Ο Λεωνίδας Κασελάκης μιλά αποκλειστικά στο Mpaladofatses.gr και στον Θανάση Σχοινά για την γεμάτη από εμπειρίες καριέρα του και την καταπληκτική σεζόν που διανύει η ομάδα της Καρδίτσας.
Ο Λεωνίδας Κασελάκης είναι ένας από τους καλαθοσφαιριστές που κάθε ομάδα θα ήθελε να έχει. Πράος αλλά ηγετικός, δίνει πάντα το 100% των δυνατοτήτων του σε όποια ομάδα κι αν αγωνίζεται. Τη φετινή σεζόν η Καρδίτσα του έδωσε την ευκαιρία να ηγηθεί και αποτελεί μέρος της ξέφρενης πορείας της στη Stoiximan GBL.
Εκείνος έρχεται στο Mpaladofatses.gr και «ξετυλίγει» το κουβάρι της καριέρας του.
Ποια ήταν η πρώτη σου επαφή με το μπάσκετ;
«Από μόνος μου, βλέποντας μπάσκετ στην τηλεόραση. Όταν ξεκινούσα, οι Chicago Bulls του Τζόρνταν ήταν στα prime τους. Προφανώς επηρεάστηκα από αυτούς. Το μπάσκετ τότε ήταν σε μεγάλη άνθιση. Δεν είχα κανένα ερέθισμα από την οικογένεια μου. Ο πατέρας μου δεν θα έλεγα ότι ήταν μπασκετικός, ίσα – ίσα πιο πολύ ασχολιόταν με το ποδόσφαιρο. Ούτε η μητέρα μου είχε επαφή με κάποιο άθλημα, οπότε ήταν κάτι που δημιουργήθηκε από το ερέθισμα της εποχής».
Πότε κατάλαβες ότι θα παίξεις επαγγελματικά μπάσκετ; Είχες κάποιο άλλο πλάνο ως παιδί;
«Σαν μικρός όταν ξεκίνησα, είχα το όνειρο να παίζω σε γεμάτα γήπεδα και να μπορέσω και εγώ να έχω την αντίστοιχη καριέρα που είχαν οι πρωταγωνιστές εκείνης της εποχής. Από τα 14-15 κατάλαβα ότι μπορώ να το ακολουθήσω, εφόσον το κυνηγήσω μέχρι τέλους και να κάνω κάποια πράγματα που να μπορέσουν να με βάλουν σε επαγγελματικό δρόμο».
Από νεαρή ηλικία ήσουν μέλος των μικρών εθνικών ομάδων και υπήρξες σε μια φουρνιά παικτών πολύ επιτυχημένη με σημαντικές διακρίσεις. Ποιο ήταν το κλειδί της επιτυχίας για εκείνη την ομάδα;
«Νομίζω ότι υπήρχε ταλέντο, αλλά πέρα από το ταλέντο υπήρχε και ο χαρακτήρας ο αντίστοιχος για να μπορέσουμε να κάνουμε πράγματα σε κάθε διοργάνωση γιατί αυτή η ομάδα έχει πάρει δύο χρυσά μετάλλια και δύο ασημένια, οπότε προφανώς δεν ήταν τυχαία η όποια επιτυχία. Τα περισσότερα παιδιά έκαναν και κάνουν σπουδαία καριέρα. Σαν φουρνιά το υποστηρίξαμε και δείξαμε πως οι επιτυχίες αυτές δεν ήταν κάτι τυχαίο και με την μετέπειτα καριέρα μας επαληθεύσαμε τις προσδοκίες».

Εσύ πως το βίωσες ως εμπειρία;
«Είναι σίγουρα πολύ ωραίο να αγωνίζεσαι για την Εθνική. Η Εθνική Ομάδα μας έδωσε μια καταξίωση και μια αναγνώριση από τον κόσμο που τη χρειάζεσαι όταν ξεκινάς την καριέρα σου έτσι ώστε να σε κοιτάνε λίγο διαφορετικά και μέσα από το μπάσκετ αλλά και έξω από αυτό και να σου δώσουν ίσως μια ευκαιρία παραπάνω να αναδειχθείς. Προφανώς, μετά είναι στο χέρι σου αν θα την «πιάσεις από τα μαλλιά» ή όχι. Ήταν χρόνια που ανυπομονούσαμε να έρθει το καλοκαίρι, να βρεθούμε όλοι μαζί και να έχουμε αντίστοιχες επιτυχίες».
