Ο Έλιος Μινάι μίλησε αποκλειστικά στο Mpaladofatses.gr και τον Θανάση Στύλο, αναλύοντας τις αποφάσεις του σε μικρή ηλικία, την ζωή του στην Ιταλία και τις βλέψεις του για το μέλλον.
Ο Έλιος Μινάι αυτήν την σεζόν αγωνίστηκε με την φανέλα της Μπρα στην Serie D και κατέκτησε το πρωτάθλημα αλλά και την άνοδο στην Serie C της Ιταλίας πραγματοποιώντας εκπληκτικές εμφανίσεις. Ο Ροδίτης στράικερ ξεκίνησε στους Ιππότες Παλιάς Πόλης και στην συνέχεια πήγε στην γειτονική μας χώρα για να ξεκινήσει ένα πολύ όμορφο αλλά και δύσβατο ταξίδι.
Μεγάλωσες στην Ρόδο, ποια ήταν τα πρώτα ποδοσφαιρικά σου βήματα;
«Ήμουν 6 ετών όταν πρωτοπήγα στην ακαδημία της Ρόδου και εκεί έπαιξα για δύο χρόνια. Έπειτα, συνέχισα σε μια ακαδημία την οποία δημιούργησε ο Γιάννης Σπανός και ήταν ακαδημία ταλέντων. Εκείνος με βοήθησε ουσιαστικά να ανελιχθώ και να βελτιωθώ ποδοσφαιρικά. Έκανα κάθε μέρα ατομικές προπονήσεις μαζί του, η θυσία του ήταν πραγματικά τεράστια καθώς με βοήθησε και με το παραπάνω να γίνω αυτό που είμαι τώρα. Eπειδή δεν ήμασταν κανονικός σύλλογος και δεν παίζαμε στο πρωτάθλημα, κάναμε φιλικά με άλλες ομάδες απλά.
Αμέσως μετά, όταν ήμουν εγώ 10 ετών, οι Ιππότες Παλιάς Πόλης επιθυμούσαν να κάνουν μια συνεργασία με την ακαδημία και κάπως έτσι έγινε μια συγχώνευση της ακαδημίας με τον σύλλογο με την υπογραφή του Γιάννη Σπανού. Μετά από λίγο καιρό, ο κ. Καρατζάς διοργάνωνε κάποια camp στα οποία συμμετείχαν κορυφαίοι σύλλογοι, όπως η Μπεσίκτας, ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναικός. Σε ένα από αυτά είχαμε περάσει στον τελικό και ήμασταν αντιμέτωποι με την Μπεσίκτας. Αγωνιστήκαμε στο στάδιο του Διαγόρα Ρόδου και ήταν μια τρομερή εμπειρία. Ηττηθήκαμε με 3-0 αλλά ήταν η πρώτη φορά που μας παρακολουθούσαν τόσοι πολλοί σκάουτερ.
Όταν έγινα 14 αγωνιζόμουν για τρία τμήματα των Ιπποτών, το παιδικό, το εφηβικό και το αντρικό, δηλαδή σε ένα σαββατοκύριακο έπαιζα τρεις φορές. Είχα απίστευτη ενέργεια και πάθος για αυτό που έκανα και δεν με ένοιαζε τίποτα. Θα ήθελα να ευχαριστήσω και τον Γιάννη Έλληνα και τον Γιώργο Δανά από τους Ιππότες, οι οποίοι με βοήθησαν να εξελιχθώ.

Πως κατέληξες στην Ιταλία και την Σπαλ από την Ρόδο;
«Στο τουρνουά που σου προανέφερα με την Μπεσίκτας υπήρχαν πολλοί Ιταλοί σκάουτερ. Είχαν επιλέξει εμένα και άλλα δύο παιδιά από την ομάδα να πάμε στην Θεσσαλονίκη σε ένα camp στο οποίο υπήρχαν μόνο Ιταλοί. Στο συγκεκριμένο camp βρισκόντουσαν 100 παιδιά, από αυτά τα παιδιά επέλεξαν μόλις 5 και είχαν συμπεριλάβει και εμένα. Στην συνέχεια, μας είπαν να μετακινηθούμε στην Ιταλία και να παίξουμε για την Βίρτους Εντέλα, η οποία τότε ήταν Serie B. Ο σύλλογος τότε είχε και τον Ζανιόλο, ενώ παράλληλα ήταν πρώτη στην Primavera.
Πήγα στην Ιταλία με τον Μιχάλη Ψωμιάδη, μου έλειπε τότε φυσική κατάσταση με αποτέλεσμα να με απορρίψουν. Μετά πήγαμε στον Αστέρα Τρίπολης και μας είπαν ότι πήγαμε σε λάθος timing. Έπειτα, πήγα στον Ολυμπιακό και δοκιμάστηκα. Εγώ τους άρεσα και ήθελαν να με δουν άλλη μια φορά. Ωστόσο, όταν ο Ολυμπιακός ήθελε να με ξαναδεί, Ιταλοί σκάουτερ με κάλεσαν ξανά σε camp. Τότε αγωνιστήκαμε σε φιλικά με τον Ολυμπιακό και τον Πανιώνιο και είχα κάνει τρομερές εμφανίσεις. Με επέλεξαν ξανά και πήγα στην Σπαλ όταν ο σύλλογος κατέκτησε την Serie B. Έτσι, υπέγραψα το πρώτο επαγγελματικό μου συμβόλαιο. Έμεινα τρία χρόνια στην Σπαλ και έζησα απίστευτα πράγματα».

