περίμενες αυτή την εξέλιξη;
«Ήταν όντως η πιο επιτυχημένη μου χρονιά μέχρι στιγμής και μπορώ να σου πω ότι το περίμενα, γιατί και δούλεψα πολύ περισσότερο και τα δείγματα από την προηγούμενη χρονιά το 2024, έδειχναν ότι θα βελτιωθώ κι άλλο. Κάποια πράγματα ήταν ονειρικά που έζησα φέτος. Όσο και να έχω στόχους και όνειρα, δεν πίστευα ότι θα έφτανα μέχρι εκεί, αλλά για αυτό είναι οι στόχοι για να μπορείς να τους πετύχεις.
Νομίζω η ψυχολογία μου ήταν αυτό που με βοήθησε. Στον κλειστό στίβο μπήκα από την αρχή με πολύ καλή ψυχολογία, η οποία ήταν συνέχεια από τον ανοιχτό του 2024 όπου είχα πάει καλά. Είχα αρκετή αυτοπεποίθηση, αν και στον ανοιχτό στίβο το έχασα λίγο στην αρχή, άργησα να βρω τους ρυθμούς μου, αλλά ευτυχώς μπόρεσα να επικρατήσω στο εαρινό πρωτάθλημα, ώστε να μπορέσω να εκπροσωπήσω την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Ομάδων στη Μαδρίτη».
Τι στόχους είχες θέσει για τη φετινή χρονιά;
«Ήθελα να αγωνιστώ και σε κλειστό και σε ανοιχτό στίβο και να κάνω ατομικά ρεκόρ. Ήθελα να παλέψω για τη συμμετοχή μου στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ομάδων. Δεν πίστευα ότι θα ήταν λίγο πιο εύκολο από όσο το φανταζόμουν, γιατί δεν συμμετείχε η Ελισάβετ Πεσιρίδου που είναι η κολόνα αυτού του αγωνίσματος.
Κατάφερα να πάω εγώ και είχα στοχεύσει να αγωνιστώ και στη σκυτάλη των 100 μέτρων. Πήγε πολύ καλύτερα από όσο το φανταζόμουν. Στον κλειστό στίβο έκανα ένα μεγάλο ατομικό ρεκόρ, χάρη στο οποίο μου ήρθε η πρόσκληση για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στην Κίνα».
Μετά το ατομικό ρεκόρ που έκανα στη Μαδρίτη στο Ευρωπαϊκό Ομάδων, που ήταν μάλιστα και η 5η επίδοση όλων των εποχών, ήρθε την πιο κατάλληλη στιγμή για την ψυχολογία μου. Επίσης οι Πανελλήνιες νίκες και σε κλειστό και σε ανοιχτό στίβο ήταν κάτι σαν double για μένα, που πρώτη φορά το καταφέρνω.
Γενικά ήταν πράγματα που ήθελα να τα κάνω σιγά σιγά μέσα στις χρονιές, δεν περίμενα να γίνουν όλα μαζί κατευθείαν σε μια χρονιά».

Μίλησε μου για το Ευρωπαϊκό Ομάδων και πώς βίωσες τη διοργάνωση και τον αγώνα για να κρατήσετε την Ελλάδα στην κατηγορία.
«Σαν διοργάνωση ήταν πολύ ωραία, εγώ κιόλας δεν είχα ξαναζήσει τέτοια εμπειρία και τέτοια διοργάνωση. Τα συναισθήματα ήταν πολύ έντονα και όλοι από την πρώτη μέρα προσπαθούσαμε να δώσουμε τον καλύτερό μας εαυτό. Νομίζω κανένας άλλος δεν το ήθελε περισσότερο από εμάς και ατομικά να τα πάμε καλά αλλά και σαν ομάδα να παραμείνουμε στην κατηγορία».
Πώς διαχειρίζεσαι τόσους πολλούς αγώνες σε μια χρονιά και διοργανώσεις σε λίγο χρονικό διάστημα η μια με την άλλη;
«Δεν ξέρω αν το διαχειρίστηκα τόσο καλά. Ήμουν πνευματικά καλά μέχρι και τον αγώνα στα Δρόμια που ήταν μια εβδομάδα μετά από το Ευρωπαϊκό Ομάδων, ήμουν ακόμα σε ένταση ασχέτως αν ο αγώνας δεν πήγε καλά γιατί χτύπησα τα εμπόδια. Μετά το Βαλκανικό με το Πανελλήνιο είχε περίπου 3 εβδομάδες διαφορά και εκεί άρχισα λίγο να κουράζομαι, επειδή είχα αρχίσει τη, καλοκαιρινή σεζόν από τον Μάιο και ο κλειστό στίβος τελείωσε τέλη Μαρτίου.
Ήμουν πνευματικά κουρασμένη περισσότερο. Το σώμα μου πήγαινε αλλά ένιωθα το μυαλό μου να μην μπορεί να λειτουργήσει, ενώ συνήθως συμβαίνει το αντίθετο. Στο Βαλκανικό μπορούσα να τα πάω πολύ καλύτερα, δεν βοήθησαν και οι συνθήκες με τον άνεμο να γίνουν καλές επιδόσεις στα δρομικά αγωνίσματα, αλλά κρατάω και την 6η θέση στο Βαλκανικό και τη νίκη στο Πανελλήνιο που ήταν η πρώτη μου».

