Ο Θάνος Πιτσόλης μίλησε αποκλειστικά στο Mpaladofatses.gr και τον Θανάση Στύλο, αναλύοντας την καριέρα του, την ζωή του στην Βουλγαρία αλλά και τις βλέψεις του για το μέλλον.
Ο Θάνος Πιτσόλης αγωνίζεται αυτήν την στιγμή με την φανέλα της Λοκομοτίβ Σόφιας, έχοντας μια γεμάτη σεζόν με 20 συμμετοχές ήδη. Ο Έλληνας σέντερ μπακ παραχώρησε συνέντευξη στον Θανάση Στύλο και αναφέρθηκε σε πολλές πτυχές της ζωής του, στο ξεκίνημα της ποδοσφαιρικής του καριέρας, στις δυσκολίες που αντιμετώπισε στην Ισπανία, αλλά και στις προσδοκίες του.

Ποια ήταν τα πρώτα σου ποδοσφαιρικά βήματα;
«Ξεκίνησα περίπου στην ηλικία των 5-6 ετών λόγω ενός θέματος υγείας που είχα, εκείνη την περίοδο ήταν πιο πολύ απόφαση της οικογένειας. Γεννήθηκα στον Νέο Μαρμαρά στην Χαλκιδική και ξεκίνησα εκεί το ποδόσφαιρο σε μια ακαδημία της περιοχής παίζοντας κυρίως για χαβαλέ μέχρι τα 13 μου χρόνια. Στην συνέχεια μετακινήθηκα στις ακαδημίες του Άρη και συγκεκριμένα στην Κ15 με τεχνικό διευθυντή ακαδημιών τον Γιώργο Σεμερτζίδη.
Ήταν πολύ δύσκολο τότε καθώς πήγαινα από Μαρμαρά στην Θεσσαλονίκη, απόσταση μιάμιση ώρας και είχα και σχολείο, φροντιστήρια κλπ. Στον Άρη εν τέλει έκανα πολύ καλή χρονιά και ουσιαστικά εκείνη την περίοδο της ζωής μου αποφάσισα πως με αυτό θέλω να ασχοληθώ στην ζωή μου.
Στην συνέχεια με πήρε η ακαδημία της Σκόντα Ξάνθης, η οποία διέθετε τρομερές ακαδημίες και αγωνίστικα στην Κ15 και στην Κ17. Μετά επέστρεψα στην Θεσσαλονίκη για τον Ηρακλή και έπαιξα στην Κ17 και την Κ19».
Σε ποια θέση ξεκίνησες να παίζεις;
«Έπαιζα σέντερ φορ στην αρχή της καριέρας μου, ήμουν ”killer”, ειδικά στον Άρη έκανα πολύ καλή χρονιά καθώς είχα αναπτυχθεί γρήγορα σχετικά και ξεχώριζα από τα υπόλοιπα παιδάκια. Στην Σκόντα Ξάνθη άλλαξα θέση και έγινα στόπερ καθώς μέσα στην χρονιά είχαν τραυματιστεί όλοι οι κεντρικοί αμυντικοί και ο Βασίλης Δανιήλ ήθελε να με δοκιμάσει λόγω σωματοδομής, ήμουν ψηλός και είχα χαρακτηριστικά κεντρικού αμυντικού.
Είχες την στήριξη της οικογένειας σου να ακολοθήσεις επαγγελματικά το ποδόσφαιρο;
«Με στήριξαν πάρα πολύ από την πρώτη στιγμή, είχαμε αποφασίσει με τους γονείς μου να κάνω το πρώτο βήμα τότε στον Άρη και να πηγαίνουμε στην Θεσσαλονίκη, ενώ παράλληλα υπήρχαν και δυσκολίες λόγω της δουλειάς του πατέρα μου. Μέχρι και σήμερα με στηρίζουν καθημερινά και δεν θα ήμουν εδώ που είμαι αυτήν την στιγμή χωρίς αυτούς».