Η οικογενειά σου σε στήριξε να ακολουθήσεις επαγγελματικά το ποδόσφαιρο;
«Ο πατέρας μου ήταν το δεξί μου χέρι. Αυτός με έκανε και ερωτεύτηκα το ποδόσφαιρο, πάντα ήταν δίπλα μου, σε όλες τις εκδρομές με την ομάδα. Στα camp που συμμετείχα δεν είχαμε κάποιον χορηγό, ο πατέρας μου τα πλήρωνε όλα και του χρωστάω τα πάντα».
Πως ένιωθες όταν αγωνιζόσουν με παιδιά από ομάδες όπως την Μίλαν και την Γιουβέντους;
«Κοίτα, όταν ξεκίνησα στην Κ17 και αγωνιζόμουν κόντρα σε αυτές τις ομάδες είχα πάρα πολλά συναισθήματα, όμως καθώς περνούσε ο καιρός και τα παιχνίδια ένιωθα πως είμαι το ίδιο με αυτούς και πως δεν ήμουν κατώτερος. Η Primavera της Σπαλ ήταν από τις καλύτερες στην Ιταλία εκείνη την εποχή. Είχαμε φτάσει στον τελικό playoff με την Λάτσιο».
Προσαρμόστηκες εύκολα στην Ιταλία;
«Οι λαοί της Ιταλίας και της Ελλάδας είναι πάρα πολύ ίδιοι. Τα ελληνικά σκέψου τα ξεχνάω σιγά σιγά αφού κάθε μέρα μιλάω ιταλικά. Προσαρμόστηκα εύκολα καθώς ήξερα ήδη αλβανικά, ελληνικά και αγγλικά, έτσι δεν δυσκολεύτηκα να μάθω και τα ιταλικά».

Πως ένιωσες όταν πήγες σε αποστολή της Σπαλ κόντρα στην Ρόμα σε επίσημο παιχνίδι της Serie A;
«Ήταν μια τρομερή εμπερία, από το ξενοδοχείο που ξεκινήσαμε μέχρι την επιστροφή ήταν εξωπραγματικό. Συζητούσα με επαγγελματίες ποδοσφαιριστές, ήμουν στο δωμάτιο με επαγγελματίες, γενικά ήταν κάτι που δεν θα ξεχάσω ποτέ στην ζωή μου. Κάναμε μεσοβδόμαδη προπόνηση με το αντρικό ενόψει της αναμέτρησης με την Ρόμα. Ήταν πολύ ενδιαφέρον και το video-analyst. Τρομερή εμπειρία πραγματικά. Μετά ήρθε ο κορονοϊός που μας πήγε όλους πολύ πίσω και θα μπορούσε να ήταν αλλιώς τα πράγματα».

