Ο Κωνσταντίνος Ζάλτος, ένας από τους κορυφαίους Έλληνες σφυροβόλους, μιλάει στον Χρήστο Τσαρτσάλη και το Mpaladofatses.gr για τη χρονιά-σταθμό της καριέρας του, η οποία έφερε και τον πρώτο του τίτλο στο NCAA. Ανοίγει την καρδιά του για τη ζωή στην Αμερική, τις δυσκολίες που βίωσε μακριά από την Ελλάδα, τις αποτυχίες που τον πείσμωσαν να συνεχίσει τον αθλητισμό, αλλά και τους στόχους που θέτει πλέον αγωνιζόμενος με τα χρώματα του ΠΑΟΚ.
Ο Κωνσταντίνος Ζάλτος είναι από τους κορυφαίους σφυροβόλους της Ελλάδας και φέτος βρέθηκε στην πιο ώριμη και παραγωγική περίοδο της καριέρας του.
Μια σεζόν με σταθερότητα, μεγάλες επιδόσεις και την είσοδό του στους κορυφαίους σφυροβόλους του κόσμου, επιβεβαίωσε ότι η ανοδική του πορεία δεν είναι τυχαία.
Η φετινή χρονιά στις Ηνωμένες Πολιτείες αποτέλεσε την απόλυτη δικαίωση μιας διαδρομής γεμάτης υπομονή, απογοητεύσεις και επαναλαμβανόμενες προσπάθειες. Στην τελευταία του χρονιά στο NCAA, ο Έλληνας σφυροβόλος κατέκτησε επιτέλους την κορυφή, ενώ βρίσκεται στην 6η θέση όλων των εποχών στην ιστορία της διοργάνωσης.
Πίσω όμως από τα μέτρα και τα μετάλλια, υπάρχει μια ιστορία επιμονής.
Η απώλεια των Ολυμπιακών Αγώνων για μόλις 1,5 πόντο και μια θέση το 2024, οι σκέψεις ακόμα και για εγκατάλειψη του αγωνίσματος, αλλά και η σοβαρή περιπέτεια υγείας του προπονητή του στην Ελλάδα, Γιάννη Χρίστογλου, λειτούργησαν τελικά ως καύσιμο για το επόμενο βήμα.
Ο Κωνσταντίνος Ζάλτος μιλά ανοιχτά στον Χρήστο Τσαρτσάλη και το Mpaladofatses.gr για τη ζωή του στην Αμερική, τις δυσκολίες της καθημερινότητας ενός αθλητή υψηλού επιπέδου χωρίς ουσιαστική οικονομική στήριξη, τη νοοτροπία που τον βοήθησε να ανέβει επίπεδο, αλλά και τους στόχους που έχει θέσει πλέον αγωνιζόμενος με τα χρώματα του ΠΑΟΚ.
Μια συζήτηση χωρίς φίλτρα, που δείχνει γιατί η επιτυχία στον στίβο δεν μετριέται μόνο σε μέτρα, αλλά και σε αντοχή, χαρακτήρα και αποφασιστικότητα.

Συνέντευξη στον Χρήστο Τσαρτσάλη:

Όλοι οι μεγάλοι αθλητές είχαν αποτυχίες μέχρι να πετύχουν, οπότε χαίρομαι που και εγώ μετά από τόσες αποτυχίες κατάφερα να φτάσω στην κορυφή του NCAA
Πώς βίωσες τη φετινή χρονιά, η οποία ήταν από τις πιο επιτυχημένες στην καριέρα σου;
«Πέρασε πάρα πολύ γρήγορα. Ξεκινήσαμε αρχές Μαρτίου και όταν φτάσαμε στην Ιαπωνία και έλεγα “πω πω τελειώνει η σεζόν” μου φάνηκε πολύ σύντομο. Δεν το κατάλαβα πόσο γρήγορα πέρασε, υπήρχαν προφανώς μέρες που ζοριστήκαμε, αλλά είναι νομίζω η πιο επιτυχημένη μου χρονιά και την ευχαριστήθηκα στο έπακρο.
