Στην μακρά ιστορία του αθλητισμού υπήρξαν περιπτώσεις αθλητών που κέρδισαν την αγάπη των φιλάθλων όχι μόνο για τις επιδόσεις τους στον αγωνιστικό χώρο αλλά για την μαχητική ιδιοσυγκρασία τους. Μια στάση που επιτρέπει στον κόσμο να παθιαστεί και να ταυτιστεί με τους παίκτες. Δυο τέτοιες περιπτώσεις ειναι αυτές των Ροντινέι και ΜακΚίσικ, οι οποίοι είναι τόσο πανομοιότυποι που πολλές φορές είναι σαν να αντιπροσωπεύουν τις δυο όψεις ενός νομίσματος, της ίδιας ψυχής.
Τα χτυπήματα της μοίρας δεν τους λύγισαν…
Ο Ροντινέι δεν είχε μια εύκολη ζωή. Δέχθηκε απανωτά χτυπήματα, που είτε θα έπεφτε μια για πάντα, είτε θα σηκωνόταν και θα άλλαζε όλη τη ζωή του. Ο Βραζιλιάνος διάλεξε το δεύτερο και βγήκε νικητής!
Όπως οι περισσότεροι Βραζιλιάνοι, όταν ήταν μικρός έπαιζε σε χωμάτινα και λασπωμένα γήπεδα της γειτονιάς, με τα πόδια του να είναι γεμάτα πληγές. Έκανε κοπάνες από το σχολείο για να πάει να παίξει στη γειτονιά του, να ασχοληθεί με κάτι το οποίο αγαπούσε και τον γέμιζε όσο τίποτε άλλο στον κόσμο, το ποδόσφαιρο.

Στο ξεκίνημα επαιζε ως επιθετικός, αλλά μπορούσε να αγωνιστεί και σε άλλες θέσεις μεσοεπιθετικά. Επομένως, δεν ήταν έκπληξη που το είδωλό του ήταν ο Ρονάλντο το φαινόμενο, τον οποίο λάτρευε από μικρή ηλικία.
Τελικά όταν έπαιξε για πρώτη φορά δεξί μπακ, αποφάσισε πως αυτή του ταιριάζει περισσότερο από κάθε άλλη.
Ο Ροντινέι ουσιαστικά δεν γνώρισε ποτέ τον πατέρα του, καθώς έφυγε από τη ζωή λίγο μετά τη γέννησή του. Όταν ήταν 10 χρονών έχασε και τη μητέρα του. Το χειρότερο πράγμα που μπορούσε να συμβεί σε ένα μικρό παιδί. Έχασε και τους δυο γονείς του μέσα σε δέκα χρόνια. Έτσι μετακόμισε με τη γιαγιά του στο Τατουί. Τα χτυπήματα της μοίρας δεν σταμάτησαν να χτυπούν αλύπητα τον μικρό Ροντινέι που δεν μπόρεσε να ζήσει ούτε τότε ήρεμα, αφού μετά από λίγο καιρό έχασε και τη γιαγιά του.

Στην συνέχεια μετακόμισε μετά σε έναν θείο του, ενώ σε κοντινή απόσταση έμεναν και δύο καλοί του φίλοι, ο Μπιέλ και ο Αντιλσίνιο και περνούσε ώρες στα σπίτια τους. Λίγο αργότερα έφυγε και πήγε στο Σάο Πάουλο να μείνει μαζί με έναν άλλο θείο του καθώς το σπίτι του ήταν πιο κοντά στην ομάδα που δοκίμασε τότε να αγωνιστεί.
Όλα πήγαιναν καλά, τα πράγματα είχαν στρώσει κάπως, μέχρι και το 2019. Μια χρονιά αρκετά δύσκολη για τον Βραζιλιάνο. Η φωτιά που ξέσπασε στο προπονητικό κέντρο της Φλαμένγκο είχε ως αποτέλεσμα να πεθάνουν πολλοί εργαζόμενοι, αλλά και μικρά παιδιά που έμεναν εκεί, με τον ίδιο και τους συμπαίκτες του να είναι συντετριμμένοι. Η μια τραγωδία μετά την άλλη, ο «ήρωας» μας δεν το έβαλε ποτέ κάτω και με οδηγό την αισιοδοξία του και το χαμόγελό του ανταπεξίλθε στις δυσκολίες.
Από την άλλη, ο Σακίλ ΜακΚίσκ πέρασε και εκείνος τον δικό του Γολγοθά. Γεννημένος στην Ιντιάνα των ΗΠΑ στις αρχές της δεκαετίας του ’90, ο ΜακΚίσικ είχε μια άστατη παιδική ηλικία και μέχρι τα 19 του χρόνια είχε μπει έξι φορές στην φυλακή, με την τελευταία να είναι για δύο χρόνια. Δεν γνώρισε τον βιολογικό του πατέρα, ο οποίος εγκατέλειψε την οικογένειά του, η μητέρα του δεν κατάφερνε να φέρνει πάντα φαγητό στο τραπέζι και όπως συμβαίνει συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις.

