Ο Γιάννης Αναστασίου μιλάει για όλους και για όλα στο Mpaladofatses.gr και τον Βαγγέλη Τερζή. Ο Έλληνας τεχνικός μιλάει για την σχέση που είχε με τον Ευγένιο Γκέραρντ στα ποδοσφαιρικά του χρόνια, το εξωτερικό, τον Παναθηναϊκό και όσα κατάφερε με την ομάδα, αλλά και την κατάσταση που επικρατεί τώρα στο ελληνικό ποδόσφαιρο.
Τον μάθαμε πολύ καλά στα χρόνια του στον ΟΦΗ και την ομάδα που είχε δημιουργήσει ο Ευγένιος Γκέραρντ. Αργότερα τον είδαμε να παίζει στο Βέλγιο με την φανέλα της Άντερλεχτ, στην Ολλανδία με του Άγιαξ, για να φτάσει η στιγμή να γίνει προπονητής και να αναλάβει τον Παναθηναϊκό παρουσιάζοντας κάτι διαφορετικό για τα δεδομένα εκείνης της εποχής στο ελληνικό ποδόσφαιρο.
Ο Γιάννης Αναστασίου μιλάει στο Mpaladofatses.gr σε μια συζήτηση που θέλαμε να κάνουμε πολύ καιρό μαζί και επιτέλους το καταφέραμε.
Ποια ήταν η αφορμή για να ξεκινήσεις να παίζεις ποδόσφαιρο;
«Από όσο θυμάμαι τον εαυτό μου συνέχεια από μικρή ηλικία να κλωτσάω μια μπάλα στον τοίχο και να παίζω πάσες. Ήταν κάτι που το έκανα με πλαστικές, δερμάτινες μπάλες ή μικρά μπαλάκια. Δεν υπήρχε κάποιος να έχω πρότυπο, δεν υπήρχε το διαδίκτυο να δεις κάποιον. Για εμάς υπήρχαν μόνο εφημερίδες και καμία αθλητική εκπομπή να θαυμάσεις κάποιον.
Ξεκίνησα επαγγελματικά στην Γ Εθνική από τον ΠΑΣ Πρέβεζας, αλλά από τα 13 μου στην ομάδα της περιοχής μου έπαιζα με άντρες και ας ήμουν πιτσιρικάς, γιατί ο πρόεδρος είχε κάνει ένα τρικ. Με είχε δηλώσει με την ηλικία του αδερφού μου για να μπορέσω να αγωνιστώ».
Θέλεις να μου πεις λίγα λόγια για τη σχέση σου με τον Ευγένιο Γκέραρντ και πόσο σε επηρέασε τόσο ως ποδοσφαιριστή, αλλά και ως προπονητή αργότερα;
«Ο Γκέραρντ δεν ήταν μόνο προπονητής. Ήταν κάτι παραπάνω, ήταν φίλος, αδερφός και πατέρας για όλα τα παιδιά. Μας έκανε να νιώθουμε έτσι και μαζί μου είχε μία ιδιαίτερη σχέση μπορώ να πω. Είχαμε τον δικό μας κώδικα επικοινωνίας, υπήρχε σεβασμός ανάμεσα μας και έβλεπε ένα παιδί που είχε θέληση για να εξελιχθεί και να μάθει. Αφιέρωσε πολύ χρόνο για να μπορέσει να μου μεταλαμπαδεύσει όλα αυτά.
Κάναμε συζήτηση για το ποδόσφαιρο στην Ολλανδία, το Βέλγιο και την Γερμανία, γιατί ήθελα να παίρνω πληροφορίες για το άθλημα εκεί. Κατά κάποιο τρόπο όταν πήγα στο εξωτερικό, όσα μου είχε πει τα βρήκα μπροστά μου και με βοήθησε στο να τα αντιμετωπίσω».