Ήταν μια σεζόν με επιδόσεις που δεν περίμενα να έχω, πόσο μάλλον με τόσο σταθερές επιδόσεις όλη τη χρονιά. Δεν τελείωσε βέβαια ιδανικά, ήθελα έναν τελικό στο Παγκόσμιο που ήταν στόχος, όμως δεν παραπονιέμαι. Ολοκλήρωσα με την είσοδό μου στους κορυφαίους 20 του κόσμου, πέρσι ήμουν στους κορυφαίους 30, άρα υπάρχει μια συνεχής εξέλιξη».
Φέτος είχες και την πρώτη σου κατάκτηση στο NCAA στην τελευταία σου χρονιά στο Πανεπιστήμιο. Είναι αυτό μια προσωπική δικαίωση;
«Έπρεπε να γίνει. Μου πήρε πολύ καιρό να το πετύχω, 4 προσπάθειες θα έλεγε κανείς. Χαίρομαι πάρα πολύ που συνέβη επιτέλους, γιατί πιστεύω το άξιζα να κερδίσω μια φορά και ήρθε με τον καλύτερο τρόπο. Με μια επίδοση και με ένα ρεκόρ για τα οποία είμαι πάρα πολύ ικανοποιημένος. Όλοι οι μεγάλοι αθλητές είχαν αποτύχει μέχρι να πετύχουν, οπότε χαίρομαι που και εγώ μετά από τόσες αποτυχίες κατάφερα να φτάσω στην κορυφή.
Την πρώτη μου φορά όπου βγήκα 3ος ήταν εντελώς απρόσμενο, γιατί πήγαινα με την 9η καλύτερη επίδοση σαν πρωτοετής και είχα αρκετό άγχος. Αυτό ήταν τεράστια επιτυχία γιατί ήρθε εντελώς από το πουθενά. Στη συνέχεια έβαλα τις προσδοκίες μου ψηλότερα. Το 2023 που βγήκα 2ος με πόνεσε περισσότερο από όλα. Έφτασα στην πηγή και νερό δεν ήπια. Για αυτό είχα πει ότι φέτος θα τα δώσω όλα και δεν υπάρχει περίπτωση να χάσω. Όπως και συνέβη».
Περίμενες όμως ότι θα έγραφες μια επίδοση στα 78 μέτρα και θα είσαι 6ος κορυφαίος στην ιστορία του NCAA;
«Τα 78 μέτρα κατάλαβα ότι τα έχω νομίζω από τον Απρίλιο, όταν είχα χτυπήσει ένα δέντρο και έκανα 77.91 μέτρα στη Φλόριντα σε έναν αγώνα (σ.σ. γέλια). Ξέρω ότι μπορώ να φτάσω ακόμα πιο ψηλά, ωστόσο χαίρομαι που έκανα αυτή την επίδοση όταν έπρεπε. Σε έναν αγώνα που ήταν πολύ σημαντικός για μένα».
Υπάρχει μια στιγμή από τον φετινό τελικό που σου έχει μείνει περισσότερο;
«Στο τέλος όταν τελείωσα τον αγώνα και δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι κέρδισα ακόμα. Με πήρε αγκαλιά ο Άγγελος Μαντζουράνης, ο συναθλητής μου και στη συνέχεια ήρθε ο προπονητής μου και μου είπε “επιτέλους τα κατάφερες” και του είπα “τα καταφέραμε μαζί”. Αυτό είναι κάτι που μου έχει μείνει.
Η δουλειά που κάναμε μαζί ήταν οργανωμένη, είχαμε κοινό στόχο και δουλέψαμε πάρα πολύ για να φτάσουμε εδώ. Χαίρομαι που τα καταφέραμε μαζί, γιατί μαζί κερδίσαμε το NCAA, δεν ήμουν μόνος μου σε αυτό. Μάλιστα ήμουν ο πρώτος αθλητής του προπονητή μου που έχω φτάσει πάνω από 70 μέτρα, οπότε όλη αυτή τη διαδρομή την ανακαλύψαμε μαζί».
Πώς αντιμετωπίζεις γενικά την πίεση πριν από τέτοιους αγώνες;
«Μπορώ να πω ότι φέτος λίγο όχι τόσο σε ψυχολογικό βαθμό, αλλά περισσότερο το ότι γνώριζα τις δυνατότητες μου με κόμπλαρε λίγο. Γενικά όμως ο ανταγωνισμός δεν με ενδιαφέρει ποτέ. Εγώ κοιτάω πάντα να είμαι ο καλύτερος και όποιος και να είναι ο αντίπαλος δεν με πειράζει. Πέρα από το Παγκόσμιο έχω κάνει αγώνες απέναντι σε σπουδαίους αθλητές. Η αυτοπεποίθηση μου είναι πάντα σε μεγάλο βαθμό, απλά όταν είχα κάνει τον Απρίλιο τα 77.91 μέτρα και ήταν ακόμα μόλις ο 3ος αγώνας της χρονιάς, σκεφτόμουν πώς θα γίνει να είμαι φορμαρισμένος και αργότερα. Αυτό λίγο με άγχωνε».