Ποιο ήταν το ποδοσφαρικό σου είδωλο;
«Μου άρεσε ο Ζλάταν Ιμπραίμοβιτς κυρίως επειδή έπαιζα στην αρχή της καριέρας μου ως επιθετικός».
Από τα 14 μέχρι να ενηλικιωθείς είχες πάει σε πολλές ακαδημίες ήδη,πως είναι για ένα τόσο μικρό παιδί να αλλάζει περιβάλλον σε τόσο μικρά χρονικά διαστήματα;
«Σίγουρα ήταν πολύ δύσκολο όταν έμεινα για πρώτη φορά μακριά από τον Μαρμαρά στα 15 και συγκατοίκησα με ένα παιδί το οποίο γνώρισα την ίδια μέρα στην Ξάνθη. Ήμασταν μικροί τότε, ωστόσο πάντα είχαμε έναν άνθρωπο γύρω μας από το οικογενειακό περιβάλλον. Την επόμενη χρονιά στα 16 ήμουν τελείως μόνος, δεν έμενα με κάποιον, ωστόσο ήταν δύσκολο και αυτό. Είναι πολύ εύκολο να παρασυρθείς στα 15-16 όταν μένεις μόνος και για μένα παίζουν καθοριστικό ρόλο σε αυτό οι αρχές που θα πάρει το παιδί από την οικογένεια ώστε να μην ξεφύγει από τον στόχο του».
Στα 20 πήγες στην Ισπανία για την Λα Γκράνχα της 4ης κατηγορίας, πως πήρες αυτήν την απόφαση να φύγεις από την Ελλάδα και να πας στον συγκεκριμένο σύλλογο;
«Ο συγκεκριμένος σύλλογος αρχικά βρισκόταν σε μια κωμόπολη δίπλα στην Σεγόβια της Ισπανίας. Ήμουν τότε από τους πιο νέους της κατηγορίας, έπαιζα κανονικά τότε σέντερ μπακ και η ομάδα αυτή αναζητούσε aggresive στόπερ, εγώ ήμουν και Ευρωπάιος οπότε δεν χρειαζόμουν βίζα όπως πολλοί άλλοι παίκτες του συλλόγου που ήταν από Αργεντινή ή Κολομβία. Έπαιξα 30 παιχνίδια, μια γεμάτη σεζόν όπου αγωνίστηκα πολύ καλά και είχα τρομερή απόδοση. Η ζωή ωστόσο ήταν πολύ δύσκολη, συγκατοικούσα με άλλα τρία άτομα σε ένα σπίτι, οι οποίοι ήταν από άλλες χώρες και ηπείρους. Εγώ τότε δεν ήξερα καλά αγγλικά και αναγκάστηκα να μάθω στην Ισπανία επειδή δεν μπορούσα να συννενοηθώ με κανέναν. Άρχισα να μαθαίνω και λίγα Ισπανικά. Κατάφερα να διαχειριστώ την κατάσταση και επικεντρώθηκα στο ποδοσφαρικό κομμάτι.
Όμως η χρονιά που ήμουν στην Ισπανία ήταν η χρονια του κορονοιού και εώ είχαμε φτάσει στις 32 αγωνιστικές και μένουν άλλες 6, το πρωτάθλημα σταματάει και γυρίζω πίσω στην Ελλάδα. Έφυγα από την Ισπανία αφήνωντας τα μισά μου πράγματα εκεί και δεν ξαναγύρισα ποτέ. Εντωμεταξύ τότε είχα προτάσεις από Β’ και Γ’ Εθνική Ισπανίας, όπως για παράδειγμα την Χετάφε Β’. Με τον κορονοιό δεν μπορούσα να επιστρέψω καθώς ήταν η από τις πρώτες χώρες που είχαν κρούσματα και γινόταν χαμός».