Πως είναι να αγωνίζεσαι στην Ελλάδα και να καλείσαι να προσαρμοστείς σε έναν διαφορετικό τρόπο παιχνιδιού, όπως αυτό στο Βέλγιο και την Ολλανδία;
«Είναι εντελώς διαφορετικά, η μέρα με την νύχτα θα έλεγα, ειδικά σε θέμα νοοτροπίας. Πηγαίνοντας σε μια μεγάλη ομάδα όπως η Άντερλεχτ, νομίζω πως αν το ζήσεις θα το καταλάβεις. Από το πρωί μέχρι το απόγευμα θα ήσουν στο γήπεδο, με φυσικοθεραπευτές, διαιτολόγους και ψυχολόγους. Είναι κάτι δεδομένο στο εξωτερικό και καταλαβαίνεις και την τεράστια διαφορά που υπάρχει με την χώρα μας.
Η ένταση στην προπόνηση εκεί ήταν τρομερή. Όλα αυτά που έζησα με βοήθησαν και στη συνέχεια της καριέρας μου να συνειδητοποιήσω, πως αν δεν δουλέψεις σκληρά δεν πρόκειται να πας πουθενά. Πιέστηκα αρκετά εκεί αλλά το πάλεψα και δικαιώθηκα. Όσα πέρασα στο Βέλγιο μου έδωσαν κίνητρο μετέπειτα στον Άγιαξ».
Πώς είναι ο Άγιαξ ως οργανισμός;
«Γυρνάμε πάλι σε αυτό που είπα. Μόνο αν το ζήσεις θα το καταλάβεις. Όταν πήγα στην προπόνηση κατάλαβα πόσο επαγγελματικό κλαμπ είναι, πόσο οργανωμένο και πόσες απαιτήσεις έχει. Καθαρά το τακτικό κομμάτι ήταν αυτό που κοιτούσαν, στην ταχύτητα με τη μπάλα στα πόδια.
Μετέπειτα και στην ομάδα των τζούνιορ κατάλαβα πόση επιρροή μπορώ να έχω και στους νέους ποδοσφαιριστές. Μερικά αστέρια του παγκόσμιου ποδοσφαίρου, όπως ο Ζλάταν, ο Σνάιντερ, ο Μάξγουελ, ο Πίεναρ και ο Φαν ντερ Φάαρτ, με ακούγανε και ζητούσαν τη συμβουλή μου και εκεί αντιλήφθηκα πως μπορώ να ασχοληθώ με την προπονητική».

Το 2008 ήσουν στον Παναθηναϊκό ως βοηθός του Τεν Κάτε. Πώς ήταν το συναίσθημα αυτό, αλλά και πως είναι να κερδίζεις την Ίντερ του Ζοσέ Μουρίνιο;
«Η εμπειρία δίπλα στον Τεν Κάτε ήταν ότι καλύτερο μπορούσε να μου συμβεί. Η εμπειρία του και οι γνώσεις του ήταν τεράστιες και δουλεύοντας μαζί του, περνώντας αρκετές ώρες στο γήπεδο δίπλα του, με βοήθησε παρά πολύ αργότερα προπονητικά. Ήταν ένας άνθρωπος που ήθελε να κάνει τους συνεργάτες του καλύτερους, δίνοντας χώρο και χρόνο στον καθένα.
Με τον Παναθηναϊκό στην Ευρώπη, ο τρόπος που προσέγγιζε τα παιχνίδια τακτικά ήταν τρομερός. Είχε παίκτες με ποιότητα, αλλά παίζοντας με εκείνη την Ίντερ, μόνο τακτικά θα μπορούσες να την κερδίσεις. Θεωρώ masterclass αυτό που έκανε ο Χένγκ σε εκείνη την αναμέτρηση».