Πλέον με όλο και περισσότερους αγώνες και με διοργανώσεις όπως το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα να είναι στο τέλος της σεζόν, πόσο δύσκολο είναι για έναν αθλητή να παραμένει φορμαρισμένος;
«Είναι πάρα πολύ δύσκολο και πολλοί δεν μπορούν να το καταλάβουν. Όπως και στα άλλα αθλήματα, ποδόσφαιρο, μπάσκετ, περνάνε μέρες και μήνες που δεν είναι σε καλή κατάσταση αθλητές και παίκτες. Όταν προσπαθείς να φορμαριστείς για 5 διαφορετικούς σημαντικούς αγώνες όπως το NCAA, το Big 10, το Πανελλήνιο, το Βαλκανικό, το Παγκόσμιο και άμα βάλεις και άλλους 2-3 που θες να πας λόγω ranking, πρέπει να φορμαριστείς 7 φορές μέσα στη σεζόν και αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο. Ψυχικά και σωματικά είναι το πιο δύσκολο πράγμα για έναν αθλητή».

Έχασα τους Ολυμπιακούς Αγώνες για μια θέση και αυτό με πόνεσε πάρα πολύ
Ποιο είναι το σημείο στην καριέρα σου, που κατάλαβες ότι έχεις ανέβει πλέον επίπεδο;
«Ξεκάθαρα το 2023, όταν από 71 μέτρα, έγινα ξαφνικά σφυροβόλος των 75 μέτρων. Εκείνη τη χρονιά έφτασα και τα 76 μέτρα στο NCAA και πήγα και στο πρώτο μου Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, ενώ ήμουν μόλις στην πρώτη μου χρονιά σε επίπεδο ανδρών. Αυτό ήταν το σημείο που κατάλαβα τι μπορώ να κάνω σαν αθλητής. Το 2024 ήταν μια σταθερή χρονιά για μένα, στην οποία όμως δεν κατάφερα να ρίξω τα μέτρα που μπορούσα και δεν προκρίθηκα στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Εκείνη η χρονιά όμως με βοήθησε να γίνω καλύτερος φέτος και με ωρίμασε περισσότερο.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες ήταν πολύ κοντά. Για μια θέση δεν πήγα, για 1.5 πόντο για να καταλάβεις. Αυτό ήταν που με πόνεσε περισσότερο και για αυτό φέτος η πρόκρισή μου για το Παγκόσμιο έγινε πιο εύκολα, που Παγκόσμιο με Ολυμπιακούς Αγώνες είναι το ίδιο πράγμα. Πάνε λιγότερα άτομα, αλλά οι ίδιοι αθλητές είναι».

Όσα συνέβησαν στον προπονητή μου στην Ελλάδα με πείσμωσαν να συνεχίσω να αγωνίζομαι
Το να χάνεις μια τόσο μεγάλη διοργάνωση για μια θέση πόσο σου στοίχισε και τι σε κράτησε να προσπαθήσεις ακόμα περισσότερο στη συνέχεια;
«Ήταν πολλά που συνέβησαν το 2024. Εκείνη τη χρονιά είχα πει ότι άμα δεν προκριθώ στου Ολυμπιακούς Αγώνες, θα σταματήσω τη σφυροβολία και θα αφοσιωθώ περισσότερο στο ακαδημαϊκό κομμάτι για να βρω μια δουλειά. Τέτοια πράγματα σκεφτόμουν. Ωστόσο εκείνη την περίοδο ο προπονητής μου στην Ελλάδα έπαθε καρκίνο και επειδή πάντα με πίστευε από τα ξεκινήματά μου, αποφάσισα να προσπαθήσω περισσότερο και να συνεχίσω αυτό που κάνω και για εκείνον. Η αποτυχία που δεν προκρίθηκα και όσα συνέβησαν στον προπονητή μου με πείσμωσαν ακόμα παραπάνω».