Για την επιστροφή του στην Ελλάδα, την Β’ και Γ’ Εθνική:
«Μετά από την Ισπανία ξεκίνησε το παραλλήρημα, λάθος επιλογές μάνατζερ, υπέγραψα με τον Λεβαδειακό συμβόλαιο το οποίο ωστόσο δεν πρέπει να υπεβλήθη ποτέ στην ΕΠΟ, με στείλανε δανεικό στον Αμβρυσσέα Διστόμου στην Γ’ Εθνική λέγοντας μου ότι θα είμαι εδώ κοντά. Τελειώνει η χρονιά χωρίς να γίνουν πολλά παιχνίδια λόγω κορονοιού, μετά πήγα προετοιμασία με τον Λεβαδειακό, όμως ο σύλλογος δεν μου έδινε συμβόλαιο καθώς υπάρχουν τα τροφεία και σε τόσες ομάδες που είχα πάει θα έπρεπε να δώσει πολλά λεφτά σε τροφεία, τα οποία εν τέλει δεν έδωσε ποτέ αφού περίμενε να γίνω 23.
Εγώ δεν περίμενα βέβαια, πήγα στον Απόλλων Παραλιμνίου στην Γ’ Εθνική και έκανα πολύ καλή χρονιά. Μετά από αυτήν την χρονιά είχα κάποια τηλεφωνήματα από Β’ Εθνική, όμως πάλι δεν μπορούσα να πάω για τον λόγο που προανέφερα. Πήγα Πιερικό και μετά μου έρχεται μια πρόταση από Ηρόδοτο στην Β’ Εθνική. Πηγαίνω στον σύλλογο, παίζουμε 8 παιχνίδια και δεν παίζουμε άλλο επειδή μας διώξανε από το πρωτάθλημα αφού δεν πληρωνόταν κανένας και προφανώς δεν έχω πάρει ευρώ από τότε».
Κάνε μου ένα γενικό σχόλιο για την Β’ και την Γ’ Εθνική:
«Η Γ’ Εθνική κατ’εμέ δεν είναι επαγγελματική κατηγορία καθώς τα παιδιά που παίζουν εκεί χρειάζεται να έχουν και μια δεύτερη δουλειά για να ζήσουν. Απλά είναι το πάτημα για να καταφέρεις να κάνεις το επόμενο βήμα στις πιο πάνω κατηγορίες. Η Β’ Εθνική τώρα είναι ένα πρωτάθλημα το οποίο βασίζεται 4-5 ομάδες οι οποίες κάνουν όντως πρωταθλητισμόκαι οι υπόλοιπες είναι «κομπάρσοι», δηλαδή ομάδες που δεν είναι δυνατές δεν θα πληρώσουν τους πάικτες, που είναι μικροί και ψάχνουν δίοδο για να κάνουν το επόμενο βήμα».

Πως προέκυψε η πρόταση από την Σπαρτάκ Πλέβεν;
«Είχα έναν συμπαίκτη στον Ηρόδοτο, τον Πέτρο Μπακούτσο, που είχε έναν μάνατζερ ο οποίος αναζητούσε έναν ποδοσφαιριστή με τα χαρακτηριστικά μου για την ομάδα. Έτσι, ο Μπακούτσος με ρώτησε αν θέλω να πάω, μίλησε και με τον μάνατζερ και κάπως έτσι ήρθε η πρόταση. Πηγαίνω Βουλγαρία, αλλά αυτοί ήθελαν να με δουν δύο μέρες πρώτα πριν υπογράψω συμβόλαιο. Εντάξει το επίπεδο είναι μέτριο αντικειμενικά, υπέγραψα και έκανα μια πολύ καλή χρονιά».
Πες μου για την πρώτη σου χρονιά στην Βουλγαρία με την Σπάρτακ Πλέβεν.