Πώς ξεκίνησε το δικό σου ταξίδι στον αθλητισμό;
«Είχα ξεκινήσει σε μικρότερη ηλικία στο χωριό μου ποδόσφαιρο. Έπαιζα στην ακαδημία του χωριού. Μετά επειδή έπρεπε να πάω να παίξω με κορίτσια άρχισε να μην μου αρέσει, επειδή με τα παιδιά που έπαιζα στο χωριό ήταν οι συμμαθητές μου και δεν μου άρεσε να φύγω και να πάω να παίξω σε μια ομάδα γυναικών. Αποφάσισα να πάω στον στίβο γιατί ήμουν έτσι κι αλλιώς γρήγορη και έτσι ξεκίνησε όλο. Από την αρχή με ταχύτητες και σιγά σιγά διάλεγα τι θα κάνω».
Ξεκίνησες από ταχύτητες, ενώ έπειτα έγινε η μετάβαση στα εμπόδια. Τι ήταν αυτό που σε έκανε να αλλάξεις αγώνισμα;
«Γενικά είχα κουραστεί λίγο με τις ταχύτητες, ήταν η πρώτη μου χρονιά Αθήνα και δεν είχαν πάει τόσο καλά τα πράγματα με τα 100 μέτρα και τον προπονητή που είχα τότε. Επειδή έβλεπα πώς δουλεύει στο ΟΑΚΑ η προπονήτρια που έχω πλέον, η Ιωάννα Σιώμου, πήγα και της είπα ότι θέλω να κάνω μαζί της προπόνηση. Μου είχε πει ότι δεν κάνει ταχύτητες, παρά μόνο εμπόδια και άλμα εις ύψος.
Της είπα ότι θέλω να κάνω εμπόδια μαζί της και ήταν καταφατική να δουλέψουμε μαζί και έτσι παρέμεινα στο γκρουπ της. Ή θα σταματούσα γιατί είχα κουραστεί και με την προπόνηση με το να κάνω απλά σπριντ ή θα άλλαζα αγώνισμα. Από κάποια στιγμή και μετά δηλαδή δεν με ευχαριστούσαν οι ταχύτητες και επειδή δεν ήθελα να φύγω από τον χώρο του στίβου, έπρεπε να κάνω μια αλλαγή».

Η εγκατάστασή σου στην Αθήνα και η αλλαγή περιβάλλοντος σε δυσκόλεψε καθόλου κυρίως στην αρχή;
«Πάρα πολύ και σε θέμα διατροφής και σε θέμα απόστασης από γονείς και σε θέμα καθημερινότητας. Επειδή είμαι από Καβάλα, κανένας από τους φίλους μου δεν είχε έρθει Αθήνα, κυρίως πάνε σε πόλεις της Βόρειας Ελλάδας όπως η Θεσσαλονίκη.
Σε θέμα διατροφής μετά έπρεπε να μάθω να τα μαγειρεύω όλα και να πηγαίνω στη σχολή συνέχεια γιατί ήταν υποχρεωτικά τα μαθήματα και να κάνω και προπόνηση. Ήταν αρκετά δύσκολο και στη διαχείριση του χρόνου, αλλά και σε θέμα ψυχολογίας γιατί ήμουν μόνη μου μακριά από φίλους και οικογένεια».
Σε βελτίωσε όμως πιστεύεις αυτή η αλλαγή περιβάλλοντος;
«Σίγουρα, όμως άργησε να με βελτιώσει. Είναι αυτό που λέμε ότι έπρεπε να φτάσω κάπου πολύ χαμηλά, να νιώσω όλη αυτή την πίεση για να μπορώ να ανέβω μετά. Σίγουρα με έκανε πιο ώριμη σε πολύ μικρή ηλικία και με έμαθε να καταλαβαίνω ότι όσο πιο γρήγορα προσαρμόζεσαι σε μια κατάσταση, τόσο πιο γρήγορα ξεμπλέκεις από τα προβλήματα».