Το 2013 αναλαμβάνεις τον Παναθηναϊκό, σε μια δύσκολη περίοδο για τον σύλλογο, με πολλούς παίκτες από την ακαδημία να αναλαμβάνουν το βάρος. Στο τέλος θα πανηγυρίσετε μαζί το Κύπελλο Ελλάδας. Αισθάνθηκες δικαίωση τόσο για σένα όσο και γι’ αυτά τα παιδιά;
«Από τα 35 μου μέχρι και τα 40 μου έδωσα περιθώριο να τελειώσω τις σπουδές μου και τα διπλώματα μου. Παρακολουθούσα την σχολή προπονητών στην Αγγλία και ήθελα να περάσω από διάφορες θέσεις στον χώρο, έτσι ώστε να δω τι μου ταιριάζει. Όταν σταματάμε το ποδόσφαιρο, λέμε όλοι να γίνουμε πρώτοι προπονητές, αλλά στην πραγματικότητα πρέπει να βρεις αυτό που σου ταιριάζει. Πλέον, το άθλημα σου δίνει πολλές δυνατότητες, να κάνεις πολλά πράγματα και για μένα ήταν σημαντικό να δω τι μπορώ να κάνω.
Στα 40 μου ήρθε η πρόταση του Παναθηναϊκού, κάτι που δεν το περίμενα μπορώ να πω. Αυτό που είναι σημαντικό είναι να είσαι έτοιμος, γιατί η ζωή και πόσο μάλλον το ποδόσφαιρο είναι γεμάτα εκπλήξεις. Είχα στο μυαλό μου πως να είναι μια ομάδα και πως πρέπει να λειτουργεί, με βοήθησε το παρελθόν μου, αφού είχα δει από μέσα το κλαμπ. Είχα εικόνες και από το εξωτερικό και με το πλάνο μου ήξερα τι θέλω να πετύχω.
Υπήρχε εμπιστοσύνη από τον κύριο Αλαφούζο και τον κόσμο τότε, που είδε μια προσπάθεια από τα παιδιά και το εκτίμησε πολύ. Νομίζω με το πέρασμα των αγωνιστικών, όλοι οι αντίπαλοι αντιμετώπιζαν μια ομάδα που τους κοιτούσε στα μάτια. Ήμασταν μια ομάδα που έπαιζε σε υψηλές εντάσεις με ταχύτητα, που παρουσίασε κάτι διαφορετικό και όλη η Ελλάδα έβλεπε πως παίζαμε το καλύτερο ποδόσφαιρο στην χώρα. Και οι αντίπαλοι το παραδεχόντουσαν.
Στο τέλος που πήραμε το Κύπελλο δεν ήταν εύκολο αλλά όλοι δικαιώθηκαν. Και τα παιδιά και εγώ για την δουλειά μας, αλλά και ο κόσμος για την εμπιστοσύνη. Αυτό που έλεγα ήταν πως η ομάδα πρέπει να γίνει ένα, αλλιώς δεν θα πετύχει. Κόσμος, διοίκηση, προπονητές και παίκτες όταν είναι ένα μπορούν να πετύχουν πολλά. Νομίζω αυτό το καταφέραμε σε πολύ μεγάλο βαθμό».

Ποια ήταν η σχέση σου με τον Μάρκους Μπεργκ, που έκανες ο ίδιος ταξίδι στην Σουηδία για να τον πείσεις να έρθει στον Παναθηναϊκό;
«Μιλούσα αρκετές ημέρες με τον ατζέντη του Μάρκους και αισθανόμουν πως κάπου χανόταν η μπάλα. Ήθελε να διεκδικήσει το καλύτερο για τον παίκτη σε οικονομικό επίπεδο, αλλά εγώ του είχα ξεκαθαρίσει ποια είναι η κατάσταση. Επειδή τον ήξερα του είπα να μου δώσει το τηλέφωνο του παίκτη και όταν τον κάλεσα του είπα να μου πει ώρα, μέρα και μέρος για να βρεθούμε να συζητήσουμε από κοντά οι δυο μας.