«Αρχικά στην Βουλγαρία προσαρμόστηκα πιο γρήγορα σε σχέση με την Ισπανία, είναι Βαλκάνια και τον Έλληνα τον γνωρίζουν γενικά, πάνω κάτω ίδιοι λαοί είμαστε απλά εδώ στην Βουλγαρία είναι 15-20 χρόνια πίσω. Για μένα ήταν και πιο εύκολη η προσαρμογή καθώς είχα και έναν Έλληνα μαζί μου και επίσης το επίπεδο ήταν ανταγωνιστικό προφανώς, αλλά ήμουν βασικό γρανάζι της ομάδας, οπότε υπολογιζόμουνα και ότι παράπονο είχα θα μπορούσα να το πω χωρίς να υπάρχει συνέπεια. Έμενα μόνος σε δωμάτιο και δεν δεχόμουν να μείνω με άλλον. Επίσης ήταν «κύριοι» στις πληρωμές τους, καμία σχέση με την Β’ Εθνική της Ελλάδας, έχουμε μπόνους νίκης, μπόνους ισοπαλίας, πράγματα τα οποία στην χώρα μας δεν θα τα δούμε ποτέ. Επίσης οπουδήποτε ζήσεις στην Βουλγαρία εκτός από Σόφια, Φιλλιπούπολη και Βάρνα, είναι δύσκολα».
Έκανες μια γεμάτη σεζόν στην Σπαρτάκ Πλέβεν με 32 παιχνίδια και δύο γκολ, αυτή η χρονιά σου έδωσε το συμβόλαιο στην Λοκομοτίβ Σόφιας ή υπήρχαν ήδη συζητήσεις στα μέσα της σεζόν;
«Έκανα πολύ καλό πρώτο μισό στην Βουλγαρία, με αποτέλεσμα να έρχονται πολλές προτάσεις στην διοίκηση της Σπαρτάκ Πλέβεν, με την ίδια να τις απορρίπτει καθώς με είχε ανάγκη για να παραμείνει στην κατηγορία, άσχετα που στο τέλος τερματίσαμε 10οι. Η ομάδα είχε προτάσεις απο την Σλάβια Σόφιας και από την Σεπτέμβρη Σόφια η οποία ήταν στην ίδια κατηγορία με εμάς αλλά εν τέλει ανέβηκε. Η σεζόν τελείωσε, η Λοκομοτίβ Σόφιας με προσέγγισε και συμφωνήσαμε».
Στην Λοκομοτίβ αγωνίζεσαι περισσότερο ως αμυντικό χαφ παρά ως στόπερ, αυτό πως συνέβη;
«Ο πρώτος προπονητής της σεζόν, έχουμε αλλάξει τρεις μέχρι στιγμής, με δοκίμασε στο «6αρι» αφού πρώτα είχαν τραυματιστεί όλα τα αμυντικά μας χαφ, του άρεσα και από τότε όλη την σεζόν παίζω ως «κόφτης» στο κέντρο».

Σου αρέσει περισσότερο να παίζεις στόπερ ή αμυντικό χαφ;
«Μου αρέσει περισσότερο ως «εξάρι» επειδή έχω περισσότερη συμμετοχή στο παιχνίδι, περισσότερες μονομαχίες, περισσότερη ώρα με την μπάλα στα πόδια, όμως έχει πάρα πολύ τρέξιμο και πρέπει να έχεις αντοχή και να αντέχεις την κούραση».
Έχεις αγωνιστεί φέτος 19 φορές, σε μία από αυτές είχες αντιμέτωπο τον Μπαλογιάννη με την Μπότεφ, γνωρίζεστε καθόλου;
«Εκεί στο γήπεδο γνωριστήκαμε, στην φυσούνα μιλήσαμε και μετά το τέλος του παιχνιδιού ήρθε στα αποδυτήρια να με χαιρετήσει. Πολύ καλό παιδί, ευγενικός, τα είπαμε κιόλας αλλά μένει σε άλλη πόλη. Του είπα βέβαια αμα θέλει να έρθει να τον φιλοξενήσω. Επίσης σε εκείνο το παιχνίδι σκόραρα σε ένα κόρνερ και με μάρκαρε ο Μπαλογιάννης. Του είχα πει για πλάκα ότι ”τώρα θα το βάλω” και εν τέλει το έβαλα.