Όταν είχα έρθει Αμερική ήμουν ο “κανένας” στο αγωνιστικό κομμάτι
Ποια είναι η μεγαλύτερη διαφορά νοοτροπίας που συνάντησες μεταξύ Ελλήνων και Αμερικανών;
«Η οργάνωση ξεκάθαρα. Αυτά που προσφέρουν στις ΗΠΑ σε έναν νέο αθλητή που θέλει να κυνηγήσει τα όνειρά του είναι ότι χρειάζεσαι και όταν μια χώρα σου γυρνάει την πλάτη, αναγκάζεσαι να φύγεις και να ξενιτευτείς δυστυχώς. Χαίρομαι πάρα πολύ που βρήκα το σπίτι μου στη Μινεσότα γιατί η πολιτεία αυτή και το πανεπιστήμιο μου έχει προσφέρει πάρα πολλά. Όταν είχα έρθει Αμερική ήμουν ο “κανένας” στο αγωνιστικό κομμάτι. Έριχνα μόνο 66 μέτρα και χάρη στην οργάνωση, τον προπονητή και την όρεξη που είχα, έφτασα εδώ που είμαι σήμερα».
Πώς έγινε η γνωριμία και στη συνέχεια η συνεργασία με τον προπονητή σου;
«Το 2019 έγινε. Έψαχνα για πανεπιστήμια, με είχαν προσεγγίσει κάποια κιόλας σαν δεύτερη χρονιά Κ20. Ήταν η χρονιά που θα πηγαίναμε στο Ευρωπαϊκό Κ20 στη Σουηδία και είχα κάνει μια λίστα με πανεπιστήμια που με ενδιέφεραν, στα οποία ήταν και εκείνο της Μινεσότα. Είχα στείλει βιογραφικό και ο προπονητής εκεί, ο Πίτερ Μίλερ μου είχε πει ότι θα ερχόταν στη Σουηδία στο Ευρωπαϊκό να με δει. Κάπως έτσι έγινε η γνωριμία και από τότε δεθήκαμε. Μου έδειχνε φωτογραφίες από το κινητό του για το πανεπιστήμιο, τις εγκαταστάσεις και τους χώρους εκεί και είχα τρελαθεί».
Πόσος καιρός πέρασε να προσαρμοστείς σε μια νέα κουλτούρα, τόσο μακριά από την οικογένειά σου;
«Αυτό είναι το πιο δύσκολο κομμάτι, το ότι είμαστε μακριά από τους γονείς μας και τους φίλους μας. Πήρε κάποιους μήνες να συμβεί αυτή η προσαρμογή, εγώ έτυχα και στη χρονιά του Covid. Είχα έρθει για 2 μήνες στο πανεπιστήμιο και μετά έπρεπε να φύγω λόγω της πανδημίας και ξαναγύρισα την επόμενη χρονιά και αυτό λίγο με δυσκόλεψε.
Με το που είχα συνηθίσει, έπρεπε να φύγω και να τα ξανασυνηθίσω όλα από την αρχή. Γενικά όλοι όσοι έρχονται Αμερική δυσκολεύονται στην αρχή, η γλώσσα θα πάρει γύρω στις 30-40 μέρες ώστε να μιλήσεις καλά και όλη η προσαρμογή παίρνει κάποιους μήνες.
Η Αμερική προέκυψε. Είχα σκοπό να κάνω κάτι στην Ελλάδα, αλλά όταν ήμουν 16-17 χρονών ένας συγχωριανός μου και συναθλητής μου είχε πάει Αμερική με υποτροφία και από εκεί με παρακίνησε και μένα. Θυμάμαι καθόμουν στο τραπέζι, μόλις είχα τελειώσει τη 2α Λυκείου και ήταν η περίοδος που μιλούσαμε για φροντιστήρια και είχα πει στους γονείς μου ότι δεν θα δώσω Πανελλήνιες, θα πάω και εγώ Αμερική.
Η μητέρα μου θυμάμαι χαρακτηριστικά γελούσε και μου είχε πει “ποια Αμερική; Αγγλικά δεν ξέρεις, εδώ μέχρι την πόρτα δεν μπορείς να βγεις” (σ.σ. γέλια). Αλλά το είχα βάλει στόχο και έλεγα θα τα καταφέρω. Εγώ ένα lower είχα πάρει και αυτό με τη βοήθεια του θεού (σ.σ. γέλια).