Πέταξα 06:30 το πρωί από το Άμστερνταμ για το Γκέτεμποργκ και καθίσαμε περίπου τρεις ώρες σε ένα ξενοδοχείο δίπλα από το αεροδρόμιο και του ανέλυσα το πλάνο μου, τον Παναθηναϊκό, την Αθήνα, την ιστορία του κλαμπ και το κυριότερο το πως θα είναι η καθημερινότητα της οικογένειας του, γιατί ήταν σημαντικό για εκείνον.
Μετά του έδωσα ένα περιθώριο δύο ημερών για να μου απαντήσει, γιατί αν δεν δεχόταν θα έπρεπε να κοιτάξω άλλες επιλογές. Τα χρήματα που του έδινε ο Παναθηναϊκός ήταν τρεις φορές λιγότερα από όσα έπαιρνε, αλλά του είπα πως είναι το καλύτερο πρότζεκτ για εκείνον και την καριέρα του, έτσι ώστε να κάνει το δικό του restart.
Μετά από δύο ημέρες μου έστειλε και με ρώτησε πότε ξεκινάμε την προετοιμασία. Ουσιαστικά στον Παναθηναϊκό αναγεννήθηκε γιατί έπαιξε ξανά για την εθνική του ομάδα και νομίζω πως ήταν το πιο σημαντικό κομμάτι της ποδοσφαιρικής του καριέρας».

Έχω παρατηρήσει το πόσο καλή σχέση έχεις με τον Νίκο Καρέλη όλα αυτά τα χρόνια. Είναι ένας από τους ποδοσφαιριστές που ταιριάζουν στο σύστημα που θέλεις να παίζεις και γι’ αυτό τον ήθελες στις ομάδες που έχεις προπονήσει;
«Τον Νικόλα τον είχα πρωτοδεί όταν έπαιζα στην Ολλανδία και ερχόταν για προετοιμασία ο Εργοτέλης εκεί. Επειδή τύχαινε να ξέρω ανθρώπους λόγω της παρουσίας μου με τον ΟΦΗ, πήγαινα και τους έβλεπα σε κάποια φιλικά. Είχα πει στον κύριο Καραγεωργίου γιατί δεν βάζει μέσα τον Καρέλη, αφού είχε κάποια στοιχεία που ξεχώριζαν.
Όταν προέκυψε η περίπτωση του Παναθηναϊκού ήρθε, είχε ταλαιπωρηθεί και ήταν διψασμένος να μάθει πράγματα. Προσπάθησα να τον βάλω να μάθει να χειρίζεται το σώμα του και το ένστικτο του με αρκετές ατομικές προπονήσεις και ο ίδιος είδε πως τον πίστευα, κάτι πολύ σημαντικό για εκείνον, ενώ τον βοήθησε παρά πολύ και η συνύπαρξη του με τον Μπεργκ. Όταν έπαιζαν μαζί γιε μάθει να εκμεταλλεύεται τον χώρο που του δίνεται και να προσαρμόζεται.
Αν δεν είχε τον τραυματισμό όταν ήταν στην Γκενκ θα μπορούσε να κάνει άλλη μια μεγάλη μεταγραφή γιατί τότε ήταν πραγματικά πολύ καλός και σκόραρε στο Βέλγιο. Τον επηρέασε αρνητικά αυτό το γεγονός. Ξέρω πως τον είχε προσεγγίσει η Σάλκε και σίγουρα θα ήταν κάπου πολύ καλύτερα».
Κόουτς είπες προηγούμενος πως ήθελες η ομάδα, η διοίκηση και ο κόσμος να είναι ένα. Πιστεύεις πως αυτό φταίει και ο Παναθηναϊκός δεν έχει καταφέρει να πάρει το πρωτάθλημα εδώ και τόσα χρόνια;
«Στον ποδοσφαιρικό Παναθηναϊκό σίγουρα. Το εισπράττεις πως δεν είναι ένα η ομάδα. Βλέπεις πως στο μπάσκετ τώρα που έγιναν ένα, φάνηκαν τα αποτελέσματα. Όταν η ομάδα είναι ενωμένη μπορεί να πετύχει τα πάντα. Ειδικά μια ομάδα όπως ο Παναθηναϊκός, που έχει και τόσο κόσμο».