Άρα καταλαβαίνω με όσα λες πως είχατε φοβερό κλίμα μεταξύ σας.
«Δεν θα το ‘λεγα ιδιαίτερα, με την έννοια ότι είχαμε όντως καλό κλίμα, αλλά δεν ήμασταν όλοι φίλοι μεταξύ μας. Προφανώς είχαμε όλοι καλή σχέση και σεβασμό, αλλά με λίγα παιδιά μπορώ να σου πω πως κρατάω επαφές. Ακόμα και τότε ήσουν – δεν ήσουν φίλος με κάποιον, τα «βρίσκαμε» μες στο παρκέ και αυτό φέρνει ηρεμία στην ομάδα και νίκες που φέρνουν ευεξία και καλό κλίμα στην ομάδα και έξω από το παρκέ. Οπότε το σημαντικό δεν ήταν το καλό κλίμα, αλλά το ότι είχαμε καλή συνεργασία εντός των γραμμών του γηπέδου».
Όταν βίωνες αυτές τις επιτυχίες με την Εθνική ομάδα βρισκόσουν στον Ηλυσιακό. Υπήρξε κάποια προσέγγιση από τον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό ή μόνο από τον ΠΑΟΚ στον οποίο έπαιξες εν τέλει;
«Είχε «χτυπήσει» η πόρτα και νωρίτερα το 2009. Ήμουν πολύ κοντά στον Παναθηναϊκό του Coach Obradovic, αλλά για κάποιους λόγους δεν έγινε η μεταγραφή. Κυρίως γιατί τότε ο Παναθηναϊκός ήταν μια υπερομάδα και ήταν πολύ δύσκολο για ένα παιδί να βρει χρόνο συμμετοχής. Προτιμήθηκε και από εμένα και από τον manager μου να μην ενταχθώ στον Παναθηναϊκό, ώστε να δούμε τη πορεία που θα έχω μέσα από το χρόνο συμμετοχής που θα έπαιρνα στον Ηλυσιακό».
Πως κρίνεις την αξιοποίηση των νέων παικτών από τους «αιώνιους»;
Αυτές οι ομάδες έχουν πίεση. Η ανάδειξη νέων ταλέντων είναι πολύ δύσκολη, ίσως είναι και ακατόρθωτο να γίνει. Αυτές οι ομάδες παίζουν πάντα για το αποτέλεσμα και για αυτό το λόγο δεν μπορούν να συγχωρεθούν τα λάθη ενός μη έτοιμου παίκτη, ακόμα και τα λάθη έτοιμων παικτών, οι οποίοι «καίγονται» από τα λάθη που θα κάνουν. Η πίεση του αποτελέσματος είναι ανασταλτικός παράγοντας στην ανάδειξη ταλέντων και αυτό συμβαίνει σε οποιαδήποτε φάση είναι οι «αιώνιοι».
Η δυνατότητα να έχει ένας αθλητής διπλό δελτίο θεωρείς πως είναι μια λύση σε αυτό το πρόβλημα;
«Κοίταξε, δεν μπορεί να είναι η λύση που θα οδηγήσει τα παιδιά να παίξουν και να τα καθιερώσει, αλλά βοηθάει πολλά παιδιά να περάσουν αυτό το μεταβατικό στάδιο των 18-21 ετών, που συνήθως η μετάβαση από το εφηβικό στο ανδρικό τους βρίσκει να μην μπορούν να καθιερωθούν σε μια ομάδα, τουλάχιστον σε πιο υψηλό επίπεδο. Τους δίνει παιχνίδια που τους λείπουνε σε μια πιο χαμηλή κατηγορία, γιατί είναι πολύ σημαντικό ο παίκτης να παίρνει ο ίδιος την απόφαση στο παιχνίδι και όχι να είναι απλά ένας ρολίστας που θα συμπληρώνει την 12αδα μια ομάδας. Οπότε θεωρώ πως βοηθάει μεν, δεν αρκεί όμως για να αναδειχτούν ταλέντα».
