Ο Ρόι Κάρολ σε μια διαφορετική συνέντευξη μιλά αποκλειστικά στο Mpaladofatses.gr και τον Θανάση Σχοινά για την θυελλώδη καριέρα του, το νέο του ξεκίνημα στη Σαουδική Αραβία ενώ δεν διστάζει να εκφραστεί ανοιχτά για την κατάθλιψη που βίωσε και τον εθισμό του στο αλκοόλ.
Ο Ρόι Κάρολ είναι ένας από τους ποδοσφαιριστές που δεν περιμέναμε να δούμε στα ελληνικά γήπεδα. Η μεγάλη του καριέρα στην Premier League και στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του Σερ Άλεξ Φέργκιουσον δεν μας προϊδέαζε για κάτι τέτοιο.
Η ζωή όμως είχε τα δικά της σχέδια και έφερε στον δρόμο του τον ΟΦΗ, για να τον βοηθήσει να αντιμετωπίσει τους «δαίμονες» που τον οδηγούσαν στην αυτοκαταστροφή. Στην Κρήτη αγαπήθηκε από τους κατοίκους της και θα νιώθει για πάντα ευγνώμων για το πόσο φιλόξενα τον έκαναν να αισθανθεί.
Οι φίλαθλοι του Ολυμπιακού από την άλλη στο πρόσωπο του βλέπουν τον ήρωα ενός μεσημεριού στο παγωμένο Καζάν, έναν ποδοσφαιριστή που τίμησε την «ερυθρόλευκη» όσο λίγοι, αγωνιζόμενος μέχρι και τραυματίας για να βοηθήσει την ομάδα του να πετύχει τους στόχους της.
Πάνω από όλα όμως, είναι ένας καλοσυνάτος γίγαντας. Ένας άνθρωπος που «έπεσε», αλλά είχε το σθένος να «σηκωθεί», να νικήσει το σκοτάδι και να επαναφέρει το φως στη ψυχή του.
Η φετινή σεζόν τον βρίσκει στη Σαουδική Αραβία, αφού ηγείται του προπονητικού επιτελείου των τερματοφυλάκων των ακαδημιών της Νίομ, μιας ανερχόμενης δύναμης του ποδοσφαίρου της Σαουδικής Αραβίας.

Πως είναι η ζωή στη Σαουδική Αραβία;
«Είναι διαφορετική από το Ηνωμένο Βασίλειο. Ο καιρός είναι πολύ ζεστός και είναι διαφορετικές οι συνθήκες για εμένα. Οι άνθρωποι εδώ όμως είναι πολύ καλοί όπως και όλα τα μέλη του συλλόγου».
Ποιος είναι ο ακριβής ρόλος που έχεις στην ομάδα;
«Είμαι ο επικεφαλής και ο συντονιστής του τμήματος τερματοφυλάκων των ακαδημιών. Ασχολούμαι δηλαδή με τις νεαρές ηλικίες».
Άρα στη Σαουδική Αραβία δίνουν προσοχή στις ακαδημίες τους;
«Η ομάδα στην οποία βρίσκομαι είναι η Νίομ. Είναι στη δεύτερη κατηγορία του πρωταθλήματος της Σαουδικής Αραβίας και η ανδρική ομάδα βρίσκεται στην κορυφή του βαθμολογικού πίνακα αυτή τη στιγμή, οπότε στοχεύει στην άνοδο στην πρώτη κατηγορία».
Πως ξεκίνησες να παίζεις ποδόσφαιρο; Πως επέλεξες να αγωνίζεσαι στη θέση του τερματοφύλακα;
«Έπαιζα ως επιθετικός όταν ήμουν μικρός. Ήμουν πολύ μικρόσωμος. Ο πατέρας μου ήταν τερματοφύλακας και πάντα ήθελε να παίξω κι εγώ σε αυτή τη θέση. Έπαιζα ως τερματοφύλακας μόνο όταν ο τερματοφύλακας της ομάδας δεν μπορούσε να έρθει στα παιχνίδια ή ήταν τραυματίας. Συνέχιζα να παίζω ως επιθετικός και όταν έγινα 14 χρονών ξεκίνησα να αναπτύσσομαι πολύ γρήγορα και να ψηλώνω απότομα. Έτσι στην ηλικία των 15-16 ετών έπαιζα μόνιμα στη θέση του τερματοφύλακα».