Ο Κάρλος Ζέκα αποσύρθηκε από την ενεργό δράση και θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι ένα σημαντικό κεφάλαιο του Παναθηναϊκού και ας μην έχει κατακτήσει αμέτρητους τίτλους. Πώς είναι ως άνθρωπος και πως ήταν η δίκη σας συνεργασία;
«Όταν ο Κάρλος αντιλήφθηκε πόσο μπορεί να βοηθήσει την ομάδα από το κέντρο, έκανε τρομερά πράγματα. Στην αρχή έτρεχε παντού, αλλά τακτικά δεν ήταν σωστός. Εκεί έδωσα μεγάλη σημασία στην προπόνηση και σε βίντεο, με τον Ζέκα και τον συνεργάτη μου τον Στιβ Ρούτερ.
Είναι ένας πολύ έξυπνος ποδοσφαιριστής και όπου πήγε άφησε το στίγμα του. Και στην Κοπενχάγη έγινε αρχηγός, ήταν ένας παίκτης που έδινε και την ψυχή του για την ομάδα. Ακόμη και στην κακή του ημέρα θα τα έδινε όλα. Για τον Ζέκα η ομάδα ήταν πάνω από όλους. Ήταν έμπνευση για τους συμπαίκτες του».

Θα ήθελες να επιστρέψεις και να προπονήσεις κάποια ομάδα στη Super League;
«Έχω προπονήσει ήδη ομάδες εκεί. Δεν το έχω ως απωθημένο. Έχει να κάνει με τους στόχους της κάθε ομάδας. Πάντα παίζει ρόλο το επίπεδο που θα πας να δουλέψεις, αλλά και η ποιότητα των παικτών που θα δουλέψεις. Σε τακτικό και οργανωτικό επίπεδο».
Θεωρείς το ελληνικό πρωτάθλημα πολύ τοξικό για έναν ποδοσφαιριστή και έναν προπονητή;
«Αυτό είναι κάτι που πρέπει να αλλάξει και να προβληματιστούν όλοι. Το αναφέρουν και το αναγνωρίζουν όλοι, αλλά κανένας δεν κάνει κάτι για να το αλλάξει αυτό. Σε μεγάλο βαθμό ευθύνονται πρώτοι οι παράγοντες, μετά οι δημοσιογράφοι, η κυβέρνηση, όλοι οι εμπλεκόμενοι. Όταν πάμε στο εξωτερικό χαιρόμαστε με την ατμόσφαιρα που επικρατεί, αλλά όταν επιστρέφουμε εδώ γινόμαστε ότι πιο τοξικό υπάρχει».
Είναι η χρόνια των θαυμάτων φέτος στο ποδόσφαιρο; Κυπελλούχος Ολλανδίας η Γκόου Αχέντ Ιγκλς, Αγγλίας η Κρίσταλ Πάλας, ενώ το Europa League η Τόττεναμ.
«Η Γκόου Αχέντ αυτό που έκανε ήταν εκπληκτικό. Τα τελευταία χρόνια έχει κάνει βήματα μπροστά και με αυτό το Κύπελλο επισφραγίστηκε η προσπάθεια τους. Η Πάλας ήταν μια μεγάλη επιτυχία για εκείνη αυτό κόντρα στην Σίτι. Είναι καλό να υπάρχουν ανατροπές και να βλέπει ο κόσμος να παίρνουν τρόπαια ομάδες που δεν έχει συνηθίσει. Στο Βέλγιο είδες η Σεν Ζιλουάζ κατέκτησε το πρωτάθλημα μετά από 90 χρόνια. Όλα αυτά είναι όμορφα και πρέπει να γίνονται».
Αυτά ήταν κόουτς. Σε ευχαριστώ παρά πολύ!
«Νομίζω τα πήγαμε καλά (σ.σ γελάει). Και εγώ ευχαριστώ πολύ!»