Πώς ήταν η μετάβαση από τον Ηλυσιακό, στον ΠΑΟΚ; Σε μια ομάδα με κόσμο, πίεση, πως το βίωσες και πως διαχειρίστηκες τη συνθήκη αυτή;
«Ο ΠΑΟΚ είναι μια μεγάλη ομάδα. Στην αρχή μου πήρε λίγο χρόνο να προσαρμοστώ σε όλα αυτά τα νέα δεδομένα. Από το εξάμηνο και μετά που άρχισα να καταλαβαίνω τι γίνεται, μπόρεσα κι εγώ να κάνω τα σωστά βήματα για να καθιερωθώ στην ομάδα σιγά – σιγά, γιατί μπορεί να μην βρισκόταν σταθερά στην 4αδα του πρωταθλήματος αλλά παίζαμε καλό μπάσκετ. Προπονητικά θεωρώ με βοήθησε το ότι ήμουν έτοιμος από τον Ηλυσιακό, γιατί είχα πάρει παιχνίδια εκεί, και μόλις καθιερώθηκα στον ΠΑΟΚ μπόρεσα να βοηθήσω την ομάδα».
Σε πηγαίνω λίγα χρόνια μετά στην Αστάνα. Πώς έγινε αυτή η μετακίνηση και ποιο ήταν το επίπεδο του πρωταθλήματος του Καζακστάν και στη VTB League;
«Είχα κάνει μια καλή χρονιά στην Κηφισιά, η ομάδα είχε τερματίσει πέμπτη και έψαχνα τον επόμενο σταθμό της καριέρας μου, με προτεραιότητα το εξωτερικό. Τότε ήρθε η Αστάνα που «έκλεισε» ο coach Παπαθεοδώρου, που είχα στην Κηφισιά, και έτσι αποφασίσαμε να κάνουμε μια πορεία κυρίως για τη VTB League, γιατί τότε θεωρώ ήταν το 2ο καλύτερο πρωτάθλημα της Ευρώπης μετά το Ισπανικό.
Θέλαμε να παίξουμε με πολύ καλές ομάδες όπως η Τσσκα , η Ούνιξ, η Χίμκι κτλ και νομίζω πως δικαιώθηκα μέσα από αυτό γιατί η Αστάνα μου έδωσε το χώρο και το χρόνο να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου σε ένα πολύ δυνατό πρωτάθλημα με άλλα δεδομένα, με πολλά ταξίδια, με πολύ κρύο και παίζοντας ως ξένος παίκτης να πάρω τις ευθύνες που μου αναλογούν και να μπορέσω να βοηθήσω την ομάδα μου για δύο χρόνια.,
Ήταν ένα βήμα που για κάποιους μπορεί να είναι δύσκολο και σκληρό αλλά δεν το αλλάζω με τίποτα και δεν το μετάνιωσα καθόλου».

Μετά από αυτό το βήμα επέστρεψες στην Ελλάδα και στον Προμηθέα, υπήρξε κάποια πρόταση να συνεχίσεις την καριέρα σου στο εξωτερικό σε ομάδα υψηλότερου επιπέδου;
«Υπήρχαν προτάσεις από την VTB, όμως η πρόταση του Προμηθέα ήταν πολύ καλή, ήταν μια πρόταση που μου έδειχνε ο Προμηθέας πως θέλει να κάνει ένα «βήμα» παραπάνω, να παίξουμε σε δύο διοργανώσεις και να μπορέσουμε να έχουμε πολύ ανταγωνιστική ομάδα. Πράγμα που έγινε, γιατί με την αποχώρηση του Ολυμπιακού από το πρωτάθλημα καταφέραμε και βγήκαμε 2οι και την επόμενη χρονιά φτάσαμε έως τους «8» του Eurocup, αλλά δυστυχώς η πανδημία δεν μας επέτρεψε να συνεχίσουμε την προσπάθεια μας.
Ήταν δύο χρόνια που με βοήθησαν πάρα πολύ γιατί πήρα εμπιστοσύνη και από τους ανθρώπους και έδειξα και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη ότι ανήκω στο υψηλό επίπεδο και αυτό μου «άνοιξε» την πόρτα για να κληθώ από τον Παναθηναϊκό, να μπορέσω να κάνω αυτή την κίνηση που ήταν το απωθημένο μου, να πάω δηλαδή σε μια ομάδα EuroLeague. Ο Προμηθέας ένα βήμα το οποίο ήρθε στην καριέρα μου την κατάλληλη στιγμή».