Πότε κατάλαβες ότι θα γίνεις επαγγελματίας ποδοσφαιριστής;
«Στη χώρα που μεγάλωσα ήταν πολύ δύσκολο να σε εντοπίσουν ποδοσφαιρικές ομάδες της Αγγλίας. Υπήρχαν πολλοί που ήθελαν να γίνουν επαγγελματίες ποδοσφαιριστές στη Βόρεια Ιρλανδία. Εγώ είχα την ευκαιρία να παίξω επαγγελματικά ποδόσφαιρο επειδή έπαιζα στο Μπέλφαστ. Εκεί με εντόπισε ένας σκάουτερ που παρακολουθούσε ένα παιχνίδι μου όταν ήμουν 16 ετών. Έπαιζα σε επίπεδο ανδρών στα 16 μου».

Οπότε αυτός ήταν ο τρόπος που ενδιαφέρθηκε η Χαλ Σίτι για εσένα και σε ενέταξε στο δυναμικό της;
«Ναι, εκείνη την ημέρα μου ζητήθηκε από τη Χαλ Σίτι να δοκιμαστώ στην ακαδημία της. Πήγα και μου πρόσφεραν δύο χρόνια συμβόλαιο στην ακαδημία της ομάδας, σαν υποτροφία. Έπειτα από 6-7 μήνες υπέγραψα επαγγελματικό συμβόλαιο, το οποίο ήταν φανταστικό για εμένα. Στα 17 μου έγινα επαγγελματίας ποδοσφαιριστής».
Πως ήταν τα πρώτα χρόνια της καριέρας σου στη Χαλ και στη Γουίγκαν;
«Όταν πήγα στη Χαλ, έπαιζα αρκετά καλά αλλά μου έλειπε το σπίτι μου. Μεγάλωσα σε ένα μικρό χωριό της Βόρειας Ιρλανδίας και εκεί βρισκόταν τόσο η οικογένεια μου όσο και οι φίλοι μου. Ήμουν νεαρός, ήμουν 17, μου έλειπε η οικογένεια μου και οι φίλοι μου. Οι πρώτοι 2-3 μήνες ήταν πολύ δύσκολοι. Στη συνέχεια όσο περνούσαν οι μήνες όλα γίνονταν πιο εύκολα».
Πως διαχειρίστηκες το ότι βρισκόσουν μακριά από την οικογένεια σου για πρώτη φορά;
«Όπως είπα και πριν μου πήρε 2-3 μήνες για να συνηθίσω να ζω σε μια νέα πόλη. Η μετάβαση από ένα μικρό χωριό σε μια μεγάλη πόλη ήταν αρκετά δύσκολη, αλλά γνώρισα αρκετούς καλούς φίλους. Γνώρισα τους συμπαίκτες μου και όλοι οι άνθρωποι του συλλόγου με έκαναν να αισθάνομαι φιλόξενα, το οποίο ήταν πολύ καλό».
Πως σε προσέγγισε η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ;
«Πέρασα δύο χρόνια στη Χαλ Σίτι και μετά μετακινήθηκα στη Γουίγκαν για τέσσερα χρόνια. Στη Γουίγκαν όταν ήμουν εγώ φτιάχτηκε το νέο της γήπεδο και στα εγκαίνια του παίξαμε έναν φιλικό αγώνα απέναντι στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Έπαιξα στο πρώτο ημίχρονο και μες στη σεζόν άκουγα φήμες πως η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ με παρακολουθεί.
Το επόμενο καλοκαίρι ήταν να πάω στη Λέστερ αλλά η συμφωνία «ναυάγησε». Ο προπονητής ήρθε και μου είπε πως αποφάσισαν να κινηθούν για έναν πιο έμπειρο τερματοφύλακα. Εγώ τότε ήμουν 23 ετών και η Λέστερ μόλις είχε προβιβαστεί στην Premier League.