Η σεζόν δεν ξεκίνησε καλά με την Λοκομοτίβ, πολλές ήττες, δύσκολα μαζεύατε βαθμούς, τι άλλαξε και τώρα τελευταία έχετε πάρει τα «πάνω» σας και έχετε ξεφύγει από τους τελευταίους της βαθμολογίας;
«Τον πρώτο γύρο, πέρα από την αλλαγή των προπονητών, είχαμε πολλούς τραυματισμούς και δεν ήμασταν πλήρεις σαν ρόστερ, οπότε υπήρχαν προβλήματα σε κάποιες θέσεις στο γήπεδο. Πολλά ματς τα χάσαμε λόγω ατυχίας, είχαμε κακά αποτελέσματα, ωστόσο την περασμένη μεταγραφική περίοδο έγιναν κάποιες προσθήκες που βοήθησαν πάρα πολύ την ομάδα η οποία έχει δέσει λόγω της προετοιμασίας στην Αττάλεια της Τουρκίας».
Υπήρχαν φήμες πριν λίγο καιρό ότι σε θέλουν ομάδες της Τουρκίας, εάν σου έκανε πρόταση ένας σύλλογος στην Τουρκία θα πήγαινες;
Ναι θα πήγαινα εύκολα στην Τουρκία καθώς θα με βοηθούσε να αναπτυχθώ ως ποδοσφαιριστής και θα ήταν μια πολύ καλή ευκαιρία έτσι ώστε να κάνω το επόμενο βήμα.
Το καλοκαίρι τελειώνει το συμβόλαιο σου με την Λοκομοτίβ Σόφιας, ποια είναι τα σχέδια σου για το μέλλον;
Θα το σκεφτώ πολύ σοβαρά εάν μου κάνει πρόταση ανανέωσης η Λοκομοτίβ, όμως θα ήθελα να κάνω αυτό το βήμα παραπάνω και να πάω σε ένα καλύτερο και πιο ανεπτυγμένο πρωτάθλημα.
Θα γύριζες στην Ελλάδα για την Stoiximan Super League;
«Πρώτος μου στόχος είναι να συνεχίσω στο εξωτερικό, αλλά από ομάδες της Super League εάν το πρότζεκτ ήταν καλό θα πήγαινα».
Υπάρχουν μεγάλες διαφορές των Ελληνικών συλλόγων με τις ομάδες της Βουλγαρίας;
«Οι τεράστιες διαφορές είναι μεταξύ των πρώτων τεσσάρων μεγάλων ομάδων της Ελλάδας με τις πρώτες της Βουλγαρίας οι οποίες δεν μπορούν να συγκριθούν. Από εκεί και πέρα, οι υπόλοιπες ομάδες της Super League νιώθω πως δεν έχουν μεγάλες διαφορές δυναμικότητας. Το βουλγάρικο πρωτάθλημα πολλοί νομίζουν πως είναι πολύ κατώτερο από το ελληνικό αλλά θα τους διαψεύσω».
Θα ήθελες να ασχοληθείς με την προπονητική μετά το τέλος της καριέρας;
«Δεν θα ήθελα να ασχοληθώ με την προπονητική επειδή πιστεύω πως δεν έχω την ψυχραιμία που έχει ένας προπονητής».
Αγωνίζεσαι τώρα στην Λοκομοτίβ Σόφιας η οποία είναι πολύ ιστορική ομάδα καθώς έχει 4 πρωταθλήματας και 4 κύπελλα Βουλγαρίας, πως νιώθεις για αυτό;
«Όντως έχεις δίκιο, η Λοκομοτίβ είναι μια από τις 3-4 πιο ιστορικές ομάδες της Βουλγαρίας, έχει και σημαντικές πορείες στην Ευρώπη. Νιώθω πολύ χαρούμενος που βρίσκομαι εδώ».