Στα 21 του πήρε την πρώτη του ευκαιρία από το Edmonds Community College του Σιάτλ, όμως το ιστορικό του δεν του επέτρεπε να βρει σπίτι να νοικιάσει ή μια αξιοπρεπή δουλειά και αναγκαζόταν να μένει στο αυτοκίνητο.
Ο ίδιος σε δηλώσεις του είχε πει: «Είναι το χαμηλότερο επίπεδο στο οποίο μπορείς να φτάσεις, χειρότερα από τη φυλακή».
Η πρώτη του ευκαιρία στο NCAA την είχε από το κολέγιο της Αριζόνα. Στην rookie του σεζόν είχε 9 πόντους, με 5,4 ριμπάουντ και 33% στο τρίποντο, σε 32 αγώνες.
Το άσβεστο πάθος μιας φλογερής ψυχής…
Όλα τα βιώματα που συνέθεσαν τις δυο αυτές προσωπικότητες, οδήγησαν σε δυο πολύ δυνατούς χαρακτήρες που εξελίχθηκαν σε δυο εξαιρετικούς αθλητές.
Παρά τις αντιξοότητες κανένας τους δεν παρέκλινε από τον δρόμο του. Βρήκαν τον αθλητισμό ως ένα μέσο διαφυγής και κατάφεραν να ξεφύγουν κρατώντας ακέραιο τον χαρακτήρα τους και με αισιοδοξία και πίστη μετάφεραν αυτό το πάθος, τόσο στους συμπαίκτες τους, όσο και στο φίλαθλο κοινό.

Υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα στην καριέρα και των δυο, ειδικότερα στο πέρασμα τους από τον Ολυμπιακό, όπου ο καθένας στο αθλημά του πολλές φορές αφύπνισαν συμπαίκτες και οπαδούς με το πάθος της.
Μια τέτοια περίπτωση σε ότι αφορά τον ΜακΚίσκ είναι η πρώτη του συμμετοχή στην EuroLeague απέναντι στον Παναθηναϊκό, όπου με την τρομερή του απόδοση και συμπεριφορά κέρδισε ήδη μια θέση στην καρδιά των φίλων των Πειραιωτών.
Από την άλλη, όλοι οι οπαδοί των «ερυθρόλευκων» θυμούνται τον τρόπο που ο Ροντινέι «έσπρωχνε» με το πάθος του την ομάδα στα τελευταία δραματικά λεπτά του τελικού του Conference League απέναντι στην Φιορεντίνα. Με τις κραυγές του και την αγωνιστικότητα του έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην κατάκτηση του πρώτου ευρωπαϊκού τροπαίου στην ιστορία του συλλόγου.
Η καθοριστικότητα στην απόδοση…
Πέρα όμως από το πάθος και τον χαρακτήρα, μιλάμε για δυο αθλητές με καθοριστική απόδοση και στους αγωνιστικούς χώρους.
Ο Ροντινέι έχει αποδείξει ουκ ολίγες φορές το πόσο κομβικός είναι στο παιχνίδι του Ολυμπιακού, τόσο ως δεξί μπακ όσο και ως δεξί εξτρέμ, που χρησιμοποιήθηκε από τον Χοσέ Λουίς Μεντιλίμπαρ ανταπεξήλθε στο μέγιστο και πραγματοποίησε μια εξαιρετική χρονιά στην κατάκτηση του νταμπλ από τους «ερυθρόλευκους». Καίριος υπήρξε και στην κατάκτηση του Conference League την σεζόν 2023-2024 αλλά και στην πρώτη του σεζόν στον Πειραιά.
Στην περίπτωση του Αμερικανού σμολ φόργουορντ του Ολυμπιακού ύπηρξε πολλά χρόνια σημαντικός κρίκος της ομάδας, προσφέροντας θέαμα, αθλητικότητα, κάθετο παιχνίδι και το στοιχείο του απρόβλεπτου.
Ακόμα και στην δύση της καριέρας του, μην μπορώντας να έχει την απαιτούμενη διάρκεια στο πέρας της σεζόν, πραγματοποίησε εναν εξαιρετικό 4ο τελικό στην Stoiximan GBL, βοηθώντας την ομάδα του Πειραιά να κατακτήσει το πρωτάθλημα της σεζόν 2024-2025.
Σύνοψη…
Αν πρέπει να συνοψίσουμε γιατί αυτοί οι δυο παίκτες έχουν κερδίσει το κοινό, είναι πως το άσβεστο πάθους τους αντιπροσωπεύει κάτι και για τους ίδιος τους φιλάθλους, είναι η προβολή τους.
Όλοι οι φιλαθλοι οποιασδήποτε ομάδας θα ήθελαν να αγωνίζονται για τα χρώματά της , να δίνουν την «ψυχή» τους για την νίκη. Έτσι, αυτοί οι δυο αθλητές αντιπροσωπεύουν τους ίδιους τους οπαδούς μέσα στον αγωνιστικό χώρο. Την αέναη θέληση για νίκη παρά τις αντιξοότητες!