Την επόμενη ημέρα ο εκπρόσωπος μου, μού είπε πως η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ήθελε να μου μιλήσει. Δεν το πίστευα. Ήταν καταπληκτικό το συναίσθημα εκείνης της ημέρας. Μίλησα με τον προπονητή, τον Σερ Άλεξ και ενδιαφερόταν πολύ για εμένα. Ήμουν πολύ αγχωμένος, αλλά όλα πήγαν καλά».

Θυμάσαι εκείνη τη συζήτηση; Τι σου είπε ακριβώς;
«Δεν μιλήσαμε καθόλου για ποδόσφαιρο τότε. Μιλήσαμε για οικογενειακά θέματα και οτιδήποτε άλλο εκτός από ποδόσφαιρο. Το μόνο που μου είπε είναι ότι θέλει να τον ακολουθήσω για δύο χρόνια. Ο Φάμπιαν Μπαρτέζ ήταν ο βασικός τερματοφύλακας και εγώ θα μάθαινα από τους καλύτερους ποδοσφαιριστές του κόσμου όπως ήταν ο Ρόι Κιν, ο Ντέιβιντ Μπέκαμ, ο Πόλ Σκόουλς. Ο Σερ Άλεξ ήταν πολύ καλός μαζί μου. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα και ήμουν πολύ χαρούμενος που έγινα μέλος της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ».
Πες μου τη γνώμη σου για τους θρύλους της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ που ανέφερες.
Ρόι Κιν:«Ήταν ηγέτης. Ήταν ο αρχηγός μας και η μηχανή όλης της μεσαίας γραμμής της ομάδας μας. Δούλευε πολύ σκληρά και ήθελε όλοι να είναι 100% συγκεντρωμένοι και να δίνουν τα πάντα για την ομάδα».
Πολ Σκόουλς: «Ήταν ένας σκόρερ της μεσαίας γραμμής. Εξαιρετικό ταλέντο, ήξερε ακριβώς τι θα κάνει πριν έρθει η μπάλα στα πόδια του. Ήταν εκπληκτικό να τον βλέπεις από κοντά».
Ντέιβιντ Μπέκαμ: «Τι να πω για τον Ντέιβιντ Μπέκαμ. Θυμάμαι τις εκτελέσεις φάουλ του στις προπονήσεις, ήταν ένας απίστευτος εκτελεστής στημένων φάσεων. Εξαιρετικός ποδοσφαιριστής και πολύ καλός άνθρωπος».

Ποια είναι η γνώμη σου για τον Σερ Άλεξ Φέργκιουσαν ως προπονητή και ως άνθρωπο;
«Ο Σερ Άλεξ για μένα ήταν σαν πατέρας μου. Ήταν πολύ καλός μαζί μου. Ήρθα στην ομάδα ως ένας νέος τερματοφύλακας και ήξερε ακριβώς πως να φροντίσει τους παίκτες, πως να τους προετοιμάσει και πως να του ενσωματώσει στην ομάδα. Καταλάβαινε τα συναισθήματα των παικτών και πάντα ρωτούσε για τις οικογένειες μας.
Ως προπονητής ήταν απλά φανταστικός! Όπως όλοι μπορούν να πουν άλλωστε. Μιλάνε για εκείνον τα τρόπαια, τα οποία κέρδισε».
Πως η εμπειρία σου στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ από ποδοσφαιρικής πλευράς;
«Ήταν πολύ καλή! Ο πρώτος μου χρόνος ήταν δύσκολος γιατί οι προπονήσεις ήταν πολύ υψηλής έντασης και ρυθμού. Το σώμα μου προσαρμόστηκε και συνήθισε αυτό τον ρυθμό μετά από έξι μήνες.
Οι παίκτες με τους οποίους προπονούμουν ήταν νικητές. Ήθελαν να κερδίζουν παντού. Όχι μόνο στους αγώνες αλλά και στις προπονήσεις. Πέρασα τέσσερα πολύ όμορφα χρόνια στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Γνώρισα καλούς ανθρώπους, έμαθα πολλά για το ποδόσφαιρο. Με βοήθησε να καταλάβω το παιχνίδι ακόμα περισσότερο και να προπονηθώ με εξαιρετικούς συμπαίκτες και προπονητές».