Σταματάς τότε από την Σπαλ και συνεχίζεις στην Serie D, την απόφαση αυτήν με τι κριτήρια την παίρνεις;
«Υπήρχε τότε 6 μήνες διακοπή και η Σπαλ ήθελε να με κρατήσει αφού ολοκληρώθηκε το συμβόλαιο μου, ωστόσο η εταιρεία που με εκπροσωπούσε τότε δεν με βοήθησε καθόλου. Σε αυτήν την διακοπή έκανα προπονήσεις στην Ελλάδα με την Ρόδο, σε μια περίοδο που ο σύλλογος δεν γνώριζε αν θα παίξει στην Β΄ή στην Γ’ Εθνική.
Έτσι, έκανα την δικιά μου αναζήτηση και μέσω των προπονητών που είχα στην Σπαλ βρήκα τον επόμενο σταθμό στην καριέρα μου, ο οποίος ήταν η Βαρέζε. Η Βαρέζε είναι μια πολύ ιστορική ομάδα η οποία πριν 10 χρόνια ήταν στην Serie B. Έκατσα εκεί 2 χρόνια, την πρώτη χρονιά έκανα 37 συμμετοχές ως εξτρέμ και την δεύτερη χρονιά έκανα εξίσου καλό πρωτάθλημα. Βοήθησα την ομάδα να κερδίσει τα playoff της Serie D. Στην συνέχεια ήθελα το κάτι παραπάνω αλλά δεν ερχόταν ποτέ, είχα μετά κάποια σκαμπανεβάσματα. Ήθελα να φύγω από Ιταλία αλλά είχα πρόβλημα με τα τροφεία».
Πως είναι οι εγκαταστάσεις στην Serie D;
«Έχουμε τέσσερα γήπεδα στην Μπρα με πολύ ωραίο χόρτο, γυμναστήρια, πισίνες και γενικά πολύ ανεπτυγμένες εγκαταστάσεις για την κατηγορία».
Πες μου λίγα λόγια για τις ομάδες που αγωνίστηκες πριν την Μπρα.
«Είχα κάνει μια πολύ κακή χρονιά στην Μπρίντιζι και την Αρκονατέζε μετά την Βαρέζε, στην συνέχεια πήγα στην Βογκερέζε, η οποία ήθελε να σωθεί, γεγονός το οποίο καταφέραμε. Έκανα εξαιρετική σεζόν και από εκει με πήρε η Μπρα η οποία έχει ένα από τα χαμηλότερα μπάτζετ της κατηγορίας. Η Serie D έχει πάρα πολύ καλό επίπεδο. Υπήρχαν άλλα τρία μεγάλα φαβορί για να πάρουν τον τίτλο στην Serie D. όμως καταφέραμε κάτι τρομερό».
Πραγματοποίησες με την Μπρα 35 συμμετοχές, πετυχαίνοντας 11 γκολ και 12 ασίστ, πως νιώθεις γι’ αυτό;
«Αυτή η σεζόν ήταν η καλύτερη μου, όσο περνούσαν τα παιχνίδια και ο καιρός είχα σοκαριστεί, δεν το πίστευα αυτό που γινόταν. Κερδίζαμε συνεχώς και δεν δεχόμασταν γκολ, ταυτόχρονα εγω προσωπικά κέρδιζα πάρα πολλή εμπιστοσύνη και από τον προπονητή μου και από τους συμπαίκτες μου».

Αυτή η σεζόν είχε αίσιο τέλος και το συμβόλαιο σου τελειώνει με την Μπρα, πως σκέφτεσαι το άμεσο μέλλον;
«Κοίτα, αυτήν την στιγμή η Serie C είναι ένα επίπεδο τρομερό, έχει παιχταράδες και υπάρχει πολύ χρήμα, γεγονός το οποίο ξεπερνάει ας πούμε και την Superleague 2 της Ελλάδας. Για την Serie B είναι πολύ δύσκολο να πάω καθώς πιστεύω πως χρειάζεται η εμπειρία της Serie C για να μεταβώ εκεί. Επίσης, νομίζω πως έχω τις δυνατότητες να πάω στο εξωτερικό και να ολοκληρώσω μια σεζόν σε Α’ Εθνική ή ακόμα και Β’ Εθνική από τις Top 7 χώρες της Ευρώπης. Ωστόσο, και η Μπρα είναι πολύ ευχαριστημένη μαζί μου και θα μπορούσε να γίνει ξανά το τέλειο πάντρεμα και να αγωνιστώ μαζί της στην Serie C. Στόχος μου να παίξω σε πολύ υψηλό επίπεδο».
Σε περίπτωση που σου έκανε πρόταση μια μικρομεσαία ομάδα της Superleague, τι θα έκανες;
«Θα πήγαινα σε ομάδες όπως τον ΟΦΗ και τον Ατρόμητο, όμως σε συλλόγους που έχουν πρόσφατη άνοδο στην κατηγορία δεν θα ήθελα να πάω, καθώς η κακή σεζόν μιας νεοφώτιστης ομάδας στην πρώτη κατηγορία θα σήμαινε αυτομάτως την Β’ Εθνική».
Είχες κάποιο ποδοσφαιρικό είδωλο σαν παιδί;
«Θαυμάζω πάρα πολύ τους Μέσι και Ρονάλντο προφανώς, αλλά εμένα μου έκανε περισσότερη εντύπωση από μικρό ο Ομπαμεγιάνγκ ο οποίος είναι ένας παίκτης γρήγορος, με ωραίες κινήσεις στο χορτάρι και απίστευτο τελείωμα».
«Σε ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σου Έλιος».
«Εγώ ευχαριστώ»