Τι διαφορετικό σου έχουν δώσει τα σπριντ με εμπόδια από τα καθαρά σπριντ;
«Περισσότερη φαντασία και περισσότερο ρυθμό. Τα σπριντ πάντα τα θεωρούσα λίγο μονότονα και για αυτό και άλλαξα κιόλας. Με την προπόνηση των εμποδίων ενσωματώνεις δουλεύεις και άλλα πράγματα πέρα από ταχύτητα. Γενικά είμαι ένας άνθρωπος που βαριέται εύκολα (σ.σ. γέλια), θέλω να έχω ποικιλία στην προπόνησή μου».
Μίλησε μου για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Κλειστού Στίβου και αν πιστεύεις ότι είναι η μεγαλύτερη σου στιγμή μέχρι τώρα.
«Ξεκάθαρα είναι η μεγαλύτερή μου στιγμή και από θέμα διοργάνωσης και από θέμα ταξιδιού. Ήρθε και δεν ήρθε τόσο αναπάντεχα, δηλαδή ήταν ένα Παγκόσμιο το οποίο είχε ακυρωθεί λόγω covid και οι κανόνες για να πας ήταν να είσαι στις καλύτερες επιδόσεις στον κόσμο. Μόλις έτρεξα το 8:14 ήξερα ότι μπορεί να πάω στο Ευρωπαϊκό Κλειστού, αλλά μπήκα κατευθείαν στις λίστες για το Παγκόσμιο για την Κίνα.
Με τις εβδομάδες έπεφτα θέσεις αλλά και πάλι ήμουν στη λίστα. Στο Ευρωπαϊκό Κλειστού εν τέλει έμεινα εκτός για 3 θέσεις, αλλά στο Παγκόσμιο συμμετείχα γιατί ήταν μόνο με βάση την επίδοση και όχι με ranking».

Πόσο σε έχει βοηθήσει η προπονήτριά σου και πώς είναι η μεταξύ σας συνεργασία;
«Είναι πάρα πολύ κατανοητική, πολύ καλός άνθρωπος και εξαιρετική προπονήτρια. Αντιλαμβάνεται τα προβλήματά μας. Και θα κάνει πίσω σε κάποια πράγματα αλλά και θα μας «σκουντήξει» εκεί που πρέπει. Δεν θα ξεχάσω φέτος σε έναν αγώνα στα Χανιά, όπου είχα πέσει την προηγούμενη εβδομάδα και πονούσε η μέση μου και λίγο πριν την εκκίνηση της λέω “κυρία Ιωάννα πονάω”.
Όλη την εβδομάδα μόλις της το έλεγα αυτό μου έλεγε “εντάξει χαλάρωσε λίγο”, αλλά εκεί στον αγώνα μου είπε “δεν με νοιάζει, θα πας να τρέξεις” (σ.σ. γέλια). Ξέρει τι θα σου πει την κατάλληλη στιγμή. Είναι ήρωας πραγματικά και έχει πολύ υπομονή».

Πέρα από τη φετινή χρονιά και την περσινή είχες αρκετές επιτυχίες. Μια από αυτές ήταν και η πρώτη σου φορά με την Εθνική. Τι σήμαινε για σένα εκείνη η στιγμή και πόσο το περίμενες;
«Το περίμενα πάρα πολύ, το ήθελα γιατί άρχισα να τρέχω και καλά κι ήθελα κάτι να με τονώσει ψυχολογικά να μπορέσω να συνεχίσω αυτό που κάνω. Ήταν πέρσι στο Βαλκανικό κλειστού, όπου η συναθλήτριά μου η Ελισάβετ (σ.σ. Πεσιρίδου) δήλωσε ότι δεν ήθελε να πάει και κάπως έτσι πήγα εγώ, ώστε να έχει και μια συνέχεια το αγώνισμα. Μου έδωσε τεράστιο κίνητρο όλη τη χρονιά και ήταν ένα βήμα προς τα πάνω στην πορεία μου όλο αυτό».
Πώς βλέπεις την εξέλιξη του αγωνίσματός σου στην Ελλάδα;
«Νομίζω ότι ανεβαίνει πάρα πολύ και επιδόσεις αυξάνονται ραγδαία. Θυμάμαι όταν είχα ξεκινήσει τα εμπόδια θυμάμαι ότι είχα βγει 3η και είχα τρέξει 14:20, ενώ τώρα είναι αρκετές κοπέλες που τρέχουν κάτω από τα 14 δευτερόλεπτα. Οπότε πιστεύω ότι έχουμε ταλέντο και είναι πολύ φωτεινός ο δρόμος για τις κοπέλες που έρχονται από πίσω».
Τι στόχους έχεις για την επόμενη σεζόν;
«Σαν γενικότερος στόχος είναι να είμαι περισσότερη συγκεντρωμένη σε μένα και όχι τόσο στα πράγματα συμβαίνουν γύρω μου, ώστε να είμαι όλη τη χρονιά πνευματικά καλά. Σίγουρα στόχος είναι επίσης και το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα ανοιχτού».