Αυτή τη στιγμή η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ βιώνει μια δύσκολη περίοδο. Είναι αρκετά χρόνια μακριά από τους τίτλους και δεν υπάρχει αγωνιστική σταθερότητα. Ποιο θεωρείς πως ήταν το «κλειδί» των ημερών δόξας που βίωνε την εποχή του Σερ Αλεξ Φέργκιουσον;
«Η επιτυχία ήρθε γιατί ο ο προπονητής είχε τον χρόνο να χτίσει την ομάδα όπως ακριβώς ήθελε. Το ποδόσφαιρο πλέον είναι επιχείρηση. Πρέπει να κερδίζεις τρόπαια, πρέπει να παίζεις στο υψηλότερο επίπεδο. Ο Σερ Άλεξ είχε το χρόνο να χτίσει την ομάδα του. Τον πρώτο καιρό που ήρθε στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, η ομάδα βρισκόταν κοντά στον υποβιβασμό αλλά η διοίκηση στάθηκε δίπλα του και τα επόμενα χρόνια κέρδισε τα πάντα. Βλέπεις την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ σήμερα, πόσους προπονητές έχει αλλάξει από τη στιγμή που ο Σερ Άλεξ Φέργκιουσαν ολοκλήρωσε την καριέρα του; Πάρα πάρα πολλούς!»
Στη συνέχεια η Γουέστ Χαμ ήρθε στη ζωή σου. Πως ήταν η μετάβαση αυτή. Είχες προτάσεις από ομάδες εκτός Αγγλίας;
«Είχα προτάσεις από άλλες ομάδες της Αγγλίας και πρόταση ανανέωσης από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, την οποία και απέρριψα. Ο Σερ Άλεξ θα έφερνε ακόμη έναν τερματοφύλακα κορυφαίου επιπέδου, με ενημέρωσε για το τι θα συμβεί αλλά είχαμε διαφορετικές προτεραιότητες και λύθηκε η συνεργασία μας.
Ήθελα να παίζω ποδόσφαιρο. Είμαι ο τύπος του ανθρώπου που θέλει να παίζει ποδόσφαιρο. Δεν άντεχα να κάθομαι στον πάγκο ή στην κερκίδα. Ήθελα να παίζω ποδόσφαιρο, οπότε όταν η Γουέστ Χαμ εξέφρασε ενδιαφέρον για εμένα, άρπαξα την ευκαιρία και υπέγραψα εκεί για να μπορώ να παίζω στους αγώνες. Ήμουν εκεί για 2-3 σεζόν. Ήταν ένας διαφορετικός τρόπος ζωής στο Λονδίνο».

Σε αυτή την περίοδο της ζωής σου αντιμετώπισες κάποια προβλήματα ψυχικής υγείας. Θα ήθελες να μιλήσεις για αυτά;
«Φυσικά, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Μιλάω για τα προβλήματα που αντιμετώπισα εκτός γηπέδου. Η ζωή είναι πολύ δύσκολη κάποιες φορές και η κατάσταση που βίωνα στη Γουεστ Χαμ δεν ήταν βοηθητική. Αντιμετώπιζα έναν σοβαρό τραυματισμό στη μέση και τα προβλήματα μου ξεκίνησαν αμέσως μετά από αυτό τον τραυματισμό.
Έπινα πάρα πολύ, όλο και περισσότερο, για να ξεχνάω τα προβλήματα. Και το να πίνεις δεν βοηθάει όταν έχεις κατάθλιψη. Οι άνθρωποι που παρακολουθούν ποδόσφαιρο πιστεύουν πως όλοι είναι καλά, όλοι είναι φανταστικά αλλά ψυχικά βρισκόμουν στο λάθος μέρος τη λάθος στιγμή. Μου πήρε αρκετό καιρό για να συνέλθω, αλλά ευτυχώς όλα πήγαν καλά και όταν ήρθα στην Ελλάδα όλα άλλαξαν για εμένα».