Ήρθε η χρονιά των Πανελληνίων και απλά πήγα για το χατίρι της μητέρας μου, εγώ υπογραφή πήγα και έβαλα απλά, δεν περνούσα πουθενά. Έκανα όταν τελείωσα το σχολείο μαθήματα αγγλικών και διπλές προπονήσεις κάθε μέρα και έτσι κατέληξα να πηγαίνω Αμερική 19 χρονών».
Το ότι υπάρχουν πολλοί Έλληνες πλέον στην Αμερική, αλλά και το ότι είχες στο ίδιο πανεπιστήμιο τον συναθλητή σου τον Άγγελο Μαντζουράνη, σε βοηθάει εσένα προσωπικά;
«Με βοήθησε πολύ που ήμουν μαζί με τον Άγγελο Μαντζουράνη στην Αμερική. Μπορούσα να έχω έναν άνθρωπο να μιλάω την ίδια γλώσσα στις προπονήσεις και στο πανεπιστήμιο και ήταν κάτι που μου έλειπε πολύ τα πρώτα 2 χρόνια εκεί. Ήταν κάτι που με έκανε να μου αρέσει περισσότερο η ζωή εκεί, η παρέα που κάναμε ήταν πολύ σημαντική.
Επίσης το γεγονός ότι είμαστε 9 Έλληνες αθλητές στους κορυφαίους 50 στον κόσμο και έχουμε το 2ο καλύτερο πρωτάθλημα παγκοσμίως στη σφυροβολία είναι κάτι πολύ σπουδαίο. Όλοι γινόμαστε καλύτεροι έτσι και πάει το αγώνισμα μπροστά. Βλέπουμε συνεχώς διαφορετική τριάδα στα μετάλλια.
Γενικά έχουμε σπουδαίους και μεγάλους αθλητές στην Ελλάδα και είμαστε όλοι πολύ μικροί ηλικιακά. Οι ρίψεις είναι ένα αγώνισμα που όταν είσαι μεγαλύτερος φτάνεις στο prime σου και στο μέλλον πιστεύω θα βλέπουμε πολύ μεγαλύτερες επιδόσεις και όλο και καλύτερα πρωταθλήματα».
Πέρασα από πολλά αγωνίσματα του στίβου, ωστόσο η σφυροβολία ήταν το αγώνισμα που είδα ότι μπορώ να φτάσω ψηλά
Πώς ξεκίνησε το ταξίδι σου στον αθλητισμό;
«Ξεκίνησα με το μπάσκετ και ήθελα να γίνω μπασκετμπολίστας μικρός. Έπαιζα πολύ μπάσκετ και μου άρεσε σαν άθλημα, αλλά κάποιες συγκυρίες με ανάγκασαν να σταματήσω και έψαχνα άλλο αγώνισμα να ασχοληθώ που να ήταν κοντά στο σπίτι μου. Κατέληξα στη σφύρα γιατί ο προπονητής μου στην Ελλάδα, ήταν και ο γυμναστής μου στο σχολείο.
Αυτός με έφερε στο αγώνισμα αυτό. Αγωνίστηκα στο πρώτο μου Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Κ16 και το κέρδισα χωρίς καν προπόνηση και μετά όταν άρχισα να ασχολούμαι περισσότερο, είδα ότι εδώ ανήκω. Πέρασα από πολλά αγωνίσματα του στίβου και δρομικά και αλτικά, μέχρι 20 ετών έριχνα και δίσκο, ωστόσο η σφυροβολία ήταν και είναι το αγώνισμα που είδα ότι μπορώ να φτάσω ψηλά».
Τι χρειάζεται ένας αθλητής για να είναι καλός στη σφυροβολία;
«Το αγώνισμα αυτό είναι το μοναδικό που βλέπεις τόσα διαφορετικά σώματα. Όλοι έλεγαν παλιά ότι πρέπει να είσαι πάρα πολύ δυνατός. Παλιά όταν λέω πριν 20-30 χρόνια, τη χρυσή εποχή της σφύρας. Αυτό δεν ισχύει στις μέρες μας. Έχουμε δει ότι ο Καναδός είναι ψηλός με ταχύτητα, ο Ούγγρος είναι πιο δυνατός και κοντός, ο Αμερικανός είναι δυνατός και φαρδύς. Θέλει δύναμη εννοείται αλλά δεν είναι το μοναδικό χαρακτηριστικό».