Πώς ήταν η εμπειρία σου στον Παναθηναϊκό αυτά τα δύο χρόνια που δεν υπήρχε η διοικητική σταθερότητα που υπάρχει σήμερα;
«Ήταν δύο χρόνια, στα οποία ο κύριος Γιαννακόπουλος είχε αποστασιοποιηθεί. Ο Παναθηναϊκός είναι μια ομάδα που όπως και να’χει έχει πίεση πολλή, θέλει το αποτέλεσμα. Στόχος του είναι πάντα η κορυφή. Στην EuroLeague με όποιον και να παίζεις ο κόσμος θέλει να σε δει να παλεύεις και να κερδίζεις το παιχνίδι. Σίγουρα όταν δεν έρχονται οι νίκες αυτό γίνεται πιο δύσκολο γιατί υπάρχει ψυχολογικό βάρος αλλά είναι δύο χρόνια τα οποία δεν θα τα άλλαζα.
Από την πλευρά μου προσπάθησα πολύ να βοηθήσω την ομάδα με όλους τους τρόπους και όποτε μου ζητήθηκε. Ο κόσμος το εκτίμησε αυτό και ακόμα η σχέση που έχω με τον κόσμο του Παναθηναϊκού είναι κάτι το οποίο με τιμά και τους ευχαριστώ για την υποστήριξη που είχαν και σε μένα αλλά και στην ομάδα σε αυτά τα δύο χρόνια που ήταν δύσκολα».

Στη συνέχεια ήρθε στην πορεία σου το Περιστέρι και ο Coach Σπανούλης. Πώς ήταν η συνύπαρξη μαζί του; Πώς τον κρίνεις ως προπονητή;
«Με τον Coach η καθημερινότητα ήταν σκληρή και απαιτητική. Θέλει το 100% από όλους τους ανθρώπους γύρω του. Εγώ πήρα πολλά πράγματα από τον Coach και προφανώς η καλή πορεία της ομάδας αυτά τα δύο χρόνια, έδειξε πως ο τρόπος του είναι ο σωστός. Νομίζω ότι είναι ένας άνθρωπος τελειομανής. Μας έκανε στο Περιστέρι να νιώθουμε τις απαιτήσεις που έχουν οι ομάδες της EuroLeague, γιατί τέτοιος ήταν ο τρόπος λειτουργίας της ομάδας και για αυτό δεν ήταν τυχαία η επιτυχία που είχαμε στα δύο χρόνια».
Το περίμενες να βρεθείτε στο Final Four του BCL;
«Προφανώς όταν ξεκινούσε η χρονιά δεν ήταν αυτοσκοπός, αλλά βλέποντας όλες τις ομάδες και βλέποντας τον τρόπο που δουλεύουμε, πίστευα ότι μπορούμε να κοιτάξουμε στα μάτια οποιαδήποτε ομάδα. Το δείξαμε αυτό μες στη διοργάνωση και δυστυχώς οι μικρές λεπτομέρειες δεν μας επέτρεψαν μια υπέρβαση και να πάμε μέχρι το τέλος».

Τώρα βρίσκεσαι στην Καρδίτσα. Πώς πήρες την απόφαση μετά από δύο επιτυχημένες σεζόν με το Περιστέρι, όντας αρχηγός της ομάδας, να μετακινηθείς στην Καρδίτσα;
«Κοίταξε, υπήρχαν ανακατατάξεις στο Περιστέρι. Δεν είχαν ορίσει τους στόχους, το μπάτζετ της χρονιάς και οτιδήποτε άλλο χρειαζόταν για να μπορέσουμε να ανανεώσουμε τη συνεργασία μας και να μιλήσουμε το ενδεχόμενο νέας συνεργασίας.
Επειδή έχω πολύ ιδιαίτερη σχέση με τον Coach Παπανικολόπουλο, με προσέγγισε με σεβασμό και με πολύ σωστά και μετρημένα λόγια και κατάλαβα πως η Καρδίτσα έχει αγωνιστικό πλάνο και στόχο να κάνει το βήμα παραπάνω μέσα από σωστά και μετρημένα βήματα, που είναι πολύ σημαντικό αυτό.
Αυτό μου έδειξε πως θα γινόμουν μέλος σε κάτι πολύ καλό, θα έπαιρνα την ευθύνη (μέσα από το αγωνιστικό πλάνο) να ηγηθώ. Αυτό με έκανε να πω το «ναι» συν την πολύ καλή σχέση που έχω με τον Coach Παπανικολόπουλο από χρόνια. Με βοηθάει και τον βοηθάω μες στο γήπεδο και αυτό είναι πολύ όμορφο».