Πώς πήρες την απόφαση να «ξεφύγεις» από το αλκοόλ; Γιατί όταν κάποιος αντιμετωπίζει έναν εθισμό δεν είναι τόσο εύκολο να το αντιληφθεί και να ζητήσει βοήθεια.
«Ήταν πάρα πολύ δύσκολο. Είχα πιάσει πάτο. Ήμουν στον πάτο, σε μια πολύ δύσκολη θέση και κατάσταση. Μια μέρα ξύπνησα, κοίταξα τον εαυτό μου στον καθρέφτη και κατάλαβα πως είχα γίνει. Εκείνη την ημέρα κάτι άλλαξε μέσα μου και αποφάσισα να αλλάξω τη ζωή μου. Γύρισα πίσω στη γυναίκα μου και στην οικογένεια μου και δύο μήνες αργότερα δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από έναν ατζέντη στην Ελλάδα που μου ζητούσε να έρθω να παίξω εκεί.
Με αυτό τον τρόπο άλλαξε η ζωή μου, άλλαξε κάτι στο μυαλό μου, έγινε το «κλικ» για να πω στον εαυτό μου: «Τι κάνεις». Δεν είχαν καν επίγνωση του τι έκανα. Έπειτα από αυτό, απομακρύνθηκα εντελώς από το αλκοόλ και κατάφερα να σταθεροποιηθώ ψυχολογικά.
Η μετακίνηση στην Κρήτη και τον ΟΦΗ βοήθησε πολύ εμένα και την οικογένεια μου. Η οικογένεια μου ήρθε μαζί μου και όλοι μαζί ήρθαμε στον ΟΦΗ. Οι πρώτοι έξι μήνες ήταν δύσκολοι γιατί το ποτό προσπαθούσε να με κάνει να κυλήσω πάλι. Τον Ιούνιο συμπληρώνω 14 χρόνια καθαρός από το αλκοόλ. Ακόμη, μερικές φορές χρειάζεται να παλέψω».
Για να αντιμετωπίσεις αυτή την κατάσταση και να ξεπεράσεις τα προβλήματα που αντιμετώπισες, χρειάστηκε να δεις κάποιον ειδικό, να μιλήσεις σε κάποιον ή τα κατάφερες μόνος σου;
«Δεν επισκέφτηκα κάποιον ψυχολόγο. «Ανοίχτηκα» στη σύζυγό μου, της μίλησα. Οι άνδρες είναι δύσκολο να μιλούν για θέματα ψυχικής υγείας. Για εμένα ήταν πολύ δύσκολο να μιλήσω στον οποιονδήποτε για αυτό που περνούσα. Πίστευα πως αν τα κρατούσα όλα μέσα μου και δεν έλεγα σε κανέναν τίποτα, όλα θα ήταν καλά. Αλλά αυτό δεν συνέβη σε καμία περίπτωση.
Για αυτό μίλησα στη σύζυγο μου και από εκείνη τη στιγμή μιλάω στους ανθρώπους για οτιδήποτε με απασχολεί. Είμαι ανοικτός και ειλικρινής με αυτό που αντιμετώπισα. Θέλω να βοηθήσω τους ανθρώπους. Μίλησα για αυτό το θέμα όταν ήμουν προπονητής τερματοφυλάκων στην Εθνική Ομάδα της Βόρειας Ιρλανδίας, έδωσα μια συνέντευξη στην Ελλάδα και συνειδητοποίησα πως υπάρχουν πολλά παρόμοια προβλήματα και εκεί, για τα οποία δυσκολεύονται να μιλήσουν οι άνθρωποι. Σας παρακαλώ, εμπιστευτείτε με είναι πολύ καλύτερο να μιλάς».

Μου ανέφερες πριν πως η μεταγραφή σου στον ΟΦΗ σε βοήθησε πολύ να αντιμετωπίσεις αυτό που βίωνες.
«Ο ΟΦΗ και οι Έλληνες με βοήθησαν πολύ. Ακόμα και όταν μες στη σεζόν μετακόμισα στην Αθήνα ήταν φανταστικά. Εκτιμώ πραγματικά όλους τους Έλληνες γιατί έκαναν και εμένα και την οικογένεια μου να αισθανθούμε ευπρόσδεκτοι».