Ποιους αθλητές θαύμαζες στα ξεκινήματά σου, αλλά και κατά τη διάρκεια της πορείας σου;
«Ο αθλητής που έβλεπα πολύ μικρός, μέχρι και πρόσφατα ήταν ο Πολωνός, Πάβεου Φάιντεκ. Αυτός μου άρεσε πολύ τεχνικά και τον παρακολουθούσα πολύ. Προφανώς δεν έχουμε το ίδιο σώμα και δεν έχω βρει παλιό αθλητή σε τόσο μεγάλο επίπεδο, που να μοιάζουμε σωματικά και να πω ότι μπορώ να πάρω πράγματα από εκείνον. Ωστόσο ο Φάιντεκ ήταν εκείνος που θαύμαζα περισσότερο σε αγώνες».

Δεν έχω ούτε χορηγό, ούτε τίποτα. Πίστευα ότι μετά από μια τόσο επιτυχημένη χρονιά κάποιος θα μπορούσε να με βοηθήσει
Παράλληλα με τον στίβο τι χρειάστηκε και τι χρειάζεται πλέον να κάνεις ώστε να βιοπορίζεσαι;
«Όσο ήμουν μαθητής, ευτυχώς δεν χρειαζόταν να δουλέψω, γιατί η υποτροφία κάλυπτε όλα μου τα έξοδα. Το οποίο ήταν πολύ σημαντικό γιατί αν ήμουν στην Ελλάδα θα έπρεπε ή να δουλέψω ή να ζητήσω λεφτά από τους γονείς μου. Φίλοι μου στην Ελλάδα έτσι αναγκάζονται να κάνουν. Τώρα που τελείωσα το πανεπιστήμιο, κάνω δύο δουλειές στην Αμερική για να μπορέσω να καλύψω τα έξοδά μου για τώρα και το καλοκαίρι. Θέλω να μπορώ να μην δουλεύω το καλοκαίρι ώστε να αφοσιωθώ στον στίβο.
Είμαι προπονητής σε ένα πανεπιστήμιο και παράλληλα κάνω τον σεκιούριτι σε μια επαγγελματική ομάδα. Δεν έχω όμως ούτε χορηγό ούτε τίποτα, η μόνη στήριξη που έχω είναι ο ΣΕΓΑΣ, τα οποία λεφτά που παίρνω από εκεί είναι λιγότερα και από τον κατώτατο μισθό που παίρνουν στην Ελλάδα. Πλέον ότι οικονομική στήριξη θα έχω θα είναι από τη μεριά του ΠΑΟΚ. Πίστευα όμως ότι μετά από μια τόσο επιτυχημένη χρονιά κάποιος θα μπορούσε να με βοηθήσει, αλλά δυστυχώς δεν έχει χτυπήσει το τηλέφωνο για ακόμα μια χρονιά».
Μίλησέ μου για τις σπουδές σου στην Αμερική.
«Σπούδασα διοίκηση επιχειρήσεων στον αθλητισμό, με μεταπτυχιακό στην αθλητική ψυχολογία. Είναι κάτι το οποίο με ενδιέφερε πάρα πολύ για το μέλλον μου και είχα πει ότι θα προσπαθήσω να το ακολουθήσω και μετά τον αθλητισμό. Πιστεύω ότι όταν τελειώσω ως αθλητής θα ασχοληθώ είτε ως προπονητής, είτε στο κομμάτι administration & management σε μια ομάδα του στίβου».
Τι χόμπι έχεις για να αποφορτίζεσαι από την καθημερινότητα και τους αγώνες;
«Παίζω πολύ video games, είμαι μεγάλος nerd (σ.σ. γέλια). Όταν δεν θέλω να μιλήσω σε κανέναν απλά κλειδώνομαι στο δωμάτιο, βάζω μουσική και παίζω. Με βοηθάει να ξεχνιέμαι από όλα μου τα προβλήματα.