Πως κατάφερε η Καρδίτσα να μην πτοηθεί από το αρνητικό σερί, αλλά να αντιστρέψει την κατάσταση με ένα νικηφόρο σερί και να βρίσκεται στην διεκδίκηση μιας θέσης στην εξάδα του πρωταθλήματος;
«Ξέραμε πως το πρόγραμμα μας είναι πολύ δύσκολο στην αρχή. Είχαμε τον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό εντός έδρας και την ΑΕΚ και τον Προμηθέα εκτός, οπότε ξέραμε ότι το πιο πιθανό είναι να ξεκινήσουμε με 0 νίκες, ωστόσο αυτές οι ήττες μας βοήθησαν να δούμε περισσότερο video, να αναλύσουμε καλύτερα τα λάθη μας και να ‘μαστε έτοιμοι στα επόμενα παιχνίδια που θα μας παρουσιαζόντουσαν έτσι ώστε να είχαμε καλύτερη εικόνα και με τη νίκη που θα ερχόταν στο 5ο παιχνίδι με τον Κολοσσό να πάρουμε ψυχολογία για να προχωρήσουμε στη συνέχεια.
Η ομάδα έχει δείξει πως όταν παίζει με ένταση και συγκέντρωση και στις δύο πλευρές του παρκέ, γιατί μπορούμε να το κάνουμε αυτό επί 40 λεπτά, κοιτάζει στα μάτια οποιονδήποτε αντίπαλο. Οι αντίπαλοι θα περάσουν δύσκολα με εμάς είτε εντός είτε εκτός έδρας γιατί είμαστε μια ομάδα που δείχνει συνέπεια και έχει την απαραίτητη σκληράδα για να κερδίζει παιχνίδια».
Ποια είναι γνώμη σου το Final 8 του Κυπέλλου Ελλάδας;
«Το Final 8 είναι μια ωραία διοργάνωση. Τόσα χρόνια ζηλεύαμε τις υπόλοιπες χώρες που έκαναν Final 8 και εμείς δεν μπορούσαμε να κάνουμε ούτε ένα παιχνίδι της προκοπής. Θα ήθελα αν με ρωτάς να είναι ακόμα πιο απρόβλεπτο με το να γίνει κανονική κλήρωση και όχι απλά να μπαίνει ο κλειδάριθμος των ομάδων της Α2 στην κατάταξη 5-8 για να μπορεί να ονειρευτεί μια ομάδα ακόμα και τελικό. Γιατί τώρα, θα αντιμετωπίσεις στον ημιτελικό τον Ολυμπιακό, εμείς τον αντιμετωπίζουμε στον προημιτελικό, για οποιαδήποτε ομάδα λέω.
Πρέπει δηλαδή μια ομάδα να νικήσει και τον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό για να πάει στον τελικό, που ξέρουμε όλοι πως αυτό δεν είναι τόσο ρεαλιστικό. Θα ήθελα να υπάρχει περισσότερο το στοιχείο της έκπληξης, να είναι πιο αμφίρροπη η κλήρωση. Παρολαυτά είναι μια πολύ ωραία διοργάνωση το Final 8. Είναι μια γιορτή, ο κόσμος το χαίρεται, οπαδοί όλων των ομάδων βρίσκονται μαζί συγκεντρωμένοι για 5 μέρες και είναι μια όμορφη διοργάνωση».
Είναι εφικτός στόχος να βγει η Καρδίτσα στην Ευρώπη;
«Επειδή είναι πολύ αμφίρροπο το πρωτάθλημα δεν μπορώ να σου οριοθετήσω την πορεία μας. Θεωρώ ότι η ομάδα έχει όλα τα εχέγγυα και τα απαραίτητα στοιχεία για να συνεχίσει την πορεία της και να τερματίσει στις υψηλές θέσεις που οδηγούν στην Ευρώπη. Μπορεί να το κάνει αυτό η ομάδα, μπορεί να το υποστηρίξει αλλά είναι τόσο αμφίρροπο το πρωτάθλημα που δεν μπορείς να λες μεγάλα λόγια. Ο ορίζοντας μας είναι μέχρι το επόμενο παιχνίδι».