Στο ποδοσφαιρικό κομμάτι, πως βίωσες το πέρασμα σου από τον ΟΦΗ;
«Στον ΟΦΗ μπήκε ξανά η ζωή μου στις σωστές ράγες. Η οικογένεια μου ήταν μαζί μου και φυσικά οι Κρητικοί ήταν φανταστικοί προς εμένα και την οικογένεια μου. Ήμουν για έξι μήνες στην ομάδα και απήλαυσα το ποδόσφαιρο ξανά. Έχασα την αγάπη μου για το ποδόσφαιρο για 4-5 χρόνια εξαιτίας των προβλημάτων που είχα.
Όταν ξεκίνησα να απολαμβάνω το ποδόσφαιρο ξανά, η ζωή μου ήταν φανταστική. Αυτή είναι η αλήθεια. Οι φίλαθλοι της ομάδας και οι κάτοικοι της πόλης ήταν άψογοι και φιλόξενοι. Φυσικά και ο καιρός ήταν πολύ καλύτερος από ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ο καιρός βοηθάει τους ανθρώπους πολύ εκεί, γιατί όταν βγαίνει ο ήλιος πολύ περισσότεροι άνθρωποι χαμογελούν».
Ο ΟΦΗ ήταν το «εισιτήριο» σου για τη μεταγραφή σου στον Ολυμπιακό. Πως ήρθε η πρόταση των «Ερυθρολεύκων»;
«Όταν έπαιξα με τον ΟΦΗ απέναντι στον Ολυμπιακό, υπήρχαν φήμες πως ο Ολυμπιακός ενδιαφερόταν για εμένα. Συνέβη πολύ γρήγορα. Οι δύο ομάδες συμφώνησαν και βρέθηκα ξαφνικά στο αεροπλάνο για την Αθήνα. Το ποδόσφαιρο είναι πολύ περίεργο. Υπήρξα μέλος πολλών διαφορετικών ομάδων, άκουγα φήμες αλλά δεν ήταν όλες αληθινές. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν αληθινή.
Η μεταγραφή μου στον Ολυμπιακό ήταν μια πολύ μεγάλη κίνηση για εμένα. Ήθελα να παίξω σε μια ομάδα που αγωνιζόταν στο Champions League, στο Europa League και ο Ολυμπιακός μου έδωσε αυτή την ευκαιρία. Ήθελα να μείνω περισσότερο στον ΟΦΗ γιατί ο σύλλογος και οι φίλαθλοι του με έκαναν να νιώσω πολύ ευπρόσδεκτος αλλά συμφώνησε με τον Ολυμπιακό και έτσι πήγα στον Ολυμπιακό για να παίξω εκεί για 2.5 χρόνια, σε έναν διαφορετικό τρόπο ζωής».
Δεν αγωνίστηκες πολλά χρόνια στον Ολυμπιακό, αλλά παραμένεις στην καρδιά των φιλάθλων της ομάδας, που θυμούνται ακόμα τις εμφανίσεις σου απέναντι στην Ρουμπίν Καζάν. Τι θυμάσαι από εκείνες τις αναμετρήσεις;
«Φυσικά και τις θυμάμαι! Θυμάμαι το πρώτο παιχνίδι στη Ρωσία, είχε πάρα πολύ κρύο. Το να φεύγεις από την Ελλάδα και να πηγαίνεις στη Ρωσία που είχε -13 βαθμούς Κελσίου ήταν αρκετά δύσκολο. Δεν είναι ωραίο κανένας παίκτης της ομάδας να αποβάλλεται, αλλά όταν αποβλήθηκε ο βασικός μας τερματοφύλακας ήταν η σειρά μου να μπω στον αγωνιστικό χώρο. Πήρα την ευκαιρία που μου δόθηκε, η τύχη ήταν με το μέρος μου, έπεσα στην δεξιά γωνία και έπιασα το πέναλτι.