Το αγαπημένο μου παιχνίδι είναι το NBA 2K. Βλέπω πολύ NBA, έχουμε εδώ και τους Μινεσότα Τίμπεργουλβς και έχω πάει να δω αγώνες και τον Γιόκιτς και τον Γιάννη Αντετοκούνμπο. Αλλά υποστηρίζω Μιλγουόκι Μπακς. Ποιος Έλληνας δεν υποστηρίζει Μιλγουόκι;
Εδώ κιόλας στην Αμερική με έχουν βγάλει “ο Greek Freak της Μινεσότα”. Από τον πρώτο χρόνο μου εδώ έτσι με λένε, λίγο πριν πάρει ο Γιάννης το Πρωτάθλημα (σ.σ. γέλια)».
Υποστηρίζω τον ΠΑΟΚ από μικρό παιδί, θέλω να κατακτήσω το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα με τα χρώματα της ομάδας που αγαπώ
Πλέον εντάχθηκες στην ομάδα του ΠΑΟΚ. Πώς αντιλαμβάνεσαι αυτή τη συνεργασία και τι στόχους έχεις θέσει;
«Είμαι πολύ ενθουσιασμένος που πλέον βρίσκομαι στον ΠΑΟΚ. Η έφορος η κυρία Κεραμιδά και ο κύριος Τσαλόπουλος ήταν ξεκάθαροι μαζί μου και πολύ σημαντικοί για να γίνει αυτή η μεταγραφή. Υποστηρίζω μάλιστα και τον ΠΑΟΚ οπότε είναι πολύ εύκολο για μένα να είμαι σε μια ομάδα που υποστηρίζω και αγαπώ από μικρό παιδί. Θέλω να κερδίσω το πανελλήνιο πρωτάθλημα με τον ΠΑΟΚ και μέσα από αυτό να βρίσκομαι και στο Ευρωπαϊκό στο Μπέρμιγχαμ.
Ο λόγος που δεν έφευγα τόσο καιρό ήταν λόγο του προπονητή μου στην Ελλάδα τον Ιωάννη Χρίστογλου. Είχε τον δικό του σύλλογο και όλα τα παιδιά που ήμασταν εκεί εκείνος μας έκανε αθλητές. Ό,τι έχουμε κάνει το οφείλουμε σε μεγάλο βαθμό σε εκείνον. Θα ήταν αμαρτία να έφευγα από εκεί χωρίς να δηλώσει εκείνος ότι σταματάει. Φέτος δήλωσε ότι σταματάει και τα περισσότερα άτομα που ήμασταν στον σύλλογο αποφασίσαμε να φύγουμε.
Εκείνος ο σύλλογος τώρα δεν ξέρω τι θα απογίνει. Είχα και πιο παλιά προτάσεις από άλλους συλλόγους και κυρίως τα τελευταία δύο χρόνια, αλλά ποτέ δεν έφυγα. Ποτέ δεν το έκανα για τα χρήματα, αν ήταν θα είχα φύγει χρόνια πριν. Αλλά ο μόνος λόγος που καθόμουν ήταν ο κ. Χριστόγλου. Η μετακίνηση μου όμως φέτος στον ΠΑΟΚ ήταν πολύ ομαλή.
Τον ΠΑΟΚ τον βλέπω στο μπάσκετ κυρίως αλλά βλέπω και λίγο ποδόσφαιρο. Βέβαια το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν με τρελαίνει τόσο. Μικρός έβλεπα περισσότερο, αλλά τα τελευταία χρόνια το συναίσθημά μου για το ποδόσφαιρο έχει πέσει. Πιο πολύ βλέπω μπάσκετ και τις ελληνικές ομάδες στη Euroleague».

Το γεγονός ότι βρίσκεσαι πολλά χρόνια μακριά από την Ελλάδα, σου δίνει μια παραπάνω αγάπη όταν μπορείς να αγωνίζεσαι για την Ελλάδα σε μεγάλες διοργανώσεις;
«Προφανέστατα, είναι κάτι το οποίο με γεμίζει και το κάνω με τεράστια αγάπη. Όταν φοράω το εθνόσημο θέλω να δίνω πάντα τον καλύτερό μου εαυτό. Ξέρω ότι δεν το έχω αποδείξει αυτό πολύ βέβαια. Το 2024 είχα την ευκαιρία να μπω στον τελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος και ήταν κάτι μοναδικό για μένα. Ξέρω ότι μπορώ να δείξω παραπάνω πράγματα και είμαι σίγουρος ότι θα γίνει σύντομα αυτό».