Στο δεύτερο παιχνίδι στην έδρα μας, ήταν εκπληκτικό να παίζω μπροστά στους φιλάθλους μας. Το θυμάμαι ξεκάθαρα αυτό, γιατί στα τελευταία 20-25 λεπτά της αναμέτρησης υπέστη θλάση στον οπίσθιο μηριαίο, συνέχισα να παίζω και οι φίλαθλοι μου έδειξαν την εκτίμηση τους στο τέλος του παιχνιδιού και δεν θα το ξεχάσω ποτέ! Όταν 32-33.000 οπαδοί φωνάζουν το όνομα σου, δεν το ξεχνάς ποτέ φίλε!»

Στο εσωτερικό του γηπέδου του Ολυμπιακού έχουν μια τοιχογραφία που είσαι και εσύ μέρος της. Πώς νιώθεις για αυτό;
«Ένας φίλος μου μού έστειλε μήνυμα όταν έπαιζε ο Ολυμπιακός με τη Γουέστ Χαμ. Ο φίλος μου που ήταν μαζί με τη Γουέστ Χαμ την έβγαλε φωτογραφία και μου την έστειλε. Είναι μεγάλη τιμή για εμένα. Ήμουν στον Ολυμπιακό για 2.5 χρόνια αλλά ένιωθα σαν να ήμουν εκεί όλη μου τη ζωή. Ήταν φανταστικά. Εκτιμώ πραγματικά πάρα πολύ κάθε ξεχωριστό λεπτό που αγωνίστηκα με τη φανέλα του Ολυμπιακού. Δεν αγωνίστηκα σε πολλά παιχνίδια, αλλά όταν έπαιζα, έδινα όλα όσα είχα».
Ο Ολυμπιακός συμπλήρωσε 100 χρόνια ζωής. Έχεις κάποιο μήνυμα για τους φιλάθλους του Ολυμπιακού και τον ίδιο τον σύλλογο;
«Θέλω να εκφράσω την εκτίμηση μου προς τους φιλάθλους της ομάδας. Είναι απίστευτο! 100 χρόνια ζωής είναι τεράστιο επίτευγμα για έναν σύλλογο! Και ελπίζω σε άλλα 100 χρόνια επιτυχιών και ιστορίας. Οι φίλαθλοι πρέπει να γιορτάσουν για όλες τις επιτυχίες που έχει ο σύλλογος αυτά τα 100 χρόνια με αποκορύφωμα την κατάκτηση του Conference League πέρυσι».
Μόλις ολοκλήρωσες την ποδοσφαιρική σου καριέρα, δημιούργησες μια ακαδημία τερματοφυλάκων στην Ιρλανδία. Πώς πήρες αυτή την απόφαση και τι ήθελες να πετύχεις μέσα από αυτό;
«Ο στόχος μου ήταν να βοηθήσω τους νέους ανθρώπους στη Βόρεια Ιρλανδία. Όταν ολοκλήρωσα την καριέρα μου, ήρθε η ευκαιρία να φτιάξω τη δική μου ακαδημία τερματοφυλάκων και το έκανα. Ξεκίνησε το 2018 και συνεχίζει τη λειτουργία της μέχρι και σήμερα. Είναι καλή για τους νέους γιατί τους βοηθά να πάρουν ευκαιρίες και να παίξουν ποδόσφαιρο. Όταν ήμουν μικρός δεν είχα ποτέ προπονητή τερματοφυλάκων, και για αυτό αποφάσισα να ανοίξω σχολή τερματοφυλάκων στον τόπο μου.
Έξι – επτά μήνες από όταν την άνοιξα, έγινα προπονητής τερματοφυλάκων στην Εθνική Ομάδα της Ιρλανδία. Οπότε δούλευα full time για την χώρα μου, και στην εθνική ομάδα και στην ακαδημία μου. Δεν έχω πολύ διαθέσιμο χρόνο, αλλά προσπαθώ να την κρατάω ανοικτή και να λειτουργεί σωστά. Ακόμα και όταν δεν είμαι εγώ εκεί, γίνεται πολύ καλή δουλειά γιατί έχω εκεί πραγματικά πολύ καλούς προπονητές τερματοφυλάκων που εργάζονται για να βγάλουν τους επόμενους μεγάλους τερματοφύλακες της Βόρειας Ιρλανδίας».
